Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2014

Λορέντζος Μαβίλης, ο ποιητής - στρατιώτης

[...] Υπάρχει ένα πλήθος από αφηγήσεις, που μας δίνουν τον ποιητή - στρατιώτη κατά την πορεία του: Μελούνα - Θεσσαλία - Μακεδονία. Απ ' όπου περνούσαν, οι κάτοικοι ζητωκραύγαζαν. Έφθασαν στην Κρανιά. Ο Μαβίλης, με μάτια βουρκωμένα, στρέφεται κάποια στιγμή στο συνομιλητή του αξιωματικό και με βαθιά φωνή λέγει:

- Αν ζήσουμε, θα ζητήσω να με στείλουνε δάσκαλο σ' ένα μακεδονικό χωριό.

Κάποτε πατάνε το ηπειρωτικό χώμα. Ο πόθος του φτερώνει και η μέθη τον μεταρσιώνει ολόκληρο. Σταυροκοπιέται.

- Έκαμε ο Θεός να ξαναπατήσουμε το χώμα της, ψιθυρίζει.

Κοντοστέκεται δίπλα στον Ρώμα, σαν παιδί που ονειροπολεί και απλώνει το χέρι του προς τις κυματιστές κορφές της:

- Η Ήπειρος, αρχηγέ μου. Ιερή μέρα για μας η σημερινή.

Στις 21 Νοεμβρίου βρίσκονται στο Μέτσοβο. Θα μείνουν εκεί τρεις ημέρες. Ένα βράδυ, μετά το φαγητό, ετοιμάζεται να βγει έξω να πάρει λίγο καθαρό αέρα. Καθώς προχωρά, ο μανδύας του παρασύρει και ρίχνει κάτω το καντήλι που φώτιζε το διάδρομο. Το λάδι χύνεται χάμω. Ο Μαβίλης ξαναμπαίνει στενοχωρημένος.

- Κακοσημαδιά, λέει σιγανά. Και μακάρι νάναι για μένα κι όχι για τον αγώνα μας.

Στις 24 του μήνα ξεκινούν για το Δρίσκο. Τον προσεγγίζουν βράδυ. Ένας όγκος ζωσμένος στις ρίζες του από πυκνή βλάστηση, σταχτοκίτρινος στην κορφή του. Τα μεσάνυχτα το Επιτελείο αποφασίζει την αιφνιδιαστική του κατάληψη. Ποτέ ο ποιητής δε φάνηκε τόσο διαχυτικός, τόσο χαρούμενος. Χαλασμός πυροβολικού τραντάζει τα πάντα όλη νύχτα. Οι Γαριβαλδινοί έχουν αρχίσει επίθεση. Όταν φέγγει, ο κόκκινος χείμαρρος των ερυθροχιτώνων ξεχωρίζει σκαρφαλώνοντας τα χιονισμένα υψώματα της Χρυσοβίτσας.
Οι Τούρκοι, ένα τάγμα όλο κι όλο, προς τα νότια και νοτιοδυτικά, νομίζοντας ότι πίσω τους ακολουθούν κι άλλοι, εγκαταλείπουν σε λίγο τα πάντα. Το πρωί της 26ης Νοεμβρίου, οι ερυθροχίτωνες βρίσκονται στην κορυφογραμμή της Βίγλας. Κατά κει τρέχει ο ποιητής. Αγναντεύει τα Γιάννενα. Τα μάτια του θαμπώνουν και η ανάσα του γίνεται βαριά. Δεν μπορεί να μιλήσει. Μιλάει για λογαριασμό του, δίπλα του - εκφράζοντας τις σκέψεις του - ο καπετάν Γερακάρης με τ' ανεμισμένα ψαρά γένια:

- Τι ευτυχία, καπετάν Λορέντζο! Να πεθαίνει κανείς για τα Γιάννινα.

Την επομένη το πρωί, 27 Νοεμβρίου, ο ποιητής ζει ακόμη στην ίδια πατριδολατρική έκσταση. Φθάνει στο Δρίσκο ο στρατηγός Ροτσιόττι Γαριβάλδι. Ο Μαβίλης και ο Ρώμας τρέχουν να τον υποδεχθούν. Και οι τρεις, έφιπποι, από το ύψωμα της Αγίας Παρασκευής, θαυμάζουν το τοπίο:

- Αφέντη, λέει, κύτταξε! Τι όμορφα που είναι!...

Την ίδια στιγμή, μια οβίδα περνάει σφυρίζοντας πάνω από τα κεφάλια τους. Λίγο αργότερα ο εχθρός άρχισε να βάλει με τα τοπομαχικά της Καστρίτσας. Είχε φέρει εσπευσμένως σοβαρές ενισχύσεις. Το απόγευμα η μάχη γενικεύθηκε. Νέες πυκνές φάλαγγες του εχθρού σκαρφάλωσαν.
Προς το βράδυ η επίθεση σταμάτησε. Αλλά οι άνδρες έμειναν στις θέσεις τους, άγρυπνοι όλη τη νύχτα. Με την αυγή της 28ης Νοεμβρίου , η επίθεση εκδηλώθηκε σφοδρότερη τώρα. Ο Μαβίλης όρθιος, με το πιστόλι στο χέρι, αναχαιτίζει την προσπάθειά τους να υπερκεράσουν το αριστερό. Οι Τούρκοι είναι αποφασισμένοι να καταλάβουν οπωσδήποτε το Δρίσκο. Έχουν ενισχυθεί με τρία τάγματα και πυροβολικό. Οι Γαριβαλδινοί αποδεκατίζονται. Πέντε αξιωματικοί σκοτώνονται και δεκατρείς τραυματίζονται. Τα μυδράλλια βάλλουν συνεχώς. Ο Ρώμας από τη μια πλευρά υπερασπίζεται, με το περίστροφο στο χέρι , το μοναδικό τους κανόνι. Άφθαστες στιγμές δόξας και ηρωισμού. Μια σφαίρα του τρυπά το δεξί του χέρι. Η πίεση μεγαλώνει. Δίδεται διαταγή να υποχωρήσουν στη Χρυσοβίτσα.
Και ο Μαβίλης; Μάχεται και αυτός και δίδει συνεχώς διαταγές με το πιστόλι στο χέρι. Οι οβίδες σφυρίζουν γύρω του. Χαμός. Ένας - ένας οι σύντροφοί του πέφτουν. Ο ποιητής αντέχει ακόμη. Ξαφνικά, σα να σκοντάφτει. Ανασηκώνεται, και δοκιμάζει να βγάλει το υποσιαγώνιο του πηληκίου του. Αίματα σκεπάζουν τα μάγουλά του. Ένα βόλι του πέρασε το πρόσωπο από τη μία παρειά στην άλλη. Ο παπα - Φώτης, ο ιερέας του τάγματος, με το ζόρι τον πείθει να παραδώσει σε άλλον τη διοίκηση του λόχου του και ο ίδιος να μεταφερθεί με μεταγωγικό στο πρόχειρο νοσοκομείο που έχει στηθεί στην Αγία Παρασκευή.
Καθώς πλησίασε έφιππος εκεί, κι έστρεφε να δει τι γίνεται με τον λόχο του, μια δεύτερη σφαίρα του τρυπάει την καρωτίδα. Εκείνη τη στιγμή έφθασε στο χειρουργείο τραυματισμένος και ο Ρώμας. Είδε τον ποιητή και κατάλαβε.

- Σε συγχαίρω από την καρδιά μου, του λέει, δίνοντάς του το χέρι.


Ο Μαβίλης, που μόλις τον είχαν κατεβάσει από το ζώο , συγκέντρωσε τις στερνές του δυνάμεις, στάθηκε προσοχή και άρπαξε το χέρι του αρχηγού.
Το αίμα που έτρεχε σε όλη τη διαδρομή από τις πληγές των παρειών του και την καρωτίδα κατέβαινε στο λαιμό και του δυσκόλευε την αναπνοή. Δεν μπορούσε να μιλήσει. Τους έκανε νοήματα να του δώσουν χαρτί, να γράψει. Τώρα οι βολές του πυροβολικού ακούγονται πιο κοντά. Αλλά δεν προφταίνει ούτε να γράψει. Ο παπα - Φώτης του κλείνει τα μάτια. Ο Πιπίνος Γαριβάλδι, ο μόνος εκείνη τη στιγμή στρατιωτικός, στέκεται προσοχή και τον χαιρετάει. Οι άλλοι σταυροκοπιούνται.

Ο Μαβίλης είναι πλέον νεκρός, ξαπλωμένος στον περίβολο της Αγίας Παρασκευής. Τον έχουν σκεπάσει με το ματωμένο μανδύα του. Όταν λίγο αργότερα τον ξεσκεπάζουν, στη μορφή του έχει βασιλέψει η σεβασμιότητα μιας ολύμπιας γαλήνης. Με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος περιμένει ήσυχα στο κατώφλι της αιώνιας μακαριότητας. Θα διαβεί, περνώντας μέσα από τ' ανθισμένα μονοπάτια της αγαπημένης του Ήπειρος...
Όταν ο θάνατος του Μαβίλη έγινε γνωστός στην Αθήνα, η Μυρτιώτισσα, συντετριμμένη, άδραξε τη γραφίδα της, κάθισε μπροστά σ' ένα λευκό χαρτί κι έγραψε τούτους τους συγκινητικούς στίχους:

Τι άλλο, καλέ μου, ζητάς από μένα
κα στέκεις θλιμμένος μπροστά στη μορφή μου,
αφού κι η καρδιά μου, αφού κι η ψυχή μου,
κι ας είσαι νεκρός πλημμυρούν από Σένα;

Τα θεία τραγούδια σου ένα προς ένα
τα ζει κάθε νύχτα η ψάλτρα φωνή μου,
γενήκαν αυτά μοναχή προσευχή μου,
αγνή προσευχή γεννημένη από Σένα!

Γιατί με κοιτάζεις με μάτια θλιμμένα;
λαμπάδα σου ανάβω την ίδια ψυχή μου
και μέρα τη μέρα σκορπά κι η ζωή μου
για Σένα, τα ρόδα της τα χλωμιασμένα.

Απόσπασμα από την ομιλία του δημοσιογράφου - συγγραφέα  Καρόλου Μωραΐτη, Ο ηρωικός θάνατος του Λ.Μαβίλη. Εκφωνήθηκε στην εκδήλωση μνήμης του ποιητή στις 28 Νοέμβρίου 2012 την οποία πραγματοποίησε  το Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ με τη συμπλήρωση 100 χρόνων από το θάνατο - θυσία του ποιητή

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου