Η Έρη Σταυροπούλου, καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών έγραψε το άρθρο Αντόν Τσέχωφ - Μήτσος Αλεξανδρόπουλος: Μια συνάντηση ,που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Διαβάζω το Νοέμβριο του 2009 στα πλαίσια αφιερώματος στον Μήτσο Αλεξανδρόπουλο. Με την ευκαιρία της επετείου της γέννησης του Τσέχωφ στις 29 Γενάρη του 1860 το ιστολόγιο αναδημοσιεύει το άρθρο.
" Ο Τσέχωφ ήταν χρόνιος πειρασμός, αλλά πάντα ως κάτι το απλησίαστο, ώσπου ήρθε το πλήρωμα του χρόνου. " Μήτσος Αλεξανδρόπουλος
Ο Αντόν Τσέχωφ( 1860 - 1904) ανήκει στους συγγραφείς εκείνους που ξεπέρασαν με το ταλέντο τους τα σύνορα της πατρίδας τους και κέρδισαν παγκόσμια φήμη. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, ανήκει στους λιγοστούς εκείνους που το έργο τους επηρέασε βαθύτατα τους ομότεχνούς τους, άνοιξε, δηλαδή, νέες κατευθύνσεις στην τέχνη τους. Από αυτή τη σκοπιά εξίσου σημαντικές στάθηκαν και οι δυο πλευρές της δημιουργίας του, το θέατρο και το διήγημα.
Στην Ελλάδα είναι πασίγνωστος για τα θεατρικά του έργα που έχουν σταθερή παρουσία στη σκηνή. Ως πεζογράφος είναι λιγότερος γνωστός, αλλά η παρουσία του μπορεί να μετρηθεί και μέσα από την επίδρασή του σε συγγραφείς, όπως η Βιρτζίνια Γουλφ, η Καθλήν Μάνσφηλντ, ο Έρνεστ Χέμινγουέι, ο Τζέιμς Τζόυς , κ.α.
Ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος έχει και αυτός ένα άλλο προνόμιο. Είναι, ίσως, ο πολυγραφότερος πεζογράφος μας, με έργο που εκτείνεται στο μυθιστόρημα, στο διήγημα, στη βιογραφική μυθιστορία, στο δοκίμιο, στη μελέτη, στην ταξιδιωτική λογοτεχνία, στην κριτική και στην ιστορία της λογοτεχνίας και στη μετάφραση. Μια άλλη σημαντική διάσταση της πνευματικής και καλλιτεχνικής του συγκρότησης φαίνεται να υποβοηθά τη " συνάντηση " του με το μεγάλο ρώσο ομότεχνό του. Εννοώ ότι με τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, βρέθηκε στις ανατολικές χώρες, αρχικά στη Σοβιετική Ένωση ( 1949 - 1953, Τασκένδη) , ύστερα στη Ρουμανία ( 1954 - 1956, Βουκουρέστι, Ντεζ), και πάλι στη Σοβιετική Ένωση, στη Μόσχα, όπου από το 1956 ως το 1961 παρακολούθησε μαθήματα στο Λογοτεχνικό Ινστιτούτο. Εκεί γνώρισε τον τεράστιο πλούτο της ρωσικής λογοτεχνίας και της λαϊκής παράδοσης, που κατόρθωσε να γνωρίσει περισσότερο ίσως από κάθε έλληνα λόγιο σε βάθος και πλάτος. Η ρωσική λογοτεχνία, άλλωστε, του έδωσε τα μεγάλα συγγραφικά πρότυπα και τα θέματα για μεγάλο μέρος της αφηγηματικής πεζογραφίας του, ενώ ένα μέρος του έργου του, όπως το μυθιστόρημα Σκηνές από το βίο του Μάξιμου του Γραικού, εκδόθηκε στη Σοβιετική Ένωση και αγαπήθηκε από το ρωσικό αναγνωστικό κοινό. Μάλιστα, ο Αλεξανδρόπουλος όχι μόνο μελέτησε το ρωσικό πολιτισμό αλλά έγραψε και μία μεγάλη σειρά βιβλίων για ρώσους συγγραφείς και μετέφρασε μερικά από τα σημαντικότερα έργα του τόπου. Επιπλέον, ενδιαφέρθηκε να αποτυπώσει και να εξηγήσει στα κείμενά του την πολιτικοκοινωνική κατάσταση στη Σοβιετική Ένωση, την πορεία και την κατάρρευση του σοσιαλισμού από την πλευρά, όχι βέβαια ,του πολιτικού αναλυτή, αλλά του αυτόπτη μάρτυρα και του διορατικού λογοτέχνη.
Πότε συναντήθηκε ο Αλεξανδρόπουλος ως αναγνώστης με τον Τσέχωφ δεν μας είναι γνωστό. Πιθανότατα αρκετά νωρίς, αφού οι γλυκόπικρες ιστορίες του κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα.
Για τις συγγραφικές συναντήσεις, όμως, του Έλληνα με το ρώσο δημιουργό έχουμε όλα τα στοιχεία μπροστά μας. Στο βιβλίο του Η ρωσική λογοτεχνία. Ιστορία σε τρεις τόμους. Από τον 11ον αιώνα μέχρι την επανάσταση του 1917 ( 1978 - 1979), ο Αλεξανδρόπουλος αφιερώνει ονομαστικά στον Τσέχωφ ένα μέρος του πέμπτου κεφαλαίου του: " Η δεκαετία του 1880 ( Τέλος της κλασικής λογοτεχνίας)". Μέσα σε δέκα σελίδες κατορθώνει να δώσει όλα τα κύρια χαρακτηριστικά της τσεχωφικής δημιουργίας: ελλειπτικότητα, απέχθεια στον ηρωισμό και στη μεγαλοπρέπεια, ανθρώπινες διαστάσεις, πίκρα και χαμόγελο, απελπισία και ειρωνεία, έλλειψη επικοινωνίας ανάμεσα στους ήρωές του, χαρακτήρες με υπόστρωμα, πλοκεί που ατονεί. Αυτά τα χαρακτηριστικά με τα οποία, όπως γράφει ο Αλεξανδρόπουλος, " ο Τσέχωφ[...] έφερε ως τα τελευταία όρια τις παλιές μορφές κι έβαλε έτσι τη λογοτεχνία στη Ρωσία μπροστά σε νέους δρόμους".
Το 1977, παράλληλα με την Ιστορία του και με τη σύνθεση της ογκώδους βιογραφίας του Γκόρκι, ο Αλεξανδρόπουλος αναπτύσσει τις σκέψεις του για τον Τσέχωφ σε μία " βιογραφική μυθιστορία" με τίτλο Περισσότερη ελευθερία. Ο Τσέχωφ ( εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 1981). Αντίστοιχα βιογραφικά στην αφετηρία τους, αν και πολύ διαφορετικά στη σύνθεσή τους είναι και τα βιβλία που έγραψε για τον Ντοστογιέφσκι, τον Αλέξανδρο Γκέρτσεν, τον Μαγιακόφσκι, τον Τολστόι και τον Όσιπ Μαντελστάμ.
Βιογραφώντας τον Τσέχωφ, περιγράφει αναλυτικά τα πρώτα χρόνια της ζωής του, τις σπουδές και την οικογένειά του, για να δείξει τη συμβολή τους στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του. Παρακολουθεί την αναγνώριση και τη δόξα του, την πάλη με τις οικονομικές δυσκολίες και την αρρώστια του ως τον πρόωρο θάνατό του. Κυρίως, όμως, ενδιαφέρεται να δώσει μία ερμηνεία της δημιουργικότητάς του , αναλύοντας την εξέλιξή του από τη μικρή, κυρίως αστεία, ιστορία(διήγημα, παρωδία, ανέκδοτο, σκέτς, χρονογράφημα) σε εφήμερα σατιρικά περιοδικά, στην ολοκληρωμένη σύνθεση, το αλυσιδωτό πέρασμα από το θέατρο στην πεζογραφία και την απροθυμία του να γράψει μυθιστόρημα.
Σχολιάζοντας τα χαρακτηριστικά του τσεχωφικού διηγήματος, ο Αλεξανδρόπουλος αναφέρεται στην καλλιέργεια του ύφους, στην οικονομία της σύνθεσης και στη χρήση της " Μάσκας". Το τελευταίο αυτό στοιχείο σχετίζεται με τον αφηγηματικό του τρόπο, δηλαδή, την αντικειμενική αφήγηση ( = να περιορίζει στο έπακρο τα θετικά ή αρνητικά σχόλια για τα γεγονότα και για τους ήρωές του, ώστε να φαίνεται αντικειμενικά ουδέτερος απέναντί τους), και με τον "κλειστό" χαρακτήρα πολλών ηρώων του. Επισημαίνει, ακόμη, ότι στην πινακοθήκη των προσώπων του παρατηρείται κλιμακωτή ανάπτυξη των ίδιων ουσιατικά τύπων, που αντιμετωπίζουν με πολλές παραλλαγές τα προβλήματα της έλλειψης ελευθερίας και της παραίτησης από τη διεκδίκηση της ευτυχίας. Το πρόβλημα, ακριβώς , της ελευθερίας, όπως το αντιμετώπισε ο ρώσος συγγραφέας τόσο στην προσωπική του ζωή όσο και στο έργο του, γίνεται το κορυφαίο θέμα της μελέτης του. Παρουσιάζει , λοιπόν, το βιβλίο του " σαν ένα, κατά το δυνατόν εμπεριστατωμένο, σχόλιο" της ακόλουθης φράσης του ρώσου συγγραφέα: " Θα προσπαθήσω λοιπόν ν' ακολουθήσω τη γραμμή που υπαγορεύει η καρδιά [...] Η γραμμή είναι απόλυτη ελευθερία του ανθρώπου, ελευθερία από τον καταναγκασμό, από τις προλήψεις, από τη βαρβαρότητα, από το διάβολο, ελευθερία από τα πάθη κ.λ.π ".
Αργότερα σε συνέντευξή του ο Αλεξανδρόπουλος σχολίασε τον τρόπο που επέλεξε για το βιβλίο του: "δεν θα μπορούσα να γράψω για τον Τσέχωφ παρά ένα βιβλίο όπου ο λόγος για το έργο και τον άνθρωπο θα πήγαιναν καθ' όλη τη διαδρομή παράλληλα. Αυτό που ήθελα ήταν ν' αφηγηθώ τα του Τσέχωφ, παρά μια μελέτη για το έργο του. Νομίζω ότι και ο αναγνώστης αισθάνεται την ανάγκη να γνωρίζει τον άνθρωπο, γιατί ο Τσέχωφ με την υποδειγματική του διακριτικότητα, με το συγγραφικό και το ανθρώπινο τακτ και μ' εκείνη την κρυμμένη βαθιά αγάπη, με την οποία ζωγραφίζει τα πρόσωπά του, βάζει σε πειρασμό τον καθένα να ζητάει να μάθει, κάθε φορά που διαβάζει ή βλέπει κάτι δικό του, τι άνθρωπος ήταν ο Αντόν Τσέχωφ κι ακριβώς γι' αυτό το λόγο, ενώ η ζωή του δεν περιέχει καθόλου συναρπαστικά στοιχεία, ωστόσο ένα αφήγημα γι' αυτόν είναι εξαιρετικά ελκυστικό, η παραμικρή λεπτομέρεια από τη ζωή του Τσέχωφ αξίζει καθαρό χρυσάφι".
Ύστερα από την τόσο συστηματική μελέτη του τσεχωφικού έργου, η μετάφρασή του ήταν ένα σχεδόν αναμενόμενο βήμα. Προηγήθηκαν οι μεταφράσεις των διηγημάτων Εχθροί ( 1994) και Ανιαρή ιστορία( 2005) και ακολούθησαν τα διηγήματα που συγκεντρώθηκαν στο βιβλίο Πόσο αργεί να ξημερώσει...
Την πιστότητα της μετάφρασης , αν και δεν μπορώ να τη μετρήσω, την εγγυάται η ρωσική εμπειρία του Αλεξανδρόπουλου και η αγάπη του για τον Τσέχωφ. Την καλλιτεχνική της αξία τη στηρίζουν οι συγγραφικές του ικανότητες και η πολύχρονη ασχολία του με τη μετάφραση. Οι αναγνώστες του Τσέχωφ θα απολαύσουν το βιβλίο. Εγώ θα σταθώ, όμως, στα όσα γράφει ο μεταφραστής στην " Εισαγωγή" του για την προσπάθεια του να επιλέξει και να παρουσιάσει στο ελληνικό κοινό όχι τα καλύτερα διηγήματα του Τσέχωφ, αλλά μερικά άγνωστα, αντιπροσωπευτικά " για το πώς κυματίζει το ύφος στο έργο του". Στις σύντομες παρατηρήσεις του κατορθώνει να σχολιάσει τα θέματα και τον τρόπο γραφής, τις ιδέες και την απόδοσή τους, τους ήρωες της λογοτεχνίας και τα πρόσωπα της πραγματικής ζωής, τα μικρά δράματα μέσα στην αχανή ιστορία.
Ίσαμε εδώ τα φανερά σημάδια αυτής της συνάντησης του Αλεξανδρόπουλου με το έργο του Τσέχωφ δείχνουν μια πορεία ομαλή, εξελικτική, ολοένα πιο ουσιαστική. Πρώτα η τοποθέτηση του συγγραφέα μέσα στην εποχή του παράλληλα με τους άλλους ρώσους δημιουργούς που απασχόλησαν τον Αλεξανδρόπουλο στην Ιστορία της ρωσικής λογοτεχνίας. Έπειτα η βιογραφική μυθιστορία, ευκαιρία για να αναπτύξει τις γνώσεις και τις κρίσεις του, να προβάλει όλο το υλικό που με τόση προσοχή και αφοσίωση είχε συγκεντρώσει, να δώσει την προσωπική του γνώμη με αγάπη και γνώση για το θεατρικό συγγραφέα και τον πεζογράφο Τσέχωφ. Τέλος, η μετάφραση των τσεχωφικών διηγημάτων, η αληθινά θερμή συνάντηση των δύο γραφών, των δύο φωνών, του Ρώσου και του Έλληνα σε ένα κείμενο , η ύπαρξη του οποίου πραγματοποιήθηκε χάρη ακριβώς σ' αυτό το σμίξιμο των δύο πνευμάτων, των δύο ψυχών, του συγγραφέα και του μεταφραστή του. Υπάρχει, ωστόσο, μια άλλη ακόμη πιο βαθιά φλέβα που ενώνει τους δύο συγγραφείς. Εννοώ ότι στην πρωτότυπη αφηγηματική δημιουργία του Αλεξανδρόπουλου υπάρχει μία τσεχωφική διάσταση. Τα χαρακτηριστικά που εντόπισε στο έργο του Ρώσου μπορούμε να τα διακρίνουμε και εμείς, σε ένα μέρος τουλάχιστον του έργου του Αλεξανδρόπουλου. Πρώτα απ' όλα μία λεπτή ειρωνεία, η αίσθηση ότι η διαφορά ανάμεσα στο γελοίο και στο τραγικό είναι μερικές φορές αδιόρατη , φανερώνονται ήδη στα πρώτα πρώτα διηγήματα που συγκεντρώθηκαν αργότερα στη συλλογή Επιστροφές ( 1999) ή στη νουβέλα Τα θαύματα έρχονται στην ώρα τους (1976). Ακόμη η " Μάσκα ", η αντικειμενική, δηλαδή αφήγηση, όπως στο μυθιστόρημα Στο όριο (2003), ή οι παραιτημένοι ήρωες που βλέπουν τη ζωή τους να κυλά και αυτοί πασχίζουν απλώς να διατηρήσουν λίγη αξιοπρέπεια. Τέλος, το χάσμα ανάμεσα στην ακύμαντη επιφάνεια της ζωής και στο τρικυμισμένο βάθος, τα μικρά και μεγάλα δράματα στις ψυχές των αδύναμων ανθρώπων.
Πρόσωπα μπολιασμένα με τη τσεχωφική μελαγχολική αδυναμία, εικόνες ζωής κάτω από το φακό ενός ουδέτερου παρατηρητή, σύντομα επεισόδια και περιστικά συναντάμε στις σελίδες του Αλεξανδρόπουλου, χωρίς να παραβλέπουμε το επικό στοιχείο άλλων αφηγήσεών του, τους γενναίους του ήρωες, τους μεγάλους αγώνες τους μέσα σε μία ταραγμένη ιστορική εποχή.
Η " Εισαγωγή" της συλλογής Πόσο αργεί να ξημερώσει...κλείνει με μία φράση του Τσέχωφ: " Δεν είναι ζαχαροπλάστης ο λογοτέχνης , δεν είναι για τον καλλωπισμό και τη διασκέδαση του κοινού, έχει τις δικές του υποχρεώσεις που απορρέουν από το συμβόλαιο με το χρέος του και τη συνείδησή του..." Ποιος αναγνώστης του Αλεξανδρόπουλου δεν αναγνωρίζει ότι την ίδια φράση θα μπορούσε να προσυπογράψει κι ο ίδιος;
" Ο Τσέχωφ ήταν χρόνιος πειρασμός, αλλά πάντα ως κάτι το απλησίαστο, ώσπου ήρθε το πλήρωμα του χρόνου. " Μήτσος Αλεξανδρόπουλος
Ο Αντόν Τσέχωφ( 1860 - 1904) ανήκει στους συγγραφείς εκείνους που ξεπέρασαν με το ταλέντο τους τα σύνορα της πατρίδας τους και κέρδισαν παγκόσμια φήμη. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, ανήκει στους λιγοστούς εκείνους που το έργο τους επηρέασε βαθύτατα τους ομότεχνούς τους, άνοιξε, δηλαδή, νέες κατευθύνσεις στην τέχνη τους. Από αυτή τη σκοπιά εξίσου σημαντικές στάθηκαν και οι δυο πλευρές της δημιουργίας του, το θέατρο και το διήγημα.
Στην Ελλάδα είναι πασίγνωστος για τα θεατρικά του έργα που έχουν σταθερή παρουσία στη σκηνή. Ως πεζογράφος είναι λιγότερος γνωστός, αλλά η παρουσία του μπορεί να μετρηθεί και μέσα από την επίδρασή του σε συγγραφείς, όπως η Βιρτζίνια Γουλφ, η Καθλήν Μάνσφηλντ, ο Έρνεστ Χέμινγουέι, ο Τζέιμς Τζόυς , κ.α.
Ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος έχει και αυτός ένα άλλο προνόμιο. Είναι, ίσως, ο πολυγραφότερος πεζογράφος μας, με έργο που εκτείνεται στο μυθιστόρημα, στο διήγημα, στη βιογραφική μυθιστορία, στο δοκίμιο, στη μελέτη, στην ταξιδιωτική λογοτεχνία, στην κριτική και στην ιστορία της λογοτεχνίας και στη μετάφραση. Μια άλλη σημαντική διάσταση της πνευματικής και καλλιτεχνικής του συγκρότησης φαίνεται να υποβοηθά τη " συνάντηση " του με το μεγάλο ρώσο ομότεχνό του. Εννοώ ότι με τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, βρέθηκε στις ανατολικές χώρες, αρχικά στη Σοβιετική Ένωση ( 1949 - 1953, Τασκένδη) , ύστερα στη Ρουμανία ( 1954 - 1956, Βουκουρέστι, Ντεζ), και πάλι στη Σοβιετική Ένωση, στη Μόσχα, όπου από το 1956 ως το 1961 παρακολούθησε μαθήματα στο Λογοτεχνικό Ινστιτούτο. Εκεί γνώρισε τον τεράστιο πλούτο της ρωσικής λογοτεχνίας και της λαϊκής παράδοσης, που κατόρθωσε να γνωρίσει περισσότερο ίσως από κάθε έλληνα λόγιο σε βάθος και πλάτος. Η ρωσική λογοτεχνία, άλλωστε, του έδωσε τα μεγάλα συγγραφικά πρότυπα και τα θέματα για μεγάλο μέρος της αφηγηματικής πεζογραφίας του, ενώ ένα μέρος του έργου του, όπως το μυθιστόρημα Σκηνές από το βίο του Μάξιμου του Γραικού, εκδόθηκε στη Σοβιετική Ένωση και αγαπήθηκε από το ρωσικό αναγνωστικό κοινό. Μάλιστα, ο Αλεξανδρόπουλος όχι μόνο μελέτησε το ρωσικό πολιτισμό αλλά έγραψε και μία μεγάλη σειρά βιβλίων για ρώσους συγγραφείς και μετέφρασε μερικά από τα σημαντικότερα έργα του τόπου. Επιπλέον, ενδιαφέρθηκε να αποτυπώσει και να εξηγήσει στα κείμενά του την πολιτικοκοινωνική κατάσταση στη Σοβιετική Ένωση, την πορεία και την κατάρρευση του σοσιαλισμού από την πλευρά, όχι βέβαια ,του πολιτικού αναλυτή, αλλά του αυτόπτη μάρτυρα και του διορατικού λογοτέχνη.
Πότε συναντήθηκε ο Αλεξανδρόπουλος ως αναγνώστης με τον Τσέχωφ δεν μας είναι γνωστό. Πιθανότατα αρκετά νωρίς, αφού οι γλυκόπικρες ιστορίες του κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα.
Για τις συγγραφικές συναντήσεις, όμως, του Έλληνα με το ρώσο δημιουργό έχουμε όλα τα στοιχεία μπροστά μας. Στο βιβλίο του Η ρωσική λογοτεχνία. Ιστορία σε τρεις τόμους. Από τον 11ον αιώνα μέχρι την επανάσταση του 1917 ( 1978 - 1979), ο Αλεξανδρόπουλος αφιερώνει ονομαστικά στον Τσέχωφ ένα μέρος του πέμπτου κεφαλαίου του: " Η δεκαετία του 1880 ( Τέλος της κλασικής λογοτεχνίας)". Μέσα σε δέκα σελίδες κατορθώνει να δώσει όλα τα κύρια χαρακτηριστικά της τσεχωφικής δημιουργίας: ελλειπτικότητα, απέχθεια στον ηρωισμό και στη μεγαλοπρέπεια, ανθρώπινες διαστάσεις, πίκρα και χαμόγελο, απελπισία και ειρωνεία, έλλειψη επικοινωνίας ανάμεσα στους ήρωές του, χαρακτήρες με υπόστρωμα, πλοκεί που ατονεί. Αυτά τα χαρακτηριστικά με τα οποία, όπως γράφει ο Αλεξανδρόπουλος, " ο Τσέχωφ[...] έφερε ως τα τελευταία όρια τις παλιές μορφές κι έβαλε έτσι τη λογοτεχνία στη Ρωσία μπροστά σε νέους δρόμους".
Το 1977, παράλληλα με την Ιστορία του και με τη σύνθεση της ογκώδους βιογραφίας του Γκόρκι, ο Αλεξανδρόπουλος αναπτύσσει τις σκέψεις του για τον Τσέχωφ σε μία " βιογραφική μυθιστορία" με τίτλο Περισσότερη ελευθερία. Ο Τσέχωφ ( εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 1981). Αντίστοιχα βιογραφικά στην αφετηρία τους, αν και πολύ διαφορετικά στη σύνθεσή τους είναι και τα βιβλία που έγραψε για τον Ντοστογιέφσκι, τον Αλέξανδρο Γκέρτσεν, τον Μαγιακόφσκι, τον Τολστόι και τον Όσιπ Μαντελστάμ.
Βιογραφώντας τον Τσέχωφ, περιγράφει αναλυτικά τα πρώτα χρόνια της ζωής του, τις σπουδές και την οικογένειά του, για να δείξει τη συμβολή τους στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του. Παρακολουθεί την αναγνώριση και τη δόξα του, την πάλη με τις οικονομικές δυσκολίες και την αρρώστια του ως τον πρόωρο θάνατό του. Κυρίως, όμως, ενδιαφέρεται να δώσει μία ερμηνεία της δημιουργικότητάς του , αναλύοντας την εξέλιξή του από τη μικρή, κυρίως αστεία, ιστορία(διήγημα, παρωδία, ανέκδοτο, σκέτς, χρονογράφημα) σε εφήμερα σατιρικά περιοδικά, στην ολοκληρωμένη σύνθεση, το αλυσιδωτό πέρασμα από το θέατρο στην πεζογραφία και την απροθυμία του να γράψει μυθιστόρημα.
Σχολιάζοντας τα χαρακτηριστικά του τσεχωφικού διηγήματος, ο Αλεξανδρόπουλος αναφέρεται στην καλλιέργεια του ύφους, στην οικονομία της σύνθεσης και στη χρήση της " Μάσκας". Το τελευταίο αυτό στοιχείο σχετίζεται με τον αφηγηματικό του τρόπο, δηλαδή, την αντικειμενική αφήγηση ( = να περιορίζει στο έπακρο τα θετικά ή αρνητικά σχόλια για τα γεγονότα και για τους ήρωές του, ώστε να φαίνεται αντικειμενικά ουδέτερος απέναντί τους), και με τον "κλειστό" χαρακτήρα πολλών ηρώων του. Επισημαίνει, ακόμη, ότι στην πινακοθήκη των προσώπων του παρατηρείται κλιμακωτή ανάπτυξη των ίδιων ουσιατικά τύπων, που αντιμετωπίζουν με πολλές παραλλαγές τα προβλήματα της έλλειψης ελευθερίας και της παραίτησης από τη διεκδίκηση της ευτυχίας. Το πρόβλημα, ακριβώς , της ελευθερίας, όπως το αντιμετώπισε ο ρώσος συγγραφέας τόσο στην προσωπική του ζωή όσο και στο έργο του, γίνεται το κορυφαίο θέμα της μελέτης του. Παρουσιάζει , λοιπόν, το βιβλίο του " σαν ένα, κατά το δυνατόν εμπεριστατωμένο, σχόλιο" της ακόλουθης φράσης του ρώσου συγγραφέα: " Θα προσπαθήσω λοιπόν ν' ακολουθήσω τη γραμμή που υπαγορεύει η καρδιά [...] Η γραμμή είναι απόλυτη ελευθερία του ανθρώπου, ελευθερία από τον καταναγκασμό, από τις προλήψεις, από τη βαρβαρότητα, από το διάβολο, ελευθερία από τα πάθη κ.λ.π ".
Αργότερα σε συνέντευξή του ο Αλεξανδρόπουλος σχολίασε τον τρόπο που επέλεξε για το βιβλίο του: "δεν θα μπορούσα να γράψω για τον Τσέχωφ παρά ένα βιβλίο όπου ο λόγος για το έργο και τον άνθρωπο θα πήγαιναν καθ' όλη τη διαδρομή παράλληλα. Αυτό που ήθελα ήταν ν' αφηγηθώ τα του Τσέχωφ, παρά μια μελέτη για το έργο του. Νομίζω ότι και ο αναγνώστης αισθάνεται την ανάγκη να γνωρίζει τον άνθρωπο, γιατί ο Τσέχωφ με την υποδειγματική του διακριτικότητα, με το συγγραφικό και το ανθρώπινο τακτ και μ' εκείνη την κρυμμένη βαθιά αγάπη, με την οποία ζωγραφίζει τα πρόσωπά του, βάζει σε πειρασμό τον καθένα να ζητάει να μάθει, κάθε φορά που διαβάζει ή βλέπει κάτι δικό του, τι άνθρωπος ήταν ο Αντόν Τσέχωφ κι ακριβώς γι' αυτό το λόγο, ενώ η ζωή του δεν περιέχει καθόλου συναρπαστικά στοιχεία, ωστόσο ένα αφήγημα γι' αυτόν είναι εξαιρετικά ελκυστικό, η παραμικρή λεπτομέρεια από τη ζωή του Τσέχωφ αξίζει καθαρό χρυσάφι".
Ύστερα από την τόσο συστηματική μελέτη του τσεχωφικού έργου, η μετάφρασή του ήταν ένα σχεδόν αναμενόμενο βήμα. Προηγήθηκαν οι μεταφράσεις των διηγημάτων Εχθροί ( 1994) και Ανιαρή ιστορία( 2005) και ακολούθησαν τα διηγήματα που συγκεντρώθηκαν στο βιβλίο Πόσο αργεί να ξημερώσει...
Την πιστότητα της μετάφρασης , αν και δεν μπορώ να τη μετρήσω, την εγγυάται η ρωσική εμπειρία του Αλεξανδρόπουλου και η αγάπη του για τον Τσέχωφ. Την καλλιτεχνική της αξία τη στηρίζουν οι συγγραφικές του ικανότητες και η πολύχρονη ασχολία του με τη μετάφραση. Οι αναγνώστες του Τσέχωφ θα απολαύσουν το βιβλίο. Εγώ θα σταθώ, όμως, στα όσα γράφει ο μεταφραστής στην " Εισαγωγή" του για την προσπάθεια του να επιλέξει και να παρουσιάσει στο ελληνικό κοινό όχι τα καλύτερα διηγήματα του Τσέχωφ, αλλά μερικά άγνωστα, αντιπροσωπευτικά " για το πώς κυματίζει το ύφος στο έργο του". Στις σύντομες παρατηρήσεις του κατορθώνει να σχολιάσει τα θέματα και τον τρόπο γραφής, τις ιδέες και την απόδοσή τους, τους ήρωες της λογοτεχνίας και τα πρόσωπα της πραγματικής ζωής, τα μικρά δράματα μέσα στην αχανή ιστορία.
Ίσαμε εδώ τα φανερά σημάδια αυτής της συνάντησης του Αλεξανδρόπουλου με το έργο του Τσέχωφ δείχνουν μια πορεία ομαλή, εξελικτική, ολοένα πιο ουσιαστική. Πρώτα η τοποθέτηση του συγγραφέα μέσα στην εποχή του παράλληλα με τους άλλους ρώσους δημιουργούς που απασχόλησαν τον Αλεξανδρόπουλο στην Ιστορία της ρωσικής λογοτεχνίας. Έπειτα η βιογραφική μυθιστορία, ευκαιρία για να αναπτύξει τις γνώσεις και τις κρίσεις του, να προβάλει όλο το υλικό που με τόση προσοχή και αφοσίωση είχε συγκεντρώσει, να δώσει την προσωπική του γνώμη με αγάπη και γνώση για το θεατρικό συγγραφέα και τον πεζογράφο Τσέχωφ. Τέλος, η μετάφραση των τσεχωφικών διηγημάτων, η αληθινά θερμή συνάντηση των δύο γραφών, των δύο φωνών, του Ρώσου και του Έλληνα σε ένα κείμενο , η ύπαρξη του οποίου πραγματοποιήθηκε χάρη ακριβώς σ' αυτό το σμίξιμο των δύο πνευμάτων, των δύο ψυχών, του συγγραφέα και του μεταφραστή του. Υπάρχει, ωστόσο, μια άλλη ακόμη πιο βαθιά φλέβα που ενώνει τους δύο συγγραφείς. Εννοώ ότι στην πρωτότυπη αφηγηματική δημιουργία του Αλεξανδρόπουλου υπάρχει μία τσεχωφική διάσταση. Τα χαρακτηριστικά που εντόπισε στο έργο του Ρώσου μπορούμε να τα διακρίνουμε και εμείς, σε ένα μέρος τουλάχιστον του έργου του Αλεξανδρόπουλου. Πρώτα απ' όλα μία λεπτή ειρωνεία, η αίσθηση ότι η διαφορά ανάμεσα στο γελοίο και στο τραγικό είναι μερικές φορές αδιόρατη , φανερώνονται ήδη στα πρώτα πρώτα διηγήματα που συγκεντρώθηκαν αργότερα στη συλλογή Επιστροφές ( 1999) ή στη νουβέλα Τα θαύματα έρχονται στην ώρα τους (1976). Ακόμη η " Μάσκα ", η αντικειμενική, δηλαδή αφήγηση, όπως στο μυθιστόρημα Στο όριο (2003), ή οι παραιτημένοι ήρωες που βλέπουν τη ζωή τους να κυλά και αυτοί πασχίζουν απλώς να διατηρήσουν λίγη αξιοπρέπεια. Τέλος, το χάσμα ανάμεσα στην ακύμαντη επιφάνεια της ζωής και στο τρικυμισμένο βάθος, τα μικρά και μεγάλα δράματα στις ψυχές των αδύναμων ανθρώπων.
Πρόσωπα μπολιασμένα με τη τσεχωφική μελαγχολική αδυναμία, εικόνες ζωής κάτω από το φακό ενός ουδέτερου παρατηρητή, σύντομα επεισόδια και περιστικά συναντάμε στις σελίδες του Αλεξανδρόπουλου, χωρίς να παραβλέπουμε το επικό στοιχείο άλλων αφηγήσεών του, τους γενναίους του ήρωες, τους μεγάλους αγώνες τους μέσα σε μία ταραγμένη ιστορική εποχή.
Η " Εισαγωγή" της συλλογής Πόσο αργεί να ξημερώσει...κλείνει με μία φράση του Τσέχωφ: " Δεν είναι ζαχαροπλάστης ο λογοτέχνης , δεν είναι για τον καλλωπισμό και τη διασκέδαση του κοινού, έχει τις δικές του υποχρεώσεις που απορρέουν από το συμβόλαιο με το χρέος του και τη συνείδησή του..." Ποιος αναγνώστης του Αλεξανδρόπουλου δεν αναγνωρίζει ότι την ίδια φράση θα μπορούσε να προσυπογράψει κι ο ίδιος;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου