Επιμέλεια: ofisofi //atexnos
Ο Νίκος Νικηφορίδης, στέλεχος της ΕΠΟΝ στην Κατοχή και μέλος της «Ενιαίας Δημοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας» αργότερα, κατηγορήθηκε ότι διέπραξε ένα έγκλημα «ιδιαζόντως ειδεχθές» και αφού δικάστηκε καταδικάστηκε σε θάνατο. Το «έγκλημά» του ήταν η συλλογή υπογραφών για την υποστήριξη της Έκκλησης της Στοκχόλμης – αποτέλεσμα της Διάσκεψης της Στοκχόλμης (15 Μαρτίου 1950) – που ζητούσε την πλήρη απαγόρευση των πυρηνικών όπλων και τον αφοπλισμό των ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, καλούσε δε τους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο να βάλουν την υπογραφή τους κάτω από το κείμενο της Έκκλησης, για να διατηρηθεί το αγαθό της ειρήνης. Τον εκτέλεσαν στις 5 Μαρτίου 1951 στον τόπο εκτελέσεων πίσω από το Γεντί – Κουλέ της Θεσσαλονίκης.
Ο Σπύρος Κουζινόπουλος συγκέντρωσε στοιχεία και αποκάλυψε συγκλονιστικές λεπτομέρειες στο βιβλίο του «Η εκτέλεση της Ειρήνης. Υπόθεση Νικηφορίδη». Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι από αυτό το βιβλίο.
Χαράματα της Δευτέρας 5 Μάρτη 1951. Σύμφωνα με το ημερολόγιο, ο ήλιος
ετοιμαζόταν να ανατείλει στις 6.55 το πρωί και οι εφημερίδες της ημέρας
εκείνης, ολοκλήρωναν την εκτύπωση τους στα κυλινδρικά πιεστήρια, για να
κυκλοφορήσουν έχοντας σαν πρώτο θέμα την επίσκεψη στην Ελλάδα της
γόησας Ρίτας Χαίηγουρθ και τις τολμηρές της πόζες στην Ακρόπολη. Ενώ
παράλληλα στους κινηματογράφους της Θεσσαλονίκης τοποθετούνταν οι
επιγραφές με τα καινούργια έργα της εβδομάδας: τα Ελληνικά «Κατέστρεψα
μια νύχτα τη ζωή μου» στα ΗΛΥΣΙΑ και «Εκείνες που δεν πρέπει να αγαπούν»
στο ΠΑΝΘΕΟΝ. Και τις ξένες ταινίες «Σάρκες χωρίς ψυχή» στο ΤΙΤΑΝΙΑ,
«Δεν είμαστε κορόιδα» με τους Άμποτ και Κοστέλο στο ΠΑΛΛΑΣ , «Τζουλιάνο ο
αρχιληστής» στο ΑΛΚΑΖΑΡ με τον Βιτόριο Γκάσμαν και «Λουκρητία Βοργία»
με την Πωλέτ Γκντάρ στα ΔΙΟΝΥΣΙΑ.
Κι εκεί πάνω στις φυλακές του Γεντί Κουλέ, την ώρα που τα πρώτα κοκόρια της πάνω πόλης πάσχιζαν να ξυπνήσουν την κοιμισμένη πολιτεία, οι άνδρες του εκτελεστικού αποσπάσματος όπλιζαν τα τουφέκια τους για να σημαδέψουν κατάστηθα τον μάρτυρα της ειρήνης, την ίδια την υπόθεση της ειρήνης.
Τι τραγική ειρωνία. Να είσαι 23 χρόνων, να διψάς για ζωή, για δημιουργία, για έρωτα, για ειρήνη και να σε στήνουν στο εκτελεστικό απόσπασμα Μάρτη μήνα, στο έμπα δηλαδή της άνοιξης, στο έμπα μιας εποχής που μηνάει τη ζωή, που πανηγυρίζει για τη δημιουργία του πλανήτη μας, που στήνει τρελλό χορό για τον έρωτα και αναγγέλει την ειρήνη.
«Λάβατε θέσεις, οπλίσατε, σκοπεύσατε, επί σκοπόν», δίνει τα παραγγέλματα ο επικεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος αξιωματικός. Κι ύστερα από λίγο, όταν θα ακουστεί το μακρόσυρτο πυρρρρρ, θα σωριαστούν στο έδαφος θανάσιμα λαβωμένα τα 7 παλληκάρια. Μια και μαζί με το Νικηφορίδη εκτελούνται και έξι ανταρτόπουλα, που είχαν πιαστεί λαβωμένα τα περισσότερα με τη λήξη του εμφύλιου κι εκτελούνταν τώρα, ενάμιση χρόνο μετά τη σύλληψή τους. Τώρα που το παλάτι και οι ξένοι «προστάτες» της χώρας επέβαλαν πιο σκληρή αντιμετώπιση του ανερχόμενου δημοκρατικού και φιλειρηνικού κινήματος.
Οι έξι άλλοι νέοι, που εκτελέστηκαν μαζί με το Νίκο εκείνο το μουντό πρωινό της Δευτέρας 5 Μάρτη 1951, ήταν οι Θόδωρος Θ. Ορφανίδης, Μόσχος Χ. Στογιάννης, Κώστας Χ. Σπρίντζος, Κώστας Δ. Μήτσου, Χαράλαμπος Ε. Παπαδόπουλος και Ρήγας Α. Παραθυράς.
Μια πολύ σημαντική μαρτυρία για τις τελευταίες στιγμές του Νίκου Νικηφορίδη και των άλλων εκτελεσμένων, καταθέτει ο συναγωνιστής του Λεωνίδας Δούκας:
«Μετά την καταδίκη μου σε ισόβια, στη δίκη της ειρήνης, κι επειδή δεν είχα συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας, που θεωρούνταν τότε έτος ενηλικίωσης, κάθησα ένα χρόνο στο τμήμα ανηλίκων των «Νέων Φυλακών «Θεσσαλονίκης και μετά, μόλις έγινα 21 χρόνων, με μετέφεραν στο Γεντί Κουλέ. Εκεί τις πρώτες κιόλας μέρες, μ’ έπιασε μια πολύ δυνατή κρίση εξ αιτίας των όσων είχα περάσει στην ασφάλεια και χρειάστηκε να με μεταφέρουν στο νοσοκομείο. Και κάθε βδομάδα, κατέβαινα – με τη συνοδεία σχεδόν πάντα του ίδιου χωροφύλακα της φρουράς – στο Δημοτικό Νοσοκομείο, που ακόμη και σήμερα διαθέτει ξεχωριστό τμήμα κρατουμένων.
Μετά από αρκετές τέτοιες «βόλτες», στη διάρκεια των οποίων του διηγήθηκα για τη δίκη μας κι αφού στο μεταξύ απέκτησε και ο χωροφύλακας αυτός την εμπιστοσύνη ότι δεν θα τον κάρφωνα γιαυτά που θα μου έλεγε, μου αποκάλυψε ένα πρωί, ότι ήταν ένας από τους τελευταίους που είχαν δει ζωντανό τον πρωτομάρτυρα της ειρήνης. Και μου μίλησε με θαυμασμό για τη στάση που κράτησε ο Νίκος πριν την εκτέλεση, καθώς αυτός ήταν στη φρουρά που τον συνόδεψε μέχρι το σημείο της εκτέλεσης, για να τον παραδόσει μαζί με τους υπόλοιπους 6 νέους στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Καθώς υπήρχαν κοντά στον τόπο των εκτελέσεων, στις παρυφές του δάσους του Σέιχ – Σου αρκετά σπίτια, οι ένοικοι των οποίων είχαν αρχίσει να ανοίγουν προσεκτικά τις γρίλλιες των παραθύρων, ακούγοντας φωνές και μηχανές αυτοκινήτων, που μετέφεραν τους κρατούμενους, τη φρουρά και το απόσπασμα, ο Νικηφορίδης μαζί με το Ρήγα Παραθυρά ζήτησαν να πουν σαν τελευταία τους επιθυμία δυο λόγια. Και πρώτος μίλησε ο Νίκος, λέγοντας ότι η εκτέλεσή του γίνεται για λόγους σκοπιμότητας. Κι ότι αντικειμενικός στόχος ήταν το κίνημα της ειρήνης, που αυτό έπρεπε να κτυπηθεί. Τελειώνοντας δε, ζητωκραύγασε υπέρ της ειρήνης και των άλλων ιδανικών του, ενώ το ίδιο έκαναν ο Παραθυράς και οι άλλοι συγκρατούμενοί τους.
Και στη συνέχεια, σαν ένα άλλο χορό του Ζαλόγγου, πιάστηκαν από τα χέρια και οι 7 μελλοθάνατοι, τραγούδησαν και χόρεψαν μπροστά στα έκπληκτα μάτια των ανδρών του στρατιωτικού αποσπάσματος και στη συνέχεια, μόνοι τους πήγαν και στάθηκαν στο σημείο της εκτέλεσης.
Μου διηγούνταν το περιστατικό με τέτοιο θαυμασμό ο χωροφύλακας ώστε στο τέλος μού δήλωσε εντυπωσιασμένος: «Συνόδεψα μέχρι τώρα πολλούς σε εκτέλεση. Αλλά τέτοια παλληκαριά και τόσο μεγάλο σθένος απέναντι στο θάνατο, δε ξανασυνάντησα», κατέληξε ο Δούκας.
« Κι όταν εστάθηκες ορθός, στης γης τη μέση
εσύ και τ’ άγρια στόματα των ντουφεκιών,
εσύ και η σκυλίσια ψυχή των δημίων,
εσύ και η Ελλάδα που σε καμάρωνε
εσύ και ο λαός σου που άπλωνε τα χέρια του
και τ’ ακουμπούσε απάνω σου να σε στεριώσει,
εσύ κι ο θάνατος που ντροπιασμένος έσκυψε τα μάτια,
κοίταξες τότε για στερνή φορά
τα χρυσά μάτια της μεγάλης σου αγάπης
ένα στερνό φιλί της έστειλε με τα δαχτύλια σου
και για στερνή την ονόμασες φορά:
ε ι ρ ή ν η»,
γράφει στο συγκλονιστικό του ποίημα «Νίκος Νικηφορίδης» ο μεγάλος Κύπριος ποιητής Θεοδόσης Πιερίδης.
Από τους ελάχιστους που παρακολούθησαν την εκτέλεση, ήταν και ο παπα – Βασίλης Καϊμάκης, εφημέριος του ναού της Αγίας Σοφίας, που είχε κληθεί στο Γεντί – Κουλέ να εξομολογήσει και να κοινωνήσει τους μελλοθάνατους. «Μετά την εκτέλεση, λέει η αδελφή του Όλγα Νικηφορίδη, επικοινώνησε μαζί μας, και μας μετέφερε μαζί τα λιγοστά προσωπικά αντικείμενα του Νίκου και τα τελευταία του λόγια:
«Αγαπημένοι μου, μην κλάψετε για μένα, πεθαίνω για τα ιδανικά της πατρίδας και του σοσιαλισμού και για την ειρήνη». Και οι τελευταίες του λέξεις στο απόσπασμα, μας είπε ο ιερέας, ήταν να ζητωκραυγάσει υπέρ της ειρήνης…
Στις 6 Μάρτη, οι τοπικές εφημερίδες της Θεσσαλονίκης, δημοσίευαν – σε αντίθεση με τις Αθηναϊκές που δεν έγραψαν ούτε λέξη – την παρακάτω ανακοίνωση:
«Την πρωΐαν χθες, εξετελέσθησαν εις τον συνήθη τόπον των εκτελέσεων οι Θ. Ορφανίδης, Μόσχος Στογιάννης, Κων. Σπρίντζος, Κων. Μήτσας, Χαρ. Παπαδόπουλος και Ρήγας Παραθυράς, συμμορίται εκ Χαλκιδικής. Μετ’ αυτών εξετελέσθη επίσης και ο Νικ. Νικηφορίδης, κάτοικος Παγκρατίου Αθηνών, αρχηγός της παρανόμου κομμουνιστικής τρομοκρατικής οργανώσεως «Δημοκρατικόν Φιλειρηνικόν Μέτωπον Νέων», καταδικασθείς τελευταίως υπό του ενταύθα εκτάκτου στρατοδικείου».
Να λοιπόν που για να δικαιολογηθεί το έγκλημα , το Δ.Φ.Μ.Ν. βαφτιζόταν εκτός από παράνομη και κομμουνιστική και… «τρομοκρατική οργάνωση». Τρομοκρατική και η υπόθεση της Ειρήνης. Κι όλα αυτά, ενώ το χυμένο αίμα του Νικηφορίδη ήταν ζεστό ακόμη και άχνιζε…
Σπύρος Κουζινόπουλος, Η εκτέλεση της Ειρήνης. Υπόθεση Νικηφορίδη, Καστανιώτης, Αθήνα 1998.
Ο Νίκος Νικηφορίδης, στέλεχος της ΕΠΟΝ στην Κατοχή και μέλος της «Ενιαίας Δημοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας» αργότερα, κατηγορήθηκε ότι διέπραξε ένα έγκλημα «ιδιαζόντως ειδεχθές» και αφού δικάστηκε καταδικάστηκε σε θάνατο. Το «έγκλημά» του ήταν η συλλογή υπογραφών για την υποστήριξη της Έκκλησης της Στοκχόλμης – αποτέλεσμα της Διάσκεψης της Στοκχόλμης (15 Μαρτίου 1950) – που ζητούσε την πλήρη απαγόρευση των πυρηνικών όπλων και τον αφοπλισμό των ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, καλούσε δε τους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο να βάλουν την υπογραφή τους κάτω από το κείμενο της Έκκλησης, για να διατηρηθεί το αγαθό της ειρήνης. Τον εκτέλεσαν στις 5 Μαρτίου 1951 στον τόπο εκτελέσεων πίσω από το Γεντί – Κουλέ της Θεσσαλονίκης.
Ο Σπύρος Κουζινόπουλος συγκέντρωσε στοιχεία και αποκάλυψε συγκλονιστικές λεπτομέρειες στο βιβλίο του «Η εκτέλεση της Ειρήνης. Υπόθεση Νικηφορίδη». Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι από αυτό το βιβλίο.
Έτσι εκτέλεσαν την Ειρήνη
«Η άνοιξις που έφθανε, έκλεισε μια άλλη άνοιξη που μόλις άρχιζε ν’ ανθίζει. Αγαπούσε τη ζωή, για τούτο πάσχισε να τη φτιάξει…»
Ευγενία Νικηφορίδη
Ευγενία Νικηφορίδη
Κι εκεί πάνω στις φυλακές του Γεντί Κουλέ, την ώρα που τα πρώτα κοκόρια της πάνω πόλης πάσχιζαν να ξυπνήσουν την κοιμισμένη πολιτεία, οι άνδρες του εκτελεστικού αποσπάσματος όπλιζαν τα τουφέκια τους για να σημαδέψουν κατάστηθα τον μάρτυρα της ειρήνης, την ίδια την υπόθεση της ειρήνης.
Τι τραγική ειρωνία. Να είσαι 23 χρόνων, να διψάς για ζωή, για δημιουργία, για έρωτα, για ειρήνη και να σε στήνουν στο εκτελεστικό απόσπασμα Μάρτη μήνα, στο έμπα δηλαδή της άνοιξης, στο έμπα μιας εποχής που μηνάει τη ζωή, που πανηγυρίζει για τη δημιουργία του πλανήτη μας, που στήνει τρελλό χορό για τον έρωτα και αναγγέλει την ειρήνη.
«Λάβατε θέσεις, οπλίσατε, σκοπεύσατε, επί σκοπόν», δίνει τα παραγγέλματα ο επικεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος αξιωματικός. Κι ύστερα από λίγο, όταν θα ακουστεί το μακρόσυρτο πυρρρρρ, θα σωριαστούν στο έδαφος θανάσιμα λαβωμένα τα 7 παλληκάρια. Μια και μαζί με το Νικηφορίδη εκτελούνται και έξι ανταρτόπουλα, που είχαν πιαστεί λαβωμένα τα περισσότερα με τη λήξη του εμφύλιου κι εκτελούνταν τώρα, ενάμιση χρόνο μετά τη σύλληψή τους. Τώρα που το παλάτι και οι ξένοι «προστάτες» της χώρας επέβαλαν πιο σκληρή αντιμετώπιση του ανερχόμενου δημοκρατικού και φιλειρηνικού κινήματος.
Οι έξι άλλοι νέοι, που εκτελέστηκαν μαζί με το Νίκο εκείνο το μουντό πρωινό της Δευτέρας 5 Μάρτη 1951, ήταν οι Θόδωρος Θ. Ορφανίδης, Μόσχος Χ. Στογιάννης, Κώστας Χ. Σπρίντζος, Κώστας Δ. Μήτσου, Χαράλαμπος Ε. Παπαδόπουλος και Ρήγας Α. Παραθυράς.
Μια πολύ σημαντική μαρτυρία για τις τελευταίες στιγμές του Νίκου Νικηφορίδη και των άλλων εκτελεσμένων, καταθέτει ο συναγωνιστής του Λεωνίδας Δούκας:
«Μετά την καταδίκη μου σε ισόβια, στη δίκη της ειρήνης, κι επειδή δεν είχα συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας, που θεωρούνταν τότε έτος ενηλικίωσης, κάθησα ένα χρόνο στο τμήμα ανηλίκων των «Νέων Φυλακών «Θεσσαλονίκης και μετά, μόλις έγινα 21 χρόνων, με μετέφεραν στο Γεντί Κουλέ. Εκεί τις πρώτες κιόλας μέρες, μ’ έπιασε μια πολύ δυνατή κρίση εξ αιτίας των όσων είχα περάσει στην ασφάλεια και χρειάστηκε να με μεταφέρουν στο νοσοκομείο. Και κάθε βδομάδα, κατέβαινα – με τη συνοδεία σχεδόν πάντα του ίδιου χωροφύλακα της φρουράς – στο Δημοτικό Νοσοκομείο, που ακόμη και σήμερα διαθέτει ξεχωριστό τμήμα κρατουμένων.
Μετά από αρκετές τέτοιες «βόλτες», στη διάρκεια των οποίων του διηγήθηκα για τη δίκη μας κι αφού στο μεταξύ απέκτησε και ο χωροφύλακας αυτός την εμπιστοσύνη ότι δεν θα τον κάρφωνα γιαυτά που θα μου έλεγε, μου αποκάλυψε ένα πρωί, ότι ήταν ένας από τους τελευταίους που είχαν δει ζωντανό τον πρωτομάρτυρα της ειρήνης. Και μου μίλησε με θαυμασμό για τη στάση που κράτησε ο Νίκος πριν την εκτέλεση, καθώς αυτός ήταν στη φρουρά που τον συνόδεψε μέχρι το σημείο της εκτέλεσης, για να τον παραδόσει μαζί με τους υπόλοιπους 6 νέους στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Καθώς υπήρχαν κοντά στον τόπο των εκτελέσεων, στις παρυφές του δάσους του Σέιχ – Σου αρκετά σπίτια, οι ένοικοι των οποίων είχαν αρχίσει να ανοίγουν προσεκτικά τις γρίλλιες των παραθύρων, ακούγοντας φωνές και μηχανές αυτοκινήτων, που μετέφεραν τους κρατούμενους, τη φρουρά και το απόσπασμα, ο Νικηφορίδης μαζί με το Ρήγα Παραθυρά ζήτησαν να πουν σαν τελευταία τους επιθυμία δυο λόγια. Και πρώτος μίλησε ο Νίκος, λέγοντας ότι η εκτέλεσή του γίνεται για λόγους σκοπιμότητας. Κι ότι αντικειμενικός στόχος ήταν το κίνημα της ειρήνης, που αυτό έπρεπε να κτυπηθεί. Τελειώνοντας δε, ζητωκραύγασε υπέρ της ειρήνης και των άλλων ιδανικών του, ενώ το ίδιο έκαναν ο Παραθυράς και οι άλλοι συγκρατούμενοί τους.
Και στη συνέχεια, σαν ένα άλλο χορό του Ζαλόγγου, πιάστηκαν από τα χέρια και οι 7 μελλοθάνατοι, τραγούδησαν και χόρεψαν μπροστά στα έκπληκτα μάτια των ανδρών του στρατιωτικού αποσπάσματος και στη συνέχεια, μόνοι τους πήγαν και στάθηκαν στο σημείο της εκτέλεσης.
Μου διηγούνταν το περιστατικό με τέτοιο θαυμασμό ο χωροφύλακας ώστε στο τέλος μού δήλωσε εντυπωσιασμένος: «Συνόδεψα μέχρι τώρα πολλούς σε εκτέλεση. Αλλά τέτοια παλληκαριά και τόσο μεγάλο σθένος απέναντι στο θάνατο, δε ξανασυνάντησα», κατέληξε ο Δούκας.
« Κι όταν εστάθηκες ορθός, στης γης τη μέση
εσύ και τ’ άγρια στόματα των ντουφεκιών,
εσύ και η σκυλίσια ψυχή των δημίων,
εσύ και η Ελλάδα που σε καμάρωνε
εσύ και ο λαός σου που άπλωνε τα χέρια του
και τ’ ακουμπούσε απάνω σου να σε στεριώσει,
εσύ κι ο θάνατος που ντροπιασμένος έσκυψε τα μάτια,
κοίταξες τότε για στερνή φορά
τα χρυσά μάτια της μεγάλης σου αγάπης
ένα στερνό φιλί της έστειλε με τα δαχτύλια σου
και για στερνή την ονόμασες φορά:
ε ι ρ ή ν η»,
γράφει στο συγκλονιστικό του ποίημα «Νίκος Νικηφορίδης» ο μεγάλος Κύπριος ποιητής Θεοδόσης Πιερίδης.
Από τους ελάχιστους που παρακολούθησαν την εκτέλεση, ήταν και ο παπα – Βασίλης Καϊμάκης, εφημέριος του ναού της Αγίας Σοφίας, που είχε κληθεί στο Γεντί – Κουλέ να εξομολογήσει και να κοινωνήσει τους μελλοθάνατους. «Μετά την εκτέλεση, λέει η αδελφή του Όλγα Νικηφορίδη, επικοινώνησε μαζί μας, και μας μετέφερε μαζί τα λιγοστά προσωπικά αντικείμενα του Νίκου και τα τελευταία του λόγια:
«Αγαπημένοι μου, μην κλάψετε για μένα, πεθαίνω για τα ιδανικά της πατρίδας και του σοσιαλισμού και για την ειρήνη». Και οι τελευταίες του λέξεις στο απόσπασμα, μας είπε ο ιερέας, ήταν να ζητωκραυγάσει υπέρ της ειρήνης…
Στις 6 Μάρτη, οι τοπικές εφημερίδες της Θεσσαλονίκης, δημοσίευαν – σε αντίθεση με τις Αθηναϊκές που δεν έγραψαν ούτε λέξη – την παρακάτω ανακοίνωση:
«Την πρωΐαν χθες, εξετελέσθησαν εις τον συνήθη τόπον των εκτελέσεων οι Θ. Ορφανίδης, Μόσχος Στογιάννης, Κων. Σπρίντζος, Κων. Μήτσας, Χαρ. Παπαδόπουλος και Ρήγας Παραθυράς, συμμορίται εκ Χαλκιδικής. Μετ’ αυτών εξετελέσθη επίσης και ο Νικ. Νικηφορίδης, κάτοικος Παγκρατίου Αθηνών, αρχηγός της παρανόμου κομμουνιστικής τρομοκρατικής οργανώσεως «Δημοκρατικόν Φιλειρηνικόν Μέτωπον Νέων», καταδικασθείς τελευταίως υπό του ενταύθα εκτάκτου στρατοδικείου».
Να λοιπόν που για να δικαιολογηθεί το έγκλημα , το Δ.Φ.Μ.Ν. βαφτιζόταν εκτός από παράνομη και κομμουνιστική και… «τρομοκρατική οργάνωση». Τρομοκρατική και η υπόθεση της Ειρήνης. Κι όλα αυτά, ενώ το χυμένο αίμα του Νικηφορίδη ήταν ζεστό ακόμη και άχνιζε…
Σπύρος Κουζινόπουλος, Η εκτέλεση της Ειρήνης. Υπόθεση Νικηφορίδη, Καστανιώτης, Αθήνα 1998.
Ευχαριστούμε Σοφία.
ΑπάντησηΔιαγραφή