Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου 2015

Το Άσμα Ασμάτων και ο Γιοσέφ Ελιγιά

 Τάσος , Άσμα Ασμάτων ( χαρακτικό)
Ένα βραδάκι, απάνω στο κλινάρι μου
Ζητούσα αυτόν που αγάπησε η ψυχή μου
Ζητούσα όλο ζητούσα
Και δεν τον εύρησκα.

Θα πεταχθώ, θα σηκωθώ
Στην πόλι θα γυρίσω.
Θα πάρω τα σοκκάκια και τις ρούγες
Θ' αναζητήσω αυτόν που αγάπησε η ψυχή μου
...Παντούθε τον εγύρεψα
Και δεν τον εύρησκα

Με συναπάντησαν οι βαρδιατόροι
Πού τριγυρίζαν μεσ' την πολιτεία
Μην είδατε, τους λέγω, πουθενά σας
Εκείνον που η ψυχή μου έχει αγαπήσει;

Λίγο τους είχα προσπεράσει εγώ, και νάτος,
Νάτος αυτός που αγάπησε η ψυχή μου.
Αδράζω τον γερά,
Δε μου ξεφεύγει
Ώσπου τον σύρω, ώσπου τον μπάσω
Στης μάννας μου το σπιτικό
Στην κάμαρα εκεινής
Που μ' έχει γεννημένη .

Σ' όρκο σας βάζω εσάς κοπέλλες της Γερουσαλήμ
Στα ζαρκάδια και στα ελάφια των αγρών
Να μην αγγίξετε, να μην ξυπνήστε
Την Αγάπη - ώσπου μονάχη το θελήσει!
                                                Άσμα Ασμάτων, Άσμα Δ΄Κεφ. Γ΄1-5



 Άσμα Ασμάτων , Μετάφραση Γιωζέφ Ελιγιά, Εισαγωγή - Βιογραφικό σημείωμα - Σχόλια - Επιμέλεια Γεωργίου Κ. Ζωγραφάκη , Εκδόσεις Μπαρμπουνάκης , Θεσσαλονίκη 1965.











