Η μητέρα μου έβαλε τέλος στη ζωή της στο διαμέρισμα της αδερφής της στην οδό Μπεν - Γέουντα στο Τελ - Αβίβ τη νύχτα ανάμεσα στο Σάββατο και τη Κυριακή , 6 Ιανουαρίου 1952. Στο Ισραήλ διεξαγόταν τότε μια δημόσια ιστορική συζήτηση πάνω στο ερώτημα αν επιτρέπεται ή απαγορεύεται το κράτος του Ισραήλ να απαντήσει και να πάρει από τη Γερμανία αποζημιώσεις για την απώλεια των περιουσιών των Εβραίων που δολοφονήθηκαν την περίοδο του χιτλερισμού. Υπήρχαν εκείνοι που συμφωνούσαν με τη γνώμη του Νταβίντ Μπεν - Γκουριόν, κατά την οποία δεν έπρεπε να επιτρέψουμε οι δολοφόνοι να γίνουν και κληρονόμοι, και ισχυρίζονταν σωστά ότι οι εβραϊκές περιουσίες που λήστεψαν οι Γερμανοί έπρεπε οπωσδήποτε να επιστραφούν αυτούσιες στο κράτος του Ισραήλ, ώστε να μπορέσει να αποκαταστήσει τους επιζήσαντες από τη σφαγή. Από την άλλη, υπήρχανεκείνοι, με πρώτο και καλύτερο τον αρχηγό της αντιπολίτευσης Μεναχέμ Μπέγκιν, που υποστήριζαν με πόνο και οργή ότι αποτελούσε ηθικό έγκλημα καθώς και βεβήλωση της μνήμης των θυμάτων το ότι το κράτος των ίδιων των θυμάτων ήταν έτοιμο να πουλήσει στους Γερμανούς εύκολη άφεση αμαρτιών έναντι ενός μιασμένου βαλάντιου με χρήματα.
Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της χώρας, εκείνον το χειμώνα μεταξύ 1951 και 1952, έριχνε αδιάκοπα βροχές. Ο χείμαρρος Αγιαλόν, δηλαδή το ρέμα Μουσράρα, υπερχείλισε προκαλώντας πλημμύρες στη συνοικία Μοντεφιόρι στο Τελ - Αβίβ και απειλούσε και άλλες συνοικίες. Βαριές καταιγίδες προκάλεσαν μεγάλες καταστροφές στους καταυλισμούς από σκηνές, τενεκεδόσπιτα και παραπήγματα, όπου εκείνες τις μέρες στριμώχνονταν εκατοντάδες χιλιάδες Εβραίοι πρόσφυγες που είχαν διαφύγει από τις αραβικές χώρες με τα ρούχα που φορούσαν, καθώς και χιλιάδες επιζήσαντες του Χίτλερ από την ανατολική Ευρώπη και τις βαλκανικές χώρες. Σε μερικές περιοχές εξαιτίας των καταιγίδων είχε κοπεί η επικοινωνία με αυτούς τους καταυλισμούς, οι οποίοι κινδύνευσαν από πείνα και λοιμούς. Το κράτος του Ισραήλ ήταν λιγότερο από τεσσάρων χρόνων και εκείνη την εποχή αριθμούσε λίγο παραπάνω από ένα εκατομμύριο ψυχές: σχεδόν το ένα τρίτο απ' αυτούς ήταν πρόσφυγες εντελώς άποροι. Τα ταμεία του κράτους είχαν αδειάσει από τις επείγουσες στρατιωτικές δαπάνες και την απορρόφηση της μετανάστευσης, καθώς και εξ αιτίας μιας παραφουσκωμένης γραφειοκρατίας και αδέξιων χειρισμών, και οι υπηρεσίες υγείας, παιδείας και πρόνοιας ήταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Στην αρχή εκείνης της εβδομάδας ο Νταβίντ Όροβιτς, γενικός διευθυντής του υπουργείου Οικονομικών , είχε φύγει για μαι επείγουσα επίσκεψη στην Αμερική, με την ελπίδα να εξασφαλίσει μέσα σε μια ή δυο μέρες βραχυπρόθεσμες πιστώσεις ύψους δέκα εκατομμυρίων δολαρίων, για να αποφευχθεί η πτώχευση. Για όλα αυτά μιλούσαμε ο πατέρας μου κι εγώ όταν γύρισε από το Τελ - Αβίβ: την Πέμπτη πήγε τη μητέρα μου στο σπίτι της θείας Χάγια και του θείου Τσβι, και μάλιστα έμεινε και ο ίδιος να περάσει εκεί τη νύχτα. Επιστρέφοντας την Παρασκευή άκουσε από τη γιαγιά Σλομίτ και τον παππού Αλεξάντερ ότι εγώ ήμουν λίγο κρυωμένος, αλλά επέμεινα να σηκωθώ και να πάω σχολείο. Η γιαγιά πρότεινε ο μπαμπάς και κι εγώ να μείνουμε και να περάσουμε το Σάββατο σπίτι τους: της φαινόμασταν κι οι δυο ότι είχαμε κολλήσει κάποιο μικρόβιο. Εμείς όμως προτιμήσαμε να γυρίσουμε σπίτι. Καθ' οδόν από το σπίτι του παππού και της γιαγιάς προς το σπίτι μας, στο δρομάκι Πραγκ, ο μπαμπάς θεώρησε καλό να με πληροφορήσει, ως ενήλικος προς ενήλικο, ότι στο σπίτι της θείας Χάγια η διάθεση της μαμάς βελτιώθηκε ξαφνικά: την Πέμπτη το απόγευμα βγήκαν οι τέσσερις τους, ο Τσβι, η Χάγια, η μητέρα μου και ο πατέρας μου, να καθίσουν για λίγο σε ένα μικρό καφενεδάκι, δυο βήματα από το σπίτι της Χάγια και του Τσβι, στην οδό Ντίζενγκοφ γωνία Ζαμποτίνσκι. Τελικά έμειναν εκεί μέχρι το κλείσιμο μιλώντας για ανθρώπους και βιβλία. Ο Τσβι διηγήθηκε διάφορα περίεργα περιστατικά από τη ζωή του νοσοκομείου, η μαμά φαινόταν καλά και συμμετείχε στην κουβέντα. Το βράδυ κοιμήθηκε μερικές ώρες, όμως στη μέση της νύχτας φαίνεται ότι ξύπνησε και πήγε να καθίσει στην κουζίνα για να μην ενοχλήσει αυτούς που κοιμόντουσαν. Νωρίς το πρωί, όταν ο πατέρας μου την αποχαιρέτησε για να επιστρέψει στην Ιερουσαλήμ και να προλάβει να συμπληρώσει μερικές ώρες δουλειάς στο τμήμα εφημερίδων, τον αποχαιρέτησε κι εκείνη με την υπόσχεση ότι δεν υπάρχει λόγος να ανησυχούμε για κείνη, τα χειρότερα ήταν πια πίσω της, και του ζήτησε, σε παρακαλώ, να προσέξεις πολύ το παιδί: εχθές φεύγοντας για το Τελ - Αβίβ, της φάνηκε ότι το παιδί είχε αρπάξει κρυολόγημα...
Μικρό απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Amos Oz " Ιστορία αγάπης και σκότους", Καστανιώτης , 2004
" Ο τίτλος του Ιστορία αγάπης και σκότους μοιάζει να προαναγγέλλει ένα θεματικό δίπτυχο: την αγάπη που έλαβε ο συγγραφέας από τη μητέρα του στη διάρκεια των πρώτων παιδικών του χρόνων και το σκοτάδι, την οδύνη της απώλειας που ακολούθησε μετά την τραγική αυτοχειρία της[...]
Το Ιστορία αγάπης και σκότους είναι ένα έργο συναρπαστικά ιδιόμορφο: είναι αυτοβιογραφία ( χωρίς να είναι εξομολόγηση ) και μυθιστόρημα ταυτόχρονα[...] Μοιάζει με ένα μεγαλόπνοο συμφωνικό έργο, επικού χαρακτήρα, που μέσα του ηχεί κάθε τόσο ένα μουσικό θέμα απέραντου λυρισμού και ευαισθησίας: είναι όταν ο συγγραφέας μνημονεύει τη μητέρα του, την ευαίσθητη, ευάλωτη και προικισμένη με τόση διαίσθηση και εξυπνάδα, Φάνια. Όλο το έργο έχει ως άξονα το τραγικό τέλος στα τριανταεννιά της χρόνια, ωστόσο ένα τόσο τραυματικό και οδυνηρό γεγονός [...] ο συγγραφέας δεν θα μπορούσε να το αφηγηθεί παρά μονάχα μ' αυτόν τον τρόπο, ώστε να μην προδώσει την ιερή μνήμη της, και να μην παρασυρθεί σε εύκολους μελοδραματισμούς και εκμυστηρεύσεις. Χαράζει το αγαπημένο πορτρέτο της με άπειρες προφυλάξεις και τρυφερότητα, εμβαθύνει στο χαρακτήρα και τη ζωή της , προσπαθώντας να ανιχνεύσει, να αποκρυπτογραφήσει στην απονενοημένη της πράξη. Και εντοπίζει τις αιτίες στο χάσμα ανάμεσα στο φαντασιακό της κόσμο και τον πραγματικό κόσμο, όπου αναγκάστηκε να ζήσει[...] Η μορφή της διαποτίζει όλο το μυθιστόρημα, παρότι ποσοτικά δεν έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, δίνοντας ενίοτε την αίσθηση ότι δεν αποτελεί υπαρκτό πρόσωπο, αλλά μια ονειρική παρουσία[...]
Η συγκίνηση στο έργο του Οζ δεν απορρέει από την περιγραφή δραματικών γεγονότων, μήτε από τις συνταρακτικές ομολογίες των προσώπων, πηγάζει από το υποδόρειο, το ανομολόγητο.
Ο θάνατος, η απώλεια ενός λατρευτού προσώπου, η οδύνη εξισορροπούνται αριστουργηματικά από το κωμικό στοιχείο και τον αυτοσαρκασμό, έτσι ώστε η Ιστορία αγάπης και σκότους δίχως να φτάσει ποτέ σε δραματικές εντάσεις και κορυφώσεις να αποκτά εντέλει, τη δύναμη φιλοσοφικού στοχασμού πάνω στην ανθρώπινη συνθήκη
Επιπλέον, σε τούτο το πολυπρόσωπο έργο ο Άμος Οζ σκιαγραφεί μεταξύ των άλλων, πορτρέτα μεγάλων ανδρών[...] με τη σωστή δόση ειρωνείας ή σαρκασμού, απομυθοποιώντας τη μορφή τους δίχως να τη στερήσει από το έρμα της. Επειδή αυτό που διαπνέει τον Οζ σε τούτο το μείζον έργο είναι ο βαθύς ανθρωπισμός[...]
( απόσπασμα από το επίμετρο της Μάγκυ Κοέν )
Ο Amos Oz γεννήθηκε στις 4 Μαΐου του 1939
Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της χώρας, εκείνον το χειμώνα μεταξύ 1951 και 1952, έριχνε αδιάκοπα βροχές. Ο χείμαρρος Αγιαλόν, δηλαδή το ρέμα Μουσράρα, υπερχείλισε προκαλώντας πλημμύρες στη συνοικία Μοντεφιόρι στο Τελ - Αβίβ και απειλούσε και άλλες συνοικίες. Βαριές καταιγίδες προκάλεσαν μεγάλες καταστροφές στους καταυλισμούς από σκηνές, τενεκεδόσπιτα και παραπήγματα, όπου εκείνες τις μέρες στριμώχνονταν εκατοντάδες χιλιάδες Εβραίοι πρόσφυγες που είχαν διαφύγει από τις αραβικές χώρες με τα ρούχα που φορούσαν, καθώς και χιλιάδες επιζήσαντες του Χίτλερ από την ανατολική Ευρώπη και τις βαλκανικές χώρες. Σε μερικές περιοχές εξαιτίας των καταιγίδων είχε κοπεί η επικοινωνία με αυτούς τους καταυλισμούς, οι οποίοι κινδύνευσαν από πείνα και λοιμούς. Το κράτος του Ισραήλ ήταν λιγότερο από τεσσάρων χρόνων και εκείνη την εποχή αριθμούσε λίγο παραπάνω από ένα εκατομμύριο ψυχές: σχεδόν το ένα τρίτο απ' αυτούς ήταν πρόσφυγες εντελώς άποροι. Τα ταμεία του κράτους είχαν αδειάσει από τις επείγουσες στρατιωτικές δαπάνες και την απορρόφηση της μετανάστευσης, καθώς και εξ αιτίας μιας παραφουσκωμένης γραφειοκρατίας και αδέξιων χειρισμών, και οι υπηρεσίες υγείας, παιδείας και πρόνοιας ήταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Στην αρχή εκείνης της εβδομάδας ο Νταβίντ Όροβιτς, γενικός διευθυντής του υπουργείου Οικονομικών , είχε φύγει για μαι επείγουσα επίσκεψη στην Αμερική, με την ελπίδα να εξασφαλίσει μέσα σε μια ή δυο μέρες βραχυπρόθεσμες πιστώσεις ύψους δέκα εκατομμυρίων δολαρίων, για να αποφευχθεί η πτώχευση. Για όλα αυτά μιλούσαμε ο πατέρας μου κι εγώ όταν γύρισε από το Τελ - Αβίβ: την Πέμπτη πήγε τη μητέρα μου στο σπίτι της θείας Χάγια και του θείου Τσβι, και μάλιστα έμεινε και ο ίδιος να περάσει εκεί τη νύχτα. Επιστρέφοντας την Παρασκευή άκουσε από τη γιαγιά Σλομίτ και τον παππού Αλεξάντερ ότι εγώ ήμουν λίγο κρυωμένος, αλλά επέμεινα να σηκωθώ και να πάω σχολείο. Η γιαγιά πρότεινε ο μπαμπάς και κι εγώ να μείνουμε και να περάσουμε το Σάββατο σπίτι τους: της φαινόμασταν κι οι δυο ότι είχαμε κολλήσει κάποιο μικρόβιο. Εμείς όμως προτιμήσαμε να γυρίσουμε σπίτι. Καθ' οδόν από το σπίτι του παππού και της γιαγιάς προς το σπίτι μας, στο δρομάκι Πραγκ, ο μπαμπάς θεώρησε καλό να με πληροφορήσει, ως ενήλικος προς ενήλικο, ότι στο σπίτι της θείας Χάγια η διάθεση της μαμάς βελτιώθηκε ξαφνικά: την Πέμπτη το απόγευμα βγήκαν οι τέσσερις τους, ο Τσβι, η Χάγια, η μητέρα μου και ο πατέρας μου, να καθίσουν για λίγο σε ένα μικρό καφενεδάκι, δυο βήματα από το σπίτι της Χάγια και του Τσβι, στην οδό Ντίζενγκοφ γωνία Ζαμποτίνσκι. Τελικά έμειναν εκεί μέχρι το κλείσιμο μιλώντας για ανθρώπους και βιβλία. Ο Τσβι διηγήθηκε διάφορα περίεργα περιστατικά από τη ζωή του νοσοκομείου, η μαμά φαινόταν καλά και συμμετείχε στην κουβέντα. Το βράδυ κοιμήθηκε μερικές ώρες, όμως στη μέση της νύχτας φαίνεται ότι ξύπνησε και πήγε να καθίσει στην κουζίνα για να μην ενοχλήσει αυτούς που κοιμόντουσαν. Νωρίς το πρωί, όταν ο πατέρας μου την αποχαιρέτησε για να επιστρέψει στην Ιερουσαλήμ και να προλάβει να συμπληρώσει μερικές ώρες δουλειάς στο τμήμα εφημερίδων, τον αποχαιρέτησε κι εκείνη με την υπόσχεση ότι δεν υπάρχει λόγος να ανησυχούμε για κείνη, τα χειρότερα ήταν πια πίσω της, και του ζήτησε, σε παρακαλώ, να προσέξεις πολύ το παιδί: εχθές φεύγοντας για το Τελ - Αβίβ, της φάνηκε ότι το παιδί είχε αρπάξει κρυολόγημα...
Μικρό απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Amos Oz " Ιστορία αγάπης και σκότους", Καστανιώτης , 2004
" Ο τίτλος του Ιστορία αγάπης και σκότους μοιάζει να προαναγγέλλει ένα θεματικό δίπτυχο: την αγάπη που έλαβε ο συγγραφέας από τη μητέρα του στη διάρκεια των πρώτων παιδικών του χρόνων και το σκοτάδι, την οδύνη της απώλειας που ακολούθησε μετά την τραγική αυτοχειρία της[...]
Το Ιστορία αγάπης και σκότους είναι ένα έργο συναρπαστικά ιδιόμορφο: είναι αυτοβιογραφία ( χωρίς να είναι εξομολόγηση ) και μυθιστόρημα ταυτόχρονα[...] Μοιάζει με ένα μεγαλόπνοο συμφωνικό έργο, επικού χαρακτήρα, που μέσα του ηχεί κάθε τόσο ένα μουσικό θέμα απέραντου λυρισμού και ευαισθησίας: είναι όταν ο συγγραφέας μνημονεύει τη μητέρα του, την ευαίσθητη, ευάλωτη και προικισμένη με τόση διαίσθηση και εξυπνάδα, Φάνια. Όλο το έργο έχει ως άξονα το τραγικό τέλος στα τριανταεννιά της χρόνια, ωστόσο ένα τόσο τραυματικό και οδυνηρό γεγονός [...] ο συγγραφέας δεν θα μπορούσε να το αφηγηθεί παρά μονάχα μ' αυτόν τον τρόπο, ώστε να μην προδώσει την ιερή μνήμη της, και να μην παρασυρθεί σε εύκολους μελοδραματισμούς και εκμυστηρεύσεις. Χαράζει το αγαπημένο πορτρέτο της με άπειρες προφυλάξεις και τρυφερότητα, εμβαθύνει στο χαρακτήρα και τη ζωή της , προσπαθώντας να ανιχνεύσει, να αποκρυπτογραφήσει στην απονενοημένη της πράξη. Και εντοπίζει τις αιτίες στο χάσμα ανάμεσα στο φαντασιακό της κόσμο και τον πραγματικό κόσμο, όπου αναγκάστηκε να ζήσει[...] Η μορφή της διαποτίζει όλο το μυθιστόρημα, παρότι ποσοτικά δεν έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, δίνοντας ενίοτε την αίσθηση ότι δεν αποτελεί υπαρκτό πρόσωπο, αλλά μια ονειρική παρουσία[...]
Η συγκίνηση στο έργο του Οζ δεν απορρέει από την περιγραφή δραματικών γεγονότων, μήτε από τις συνταρακτικές ομολογίες των προσώπων, πηγάζει από το υποδόρειο, το ανομολόγητο.
Ο θάνατος, η απώλεια ενός λατρευτού προσώπου, η οδύνη εξισορροπούνται αριστουργηματικά από το κωμικό στοιχείο και τον αυτοσαρκασμό, έτσι ώστε η Ιστορία αγάπης και σκότους δίχως να φτάσει ποτέ σε δραματικές εντάσεις και κορυφώσεις να αποκτά εντέλει, τη δύναμη φιλοσοφικού στοχασμού πάνω στην ανθρώπινη συνθήκη
Επιπλέον, σε τούτο το πολυπρόσωπο έργο ο Άμος Οζ σκιαγραφεί μεταξύ των άλλων, πορτρέτα μεγάλων ανδρών[...] με τη σωστή δόση ειρωνείας ή σαρκασμού, απομυθοποιώντας τη μορφή τους δίχως να τη στερήσει από το έρμα της. Επειδή αυτό που διαπνέει τον Οζ σε τούτο το μείζον έργο είναι ο βαθύς ανθρωπισμός[...]
( απόσπασμα από το επίμετρο της Μάγκυ Κοέν )
Ο Amos Oz γεννήθηκε στις 4 Μαΐου του 1939
Όταν τέλειωσα την "Ιστορία αγάπης και σκότους", αγάπησα για πάντα τον Άμος Οζ και διάβασα σχεδόν ό,τι δικό του έχει μεταφραστεί.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ σπουδαίος συγγραφέας.
Ιδού μια ενδιαφέρουσα (παλιότερη) συνέντευξή του:
http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=133466
κ.κ.
Πάνε δέκα χρόνια από τότε που διάβασα αυτό το μυθιστόρημα. Είναι από αυτά τα έργα που μένουν στο νου και στην καρδιά. Και εγώ από τότε αναζήτησα και άλλα έργα του Άμος Οζ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ευχαριστώ και για την παραπομπή.
Να' σαι καλά.
Ωραία επιλογή το απόσπασμα που δημοσίευσες, Σοφία. Κι εμένα μου ερέσει ο Οζ
ΑπάντησηΔιαγραφήδκ
Ευχαριστώ Δημήτρη
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα'σαι καλά