Γράφει ο Γεώργιος Κ. Ζωγραφάκης:
Ο Ελιγιά γεννήθηκε το 1901 στα Γιάννενα  από γονείς μικροαστούς . Ηταν μοναχογυιός και, μικρός, ορφάνεψε από πατέρα. Μεγάλωσε με τη φροντίδα της μητέρας του και, γι' αυτό, της δείχνει στα έργα του μιαν εξαιρετική λατρεία.
Παρακολούθησε τα εγκύκλια μαθήματα στην Alliance Israelite της πατρίδας του. Ήταν πολύ φτωχός μα μελετηρός. Αγαπούσε να μαθαίνη το κάθε τι με μια νοσηρή περιέργεια. Ο ίδιος αναφέρει, σαν σπουδαίο, το γεγονός ότι κατόρθωσε , με αφάνταστες οικονομίες ν' αποχτήση, στην προτελευταία τάξη, το γαλλικό λεξικό Petit Larousse.  Αποφοίτησε το 1918. Εκείνο τον καιρό, στα Γιάννενα υπήρχε μια ισχυρή Σιωνιστική κίνηση, κι' ο Ελιγιά βρισκόταν στην πρώτη γραμμή. Μιλούσε, ενεθάρρυνε, και τα λόγια του ζέσταινε ένας παράξενος παλμός.                                                                             
Τότε πρωτοφανερώθηκε σαν ποιητής αλλά σαν ποιητής της Σιωνιστικής ιδεολογίας.
Στο 1919 διορίστηκε δάσκαλος στην Alliance. Τότε παρατηρείται μια απότομη στροφή στις ιδέες του. Ασπάζεται την προσπάθεια της αφομοιώσεως των Εβραίων με τους Έλληνας. Μελετά τα Νεοελληνικά γράμματα και τελειοποιείται στην ελληνική γλώσσα που ήταν άλλωστε και μητρική του.
Στο 1920 επιστρατεύεται. Ως την εποχή αυτή τα ποιήματά του είναι ελάχιστα. Το στρατιωτικό τον κούρασε ψυχικά, αλλά κατόρθωσε να τοποθετηθή στο γραφείο της Μεραρχίας και κει, είχε όλον τον καιρό να μελετά και να γράφη.
Στα 1921 απολύθηκε και ξαναπήγε πάλι δάσκαλος στο σχολείο της Εβραϊκής Κοινότητος. Παραδίδει χωριστά και μαθήματα γαλλικής. Μελετά ταυτόχρονα τη γαλλική φιλολογία, την ελληνική και της εβραιολογία. Στα 1924 μας παρουσιάζεται, γνώστης βαθύς της Ταλμουδικής και Μεταταλμουδικής φιλοσοφίας και ποιήσεως και δεινός εβραϊστής. Εκείνη την εποχή, μια διάλεξή του στη Ζωσιμαία Σχολή, τον απεκάλυψε στον διανοούμενο κόσμο.
Στη διάλεξή του εκείνη που είχε σαν θέμα : " Η μεταβιβλική εβραϊκή ποίηση " απήγγειλε τις πρώτες του μεταφράσεις εβραϊκών κειμένων. Από τότε επίσης, αρχίζει να δημοσιεύη ποιήματά του στον " Ηπειρωτικόν Αγώνα", στον " Κήρυκα", στην " Ήπειρο " με το ψευδώνυμο Ιούλιος Συγκουλιέρος. Αλλά το περιβάλλον των Ιωαννίνων τον στενοχωρεί. Οι αρχηγοί της Εβραϊκής Κοινότητος δεν αναγνωρίζουν τα προσόντά του. Οι φίλοι του είναι επιστήμονες, λογοτέχναι, αξιωματικοί.
Η διάστασή του ανάμεσα σ' αυτόν και το περιβάλλον του όλο και μεγαλώνει. Στο τέλος του 1922 αποφασίζει να εγκατασταθή οριστικά στην Αθήνα μαζύ με την μητέρα του. Πουλάει το πατρικό σπίτι και κόβει κάθε δεσμό με τη γενέτειρά του.
Από το 1925 αρχίζει για τον Ελιγιά, μια νέα ζωή. Γνωρίζεται με Αθηναίους λογοτέχνες , δημοσιεύει έργα του, πρωτότυπα και μεταφράσεις σε περιοδικά. Παραδίδει γαλλικά σε ιδιωτικά σχολεία. Όσος καιρός του μένει, τον περνά στην Εθνική Βιβλιοθήκη μελετώντας εκεί μέσα ώρες ολόκληρες.
Οι φίλοι του : ο Βάρναλης, ο Δάφνης, ο Μαλακάσης, τον αποκαλούν "ποιητή". Από το 1925 ως το 1927 τελειοποιείται αδιάκοπα. Το καλοκαίρι του 1927 πεθύμησε τα Γιάννενα και έκαμε ένα ταξείδι ως εκεί. Όλοι , τότε , αναγνώρισαν την αξία του και η υποδοχή που του κάνανε έσβυσε τις παλιές θλιβερές αναμνήσεις. Στο σύντομο διάστημα της παραμονής του εκεί, μελέτησε τα ήθη και τα έθιμα της πατρίδας του.
Στα 1928, στην Αθήνα, μας φανερώνεται πια τελειωμένος λογοτέχνης, ομόφωνα ανεγνωρισμένος. Συνεργάζεται στα καλύτερα ελληνικά λογοτεχνικά περιοδικά, στο Λεξικό του Πυρσού.
Εξακολουθεί να παραδίδη μαθήματα γαλλικής.
Τότε σκέφθηκε να πάρη δίπλωμα από το Γαλλικό Ινστιτούτο των Αθηνών και να διορισθή κάπου. Στρώθηκε στη μελέτη και κατόρθωσε, το δεύτερο κιόλας χρόνο, να πάρη το δίπλωμά του.
Με το δίπλωμα στο χέρι, ένα ολόκληρο χρόνο, ζητεί να διορισθή. Τέλος ,το 1930, τοποθετείται στο Κιλκίς, σαν καθηγητής της Γαλλικής. Δέχτηκε τη θέση με την ελπίδα πως γρήγορα θα κατόρθωνε να μετατεθή στη Θεσσαλονίκη.
Κατέβαινε συχνά και έβλεπε τους ομοφύλους του και τους παρακαλούσε να ενεργήσουν για τη μετάθεσή του.
Όλα όμως μάταια. Κι' ο καϋμός αυτός τον οδήγησε τελικά, στον τάφο.
Στις 15 Ιουλίου 1931 κατέβηκε άρρωστος στην Αθήνα. Πήγε στο σπίτι του με πυρετό. Είχε κοιλιακό τύφο. Όλοι οι Αθηναίοι λογοτέχνες ενδιαφέρθηκαν ζωηρά γι' αυτόν. Τον πήγαν στον Ευαγγελισμό. Όμως η κατάστασή του χειροτέρευε.
Ήταν γραφτό του να μη ζήση.
Το απόγευμα της 29ης Ιουλίου 1931, ημέρα Παρασκευή, πέθανε. Το Σάββατο, κατά τα εβραϊκά έθιμα, δεν μπορούσε να ταφή. Τον μετέφεραν στο κάτω διαμέρισμα του Ευαγγελισμού. Και τη νύχτα του Σαββάτου έγινε η κηδεία του απλή, αφανής, όπως στάθηκε και ολόκληρη η ζωή του. Μια ζωή γεμάτη στερήσεις, ένας σωστός Γολγοθάς. Όμως είχε τη δύναμη, να νικά με το μυαλό, την αντίσταση αυτής της ζωής και να φτάνη στο νόημα της τέχνης.
Έννοιωσε βαθειά τη λογοτεχνική αποστολή του και την εκφράζει σ' ένα επιγραμματικό τετράστιχο:
Κι' ήρθες ω Μούσα ξελογιάστρα, αθώα κι' αγνή
Στ' ωραίο μεθύσι του Καημού και της Ιδέας
Με της Ελλάδας τη μελίρρυτη φωνή
Και με τη φλογερή ψυχή της Ιουδαίας.

Το μεταφραστικό έργο του Ελιγιά είναι μοναδικό στο είδος του...Οι έμμετρες του  αποδόσεις στη γλώσσα μας, των βιβλικών αριστουργημάτων, αποτελούν σωστή αναδημιουργία, τόσο, που να μην ξέρη κανείς αν πρέπει να θαυμάσει τις ιδέες του πρωτοτύπου ή τη μετάφραση του Ελιγιά.
Τέτοια είναι και η νεοελληνική απόδοση του " Άσματος Ασμάτων" που για πρώτη και μοναδική φορά γίνεται απ' ευθείας από το αρχαίο εβραϊκό κείμενο. Η μετάφραση αυτή δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα τεύχη 99 της 9 Οκτωβρίου και 100 της 16 Οκτωβρίου του 1927 του Παραρτήματος της Εγκυκλοπαίδειας του Πυρσού.
Ο τίτλος του ποιήματος " Άσμα Ασμάτων" φανερώνει, από τον εαυτό του, και την αξία του. Είναι στ' αλήθεια ένα θαυμάσιο ερωτικό τραγούδι, από τα πιο διαλεχτά, πραγματικά "ωραιότατον" με την έννοια στον υπερθετικό βαθμό που έχει ο εβραϊκός χαρακτηρισμός, " Σιρ Χασσιρείμ"( οι Εβδομήκοντα μετέφρασαν σε Άσμα Ασμάτων ).
Βέβαια, η γλώσσα του και η μορφή του, η εσωτερική του διάρθρωση και κλιμάκωση των επεισοδίων και η έκφραση των ποικίλων αισθημάτων , θυμίζουν έντονα την ανατολίτκη ερωτική ποίηση και τα έθιμα του γάμου στην περιοχή εκείνη. Όμως δεν λείπουν διόλου και τα ξεχωριστά σημάδια της καθαυτό εβραϊκής ποιήσεως: ζωηρό και παλλόμενο αίσθημα και έκδηλη πλαστικότητα στην έκφραση. Πολλές τολμηρές αλλά και γεμάτες χάρη εικόνες και παρομοιώσεις, αγάπη ξέχειλη από γλυκειά τρυφερότητα, αλλά και δύναμη,
Στους Εβραίους, το  Άσμα Ασμάτων, το θεωρούν πως συμβολίζει την τρυφερή σχέση του Ιεχωβά με τον λαό του, τον Ισραήλ. Έτσι είχε καθιερωθή να διαβάζεται την ημέρα του Πάσχα. Όμως από τον Ωριγένη μαθαίνουμε, πως είχαν απαγορεύση το διάβασμα του, στους ανήλικους, για να μη γίνει παρερμηνεία του περιεχομένου του.
Στην ορθόδοξη χριστιανική όμως εκκλησία έχει απαγορευθή η χρήση του, ενώ στην καθολική , χρησιμοποιείται σε πολλές εορτές και μάλιστα στον εορτασμό της μνήμης αγίων γυναικών, με το διάβασμα περικοπών του.

* Διατηρήθηκε η ορθογραφία του Γεωργίου Κ. Ζωγραφάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου