100 χρόνια από τη γέννηση του λαϊκού ποιητή Φώτη Αγγουλέ.
" Ήταν ένα βασανισμένο, απλό παιδί του λαού,
ψάρευε, πάλευε, πεινούσε, τραγουδούσε,
χρυσόψαρα δεν έκλεινε στη γιάλα·
του δειλινού τα ρόδα δεν τα πολυκοίταζε ".(Από ποίημα του Γιάννη Ρίτσου)
Είπαν για τον ποιητή:
Αλήθεια, τι είναι η αγιοσύνη, τι μπορεί να πει σε μια κοινωνία υποκρισίας, πάθους, μίσους εμφυλίου πολέμου, ένας ποιητής;
Ο Γ. Μπλάνας μας δίνει ένα σπάνιο βιβλίο για το χιώτη λαϊκό αγωνιστή και ποιητή Φώτη Αγγουλέ, που προσεγγίζει την προσωπικότητά του με μια πρωτοτυπία, που σε κρατάει καρφωμένο στις 126 σελίδες του.
Το βιβλίο εκτός από κριτική και ποιήματα του Φώτη (και μόνο γι’ αυτά θ’ άξιζε) έχει ένα πλήθος ντοκουμέντων, που αφορούν αναφορές στο Φώτη από ανθρώπους ή υπηρεσίες... που τον έζησαν, δίνοντάς μας παράλληλα και μια γεύση της ιστορίας του τόπου, μέσα απ’ τη ζωή, τους στίχους τους αγώνες και τις διώξεις του ποιητή.
Πάρτε μια μικρή γεύση για να φανεί και η προτροπή του τίτλου μας, ότι το βιβλίο αυτό δεν πρέπει να λείπει από καμία αξιόλογη βιβλιοθήκη.
ΕΓΓΡΑΦΟ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ
ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΧΙΟΥ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗ
ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΧΙΟΥ
ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
ΑΡΙΘ. ΠΡΩΤ. 5062
Εν Χίω τη 10η Ιανουαρίου 1946
προς
Το Γενικόν Επιτελείον Στρατού
Γραφείον ΧΙ/Γ
ΑΘΗΝΑΣ
«Πληροφορίαι περί Φωτίου Χονδρουτάκη (Αγγουλέ)»
Λαμβάνω την τιμήν, εις εκτέλεσιν της υπ’ αριθ. Φ. 57/4/395274 από 14-12-1945 υμετέρας διαταγής, ν’ αναφέρω Υμίν περί του εν θέματι αντικειμένου τα κάτωθι:
1ον. Ως εκ της ενόρκου καταθέσεως του δημοσιογράφου, κατοίκου Βροντάδου Χίου, Θεμιστοκλέους Σισβάρδη προκύπτει, ο Φώτιος Χονδρουτάκης του Αντωνίου, φερόμενος ως Φώτης Αγγουλές, κατετάχθη εις τον εν Μέση Ανατολή Ελληνικόν Στρατόν, όπως αγωνισθεί δια την απελευθέρωσιν της Ελλάδος, καθ’ ην εποχήν ωργανώνετο συστηματικά το κομμουνιστικόν έγκλημα, και ευρέθη εν μία νυκτί εις τα νύχια των εαμοκομμουνιστών. Εδηλητηριάσθη ψυχικώς, διεστράφη πνευματικώς και επίστεψε εις τα ιδέας του κομμουνισμού. Κλεισθείς δε υπό των Συμμαχικών Δυνάμεων εις Ντεκαμερέ, ετελειοποίησε τας αντεθνικάς ιδέας του.
2ον. Εις τον εν λόγω ασπασθέντα τα κομμουνιστικά ιδέας, επεδείχθη η συνήθης δια τον Εθνικόν Τύπον δήλωσις, συνταχθείσα συμφώνως προς τας σχετικάς διαταγάς:
Ο κάτωθι υπογεγραμμένος ΦΩΤΗΣ ΑΓΓΟΥΛΕΣ του Αντωνίου δηλώνω δημόσια ότι μετ’ αποτροπιασμού αποκηρύσσω το στυγερόν κατά της πατρίδας έγκλημα των Σλαυοκινήτων προδοτών, διαδηλών την πίστιν μου προς την αιώνιαν Ελλάδα και το ανυπέρβλητο μεγαλείον της φυλής μας, και είμαι πρόθυμος αγωνιζόμενος εις τον υπέροχον αγώνα του έθνους μας, να προσφέρω το αίμα μου δια να διατηρήσωμεν αμόλυντον τον Παρθενώνα.
Πιστεύω εις τα ακατάλυτα ιδανικά του Ελληνισμού και εις τον δια την παγκόσμιον ελευθερίαν θείον αγώνα του, αναφωνών με όλην την φλόγα της Ελληνικής ψυχής:
Ζήτω ο Βασιλεύς.
Την υπογραφή της ως άνω δηλώσεως ηρνήθη επιμόνως. Έκτοτε παρακολουθείται η δράσις του.
Ο Διοικητής της Διοικήσεως
Ντουβλάς Ελευθέριος
Ταγ/ρχης
ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΨΥΧΙΑΤΡΟΥ
ΝΙΚΟΥ ΛΙΠΟΥΡΛΗ
4 Ιουλίου 1963
Στις 11.30 π.μ. μεταφέρθηκε από γνωστή κλινική των Μελισσίων ο ποιητής Φώτης Αγγουλές. Τον συνόδευαν αρκετοί φίλοι της Ε.Δ.Α. Βρισκόταν σε εξαιρετικά άσχημη κατάσταση. Παρουσίαζε συμπτώματα μολυβδίασης, τα οποία αντιμετωπίστηκαν αμέσως. Κατά τα λοιπά, δεν μιλούσε και αρνιόταν να δεχθεί τροφή. Έχω την εντύπωση πως προσπαθεί να μεθοδεύσει την μόνωσή του. Παρ’ όλο που δεν είναι καθόλου βέβαιο πως αναγνωρίζει τους συνοδούς του, το βλέμμα του δείχνει να έχει συνείδηση της κατάστασης. Τον εξέτασα. Η κατατονία οφείλεται σε καταθλιπτική συνδρομή. Δεν μπορώ ακόμη να είμαι βέβαιος για τίποτε. Το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα έδειξε αρρυθμία στο πρόσθιο τμήμα του εγκεφάλου. Αυτό σημαίνει τίποτε ή πολλά. Σε πρώτη φάση, ελπίζω πως με την κατάλληλη αγωγή θα ανακάμψει. Η ταλαιπωρία που υπέστη δεν είναι αστεία. Είναι 53 ετών και δείχνει τουλάχιστον 70. Η όποια ψυχική διαταραχή είναι παλαιά υπόθεση. Ήδη από τα πρώτα χρόνια της φυλακής. Οι γιατροί εκεί είναι ως επί το πλείστον κι αυτοί πολιτικοί κρατούμενοι. Όχι μόνον δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτε, αλλά μετατρέπονται εύκολα σε ευρηματικούς βασανιστές.
7 Ιουλίου 1963
Ο Αγγουλές φαίνεται να συνέρχεται αργά αλλά σταθερά. Η παρουσία των αδελφών του τον ενθάρρυνε. Εναλλάσσονται, παραμένοντας δίπλα του μέρα νύχτα. Ατσάλινες γυναίκες. Μικρασιάτισσες. Εκείνος δεν μιλά ακόμη. Ορισμένες φορές τραυλίζει μερικές λέξεις. Όμως αντιλαμβάνεται τα πάντα και αναγνωρίζει τους πάντες. Δημιουργήθηκε ολόκληρο επεισόδιο με την υπογραφή της αίτησης για την κάλυψη των εξόδων από το ΙΚΑ. Όταν είδε το έγγραφο, προφανώς θεώρησε πως ήταν δήλωση μετανοίας και εξαγριώθηκε. Χρειαστήκαμε μία ώρα για να τον πείσουμε. Έχει ελάχιστη ικανότητα συγκέντρωσης και δεν μπορεί να διαβάσει.
3 Σεπτεμβρίου 1963
Ο Αγγουλές έχει συνέλθει σχεδόν ολοκληρωτικά. Ένα δεκαπενθήμερο ακόμη και η θεραπεία μπορεί να συνεχιστεί στο σπίτι του. Αναγκάστηκα όμως να επιπλήξω σοβαρά τους επισκέπτες. Ένας τεράστιος αριθμός φιλότεχνων νεαρών συγκεντρώνονται καθημερινά. Αριστεροί ως επί το πλείστον, εκδηλώνουν με ζωντάνια τον θαυμασμό τους προς το πρόσωπό του, αλλά τον ταράζουν. Θεωρούν, μέσα στον νεανικό ενθουσιασμό τους, πως του κάνουν καλό. Εχθές, μου έκανε νόημα να πλησιάσω, και μου είπε με πεντακάθαρη άρθρωση: «Σε τρώνε ζωντανό! Φαίνεται είμαστε για φάωμα!».
27 Σεπτεμβρίου 1963
Ο Φώτης Αγγουλές αναχωρεί με συνοδεία και των τριών αδελφών του. Του συνέστησα να ξεκουραστεί ακόμη αρκετό καιρό. Καθόλου οινόπνευμα, καθόλου τσιγάρο. «Να παίρνω αέρα μπορώ;» με ρώτησε. Ήθελα να του πω: «Όσο θέλεις!» αλλά με σταμάτησε το γέλιο του. Ρυθμίσαμε να περάσει μετά από πέντε μήνες για μια εβδομάδα.
Εφημερίδα , Η Αλήθεια
http://e-oikodomos.blogspot.com/2011/09/blog-post_22.html
" Ήταν ένα βασανισμένο, απλό παιδί του λαού,
ψάρευε, πάλευε, πεινούσε, τραγουδούσε,
χρυσόψαρα δεν έκλεινε στη γιάλα·
του δειλινού τα ρόδα δεν τα πολυκοίταζε ".(Από ποίημα του Γιάννη Ρίτσου)
Είπαν για τον ποιητή:
Αλήθεια, τι είναι η αγιοσύνη, τι μπορεί να πει σε μια κοινωνία υποκρισίας, πάθους, μίσους εμφυλίου πολέμου, ένας ποιητής;
Ο Γ. Μπλάνας μας δίνει ένα σπάνιο βιβλίο για το χιώτη λαϊκό αγωνιστή και ποιητή Φώτη Αγγουλέ, που προσεγγίζει την προσωπικότητά του με μια πρωτοτυπία, που σε κρατάει καρφωμένο στις 126 σελίδες του.
Το βιβλίο εκτός από κριτική και ποιήματα του Φώτη (και μόνο γι’ αυτά θ’ άξιζε) έχει ένα πλήθος ντοκουμέντων, που αφορούν αναφορές στο Φώτη από ανθρώπους ή υπηρεσίες... που τον έζησαν, δίνοντάς μας παράλληλα και μια γεύση της ιστορίας του τόπου, μέσα απ’ τη ζωή, τους στίχους τους αγώνες και τις διώξεις του ποιητή.
Πάρτε μια μικρή γεύση για να φανεί και η προτροπή του τίτλου μας, ότι το βιβλίο αυτό δεν πρέπει να λείπει από καμία αξιόλογη βιβλιοθήκη.
ΕΓΓΡΑΦΟ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ
ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΧΙΟΥ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗ
ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΧΙΟΥ
ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
ΑΡΙΘ. ΠΡΩΤ. 5062
Εν Χίω τη 10η Ιανουαρίου 1946
προς
Το Γενικόν Επιτελείον Στρατού
Γραφείον ΧΙ/Γ
ΑΘΗΝΑΣ
«Πληροφορίαι περί Φωτίου Χονδρουτάκη (Αγγουλέ)»
Λαμβάνω την τιμήν, εις εκτέλεσιν της υπ’ αριθ. Φ. 57/4/395274 από 14-12-1945 υμετέρας διαταγής, ν’ αναφέρω Υμίν περί του εν θέματι αντικειμένου τα κάτωθι:
1ον. Ως εκ της ενόρκου καταθέσεως του δημοσιογράφου, κατοίκου Βροντάδου Χίου, Θεμιστοκλέους Σισβάρδη προκύπτει, ο Φώτιος Χονδρουτάκης του Αντωνίου, φερόμενος ως Φώτης Αγγουλές, κατετάχθη εις τον εν Μέση Ανατολή Ελληνικόν Στρατόν, όπως αγωνισθεί δια την απελευθέρωσιν της Ελλάδος, καθ’ ην εποχήν ωργανώνετο συστηματικά το κομμουνιστικόν έγκλημα, και ευρέθη εν μία νυκτί εις τα νύχια των εαμοκομμουνιστών. Εδηλητηριάσθη ψυχικώς, διεστράφη πνευματικώς και επίστεψε εις τα ιδέας του κομμουνισμού. Κλεισθείς δε υπό των Συμμαχικών Δυνάμεων εις Ντεκαμερέ, ετελειοποίησε τας αντεθνικάς ιδέας του.
2ον. Εις τον εν λόγω ασπασθέντα τα κομμουνιστικά ιδέας, επεδείχθη η συνήθης δια τον Εθνικόν Τύπον δήλωσις, συνταχθείσα συμφώνως προς τας σχετικάς διαταγάς:
Ο κάτωθι υπογεγραμμένος ΦΩΤΗΣ ΑΓΓΟΥΛΕΣ του Αντωνίου δηλώνω δημόσια ότι μετ’ αποτροπιασμού αποκηρύσσω το στυγερόν κατά της πατρίδας έγκλημα των Σλαυοκινήτων προδοτών, διαδηλών την πίστιν μου προς την αιώνιαν Ελλάδα και το ανυπέρβλητο μεγαλείον της φυλής μας, και είμαι πρόθυμος αγωνιζόμενος εις τον υπέροχον αγώνα του έθνους μας, να προσφέρω το αίμα μου δια να διατηρήσωμεν αμόλυντον τον Παρθενώνα.
Πιστεύω εις τα ακατάλυτα ιδανικά του Ελληνισμού και εις τον δια την παγκόσμιον ελευθερίαν θείον αγώνα του, αναφωνών με όλην την φλόγα της Ελληνικής ψυχής:
Ζήτω ο Βασιλεύς.
Την υπογραφή της ως άνω δηλώσεως ηρνήθη επιμόνως. Έκτοτε παρακολουθείται η δράσις του.
Ο Διοικητής της Διοικήσεως
Ντουβλάς Ελευθέριος
Ταγ/ρχης
ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΨΥΧΙΑΤΡΟΥ
ΝΙΚΟΥ ΛΙΠΟΥΡΛΗ
4 Ιουλίου 1963
Στις 11.30 π.μ. μεταφέρθηκε από γνωστή κλινική των Μελισσίων ο ποιητής Φώτης Αγγουλές. Τον συνόδευαν αρκετοί φίλοι της Ε.Δ.Α. Βρισκόταν σε εξαιρετικά άσχημη κατάσταση. Παρουσίαζε συμπτώματα μολυβδίασης, τα οποία αντιμετωπίστηκαν αμέσως. Κατά τα λοιπά, δεν μιλούσε και αρνιόταν να δεχθεί τροφή. Έχω την εντύπωση πως προσπαθεί να μεθοδεύσει την μόνωσή του. Παρ’ όλο που δεν είναι καθόλου βέβαιο πως αναγνωρίζει τους συνοδούς του, το βλέμμα του δείχνει να έχει συνείδηση της κατάστασης. Τον εξέτασα. Η κατατονία οφείλεται σε καταθλιπτική συνδρομή. Δεν μπορώ ακόμη να είμαι βέβαιος για τίποτε. Το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα έδειξε αρρυθμία στο πρόσθιο τμήμα του εγκεφάλου. Αυτό σημαίνει τίποτε ή πολλά. Σε πρώτη φάση, ελπίζω πως με την κατάλληλη αγωγή θα ανακάμψει. Η ταλαιπωρία που υπέστη δεν είναι αστεία. Είναι 53 ετών και δείχνει τουλάχιστον 70. Η όποια ψυχική διαταραχή είναι παλαιά υπόθεση. Ήδη από τα πρώτα χρόνια της φυλακής. Οι γιατροί εκεί είναι ως επί το πλείστον κι αυτοί πολιτικοί κρατούμενοι. Όχι μόνον δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτε, αλλά μετατρέπονται εύκολα σε ευρηματικούς βασανιστές.
7 Ιουλίου 1963
Ο Αγγουλές φαίνεται να συνέρχεται αργά αλλά σταθερά. Η παρουσία των αδελφών του τον ενθάρρυνε. Εναλλάσσονται, παραμένοντας δίπλα του μέρα νύχτα. Ατσάλινες γυναίκες. Μικρασιάτισσες. Εκείνος δεν μιλά ακόμη. Ορισμένες φορές τραυλίζει μερικές λέξεις. Όμως αντιλαμβάνεται τα πάντα και αναγνωρίζει τους πάντες. Δημιουργήθηκε ολόκληρο επεισόδιο με την υπογραφή της αίτησης για την κάλυψη των εξόδων από το ΙΚΑ. Όταν είδε το έγγραφο, προφανώς θεώρησε πως ήταν δήλωση μετανοίας και εξαγριώθηκε. Χρειαστήκαμε μία ώρα για να τον πείσουμε. Έχει ελάχιστη ικανότητα συγκέντρωσης και δεν μπορεί να διαβάσει.
3 Σεπτεμβρίου 1963
Ο Αγγουλές έχει συνέλθει σχεδόν ολοκληρωτικά. Ένα δεκαπενθήμερο ακόμη και η θεραπεία μπορεί να συνεχιστεί στο σπίτι του. Αναγκάστηκα όμως να επιπλήξω σοβαρά τους επισκέπτες. Ένας τεράστιος αριθμός φιλότεχνων νεαρών συγκεντρώνονται καθημερινά. Αριστεροί ως επί το πλείστον, εκδηλώνουν με ζωντάνια τον θαυμασμό τους προς το πρόσωπό του, αλλά τον ταράζουν. Θεωρούν, μέσα στον νεανικό ενθουσιασμό τους, πως του κάνουν καλό. Εχθές, μου έκανε νόημα να πλησιάσω, και μου είπε με πεντακάθαρη άρθρωση: «Σε τρώνε ζωντανό! Φαίνεται είμαστε για φάωμα!».
27 Σεπτεμβρίου 1963
Ο Φώτης Αγγουλές αναχωρεί με συνοδεία και των τριών αδελφών του. Του συνέστησα να ξεκουραστεί ακόμη αρκετό καιρό. Καθόλου οινόπνευμα, καθόλου τσιγάρο. «Να παίρνω αέρα μπορώ;» με ρώτησε. Ήθελα να του πω: «Όσο θέλεις!» αλλά με σταμάτησε το γέλιο του. Ρυθμίσαμε να περάσει μετά από πέντε μήνες για μια εβδομάδα.
Εφημερίδα , Η Αλήθεια
ΦΩΤΗΣ ΑΓΓΟΥΛΕΣ
Σπουδαία ποιητική «φωνή» των αγώνων του λαού
«Σ' ΕΣΑΣ, μ' ΕΣΑΣ στις ερημιέςκαι στ' άθλια κακοτόπια,
που, το ψωμί το πείνασα
και το φαρμάκι τό 'πια».
Το παιδί βγαίνει στη βιοπάλη. Με τον πατέρα ψαρεύει και πουλά την ψαριά. «Γαύρος» φώναζε ο πατέρας. «Μάγκας τσίλικος σαν ταύρος» συμπλήρωνε εκείνος. «Μαριδάκια» ο Σιδερής, «Να πάνε κάτου τα φαρμάκια», ο Φώτης. Πρώτος στις ρίμες. Εφηβος παρατά το ψάρεμα. Το 1928 πιάνει δουλειά στο τυπογραφείο που έβγαζε τη χιώτικη εφημερίδα «Ελευθερία». Σύντομα γίνεται καλός μάστορας, μα και διορθωτής πρώτος. Και καλοδιαβασμένος. Κοραής, Ψυχάρης, Σουρής και άλλοι σπουδαίοι δημιουργοί «τρέφουν» την αγάπη και έγνοια του για το λαό και το αυτοδίδακτο ποιητικό ταλέντο του. Το 1932 τυπώνει το πρώτο του πεζογραφο-ποιητικό βιβλίο - αφιερωμένο στον Τσεσμέ - «Ο Λαός της Πατρίδας μου», που βγάζει όλο τον καημό της ξεριζωμένης προσφυγιάς: «Αμάν, αμάν! Στη γης πατώ,/ κι η γης πονεί,/ κι η γης αψά φωνάζει!/ Ποιος έχει πόνο στην καρδιά/ και δεν αναστενάζει;».
Προκηρύσσονται αναπληρωματικές βουλευτικές εκλογές για τις 5 Νοεμβρίου 1933. Ο ανταποκριτής του «Ριζοσπάστη» στη Χίο στέλνει για δημοσίευση, στις 25 Οκτωβρίου, άρθρο του για την εκλογική μάχη του Ενιαίου Μετώπου Εργατών Αγροτών, ενάντια στα κόμματα των εφοπλιστών, αλλά κι ένα σημείωμά του περί της κυριακάτικης χιώτικης σατιρικής εφημερίδας «Μιχαλού», αναφέροντας μεταξύ άλλων: «Τη βγάζει ένας τυπογράφος της "Ελευθερίας". Αντιγράφω από το 21 φύλλο, 8 Ιουλίου: (...) "Συντάκτης και διευθυντής,/ και για το φρέσκο, κι Ιδρυτής,/ είναι ο ΦΩΤΗΣ ΑΓΓΟΥΛΕΣ,/ κι αν τη διεύθυνσή του θες/ θα είναι Ποστ Ρεστάν εις Χίο/ βραδυπορούν ταχυδρομείο". Αυτός ο Αγγουλές τα λέει στα ίσια αλλά δεν έχει ταξική συνείδηση. Θέλει δουλειά να διαφωτισθεί. Είναι καλό στοιχείο. Ισως και ψηφοφόρος. Εδωσε κάμποσα για τους εξόριστους στην Αμοργό. Εχει μεγάλη επιρροή στους νέους με τον τρόπο και τα λόγια του. Του γύρεψα να γράψει κάτι για το Μέτωπο και μου είπε πως δε γράφει και για τίποτα άλλο από τον περασμένο χρόνο. Τον ρώτησα αν έχει διαβάσει το "Κομμουνιστικό Μανιφέστο" και μου απάντησε: "Του Μαρξ ή του Ενγκελς;" Θα τον πάρω από δίπλα μέχρι τις εκλογές». Ετσι άρχισε η γνωριμία και σχέση του Φώτη Αγγουλέ με το ΚΚΕ.Ιούνιος του 1936. Καλείται να παρουσιαστεί στη Χωροφυλακή, για ένα άρθρο, στην «Ελευθερία», ενάντια στον Μουσολίνι. Δικάζεται (20 Ιουλίου) για παράβαση του νόμου περί Τύπου και καταδικάστηκε σε τρεις μήνες κράτηση και 10.000 δραχμές πρόστιμο, αλλά μυαλό δεν βάζει... Από τα μέσα του 1936 μέχρι το 1939, παράλληλα με τη βιοπάλη, διευθύνει το λογοτεχνικό περιοδικό «Νησί». Γύρω του συσπειρώνονται οι πιο προοδευτικοί νέοι και οι καλύτεροι λογοτέχνες του νησιού. Ο Φώτης συνεχώς «διαφωτίζεται» και «διαφωτίζει» με τις ιδέες και την ποίησή του.
Στις 4 Μαΐου 1941 οι Γερμανοί καταλαμβάνουν τη Χίο. Με καΐκι, με τιμονιέρη έναν κομμουνιστή, ο Αγγουλές, με άλλους αντιφασίστες φεύγει για τη Μέση Ανατολή. Φθάνει στο Κάιρο και αποσπάται στο τυπογραφείο που εξέδιδε το στρατιωτικό περιοδικό «Ελλάς». Στο Κάιρο ερωτεύεται και παντρεύεται την Ελλη Κυριαζή. Γλεντά, γράφει, διαβάζει Καβάφη. Γνωρίζει τον Σεφέρη. Για ένα άρθρο του Μπογδάνοφ για την προλεταριακή ποίηση κοντράρεται με τον Σεφέρη: «Η αστική ποίηση, είναι ποίηση του εγώ, η προλεταριακή του εμείς, άρα και της ανθρωπότητας όλης. Σήμερα μπορεί να είναι αδέξια. Αύριο θα είναι ποίηση υψηλότερη από την αστική».Απρίλη του 1944 οι ΕΑΜίτες στη Μέση Ανατολή απαιτούν την απομάκρυνση του βασιλιά και σχηματισμό κυβέρνησης με συμμετοχή εκπροσώπων της ΠΕΕΑ - της κυβέρνησης στα λευτερωμένα από τον ΕΛΑΣ βουνά της Ελλάδας. Ο Αγγουλές συλλαμβάνεται, μαζί με άλλους κομμουνιστές, από τους Αγγλους και κλείνεται σε φυλακή της Παλαιστίνης, σε διάφορα στρατόπεδα, και τέλος στο κολαστήριο Ντεκαμερέ. Τέλη Νοεμβρίου του 1945 απελευθερώνεται. Επιστρέφει, χωρίς τη γυναίκα του (δεν το επέτρεψαν οι Αγγλοι) στη Χίο, όπου συνεχίζει να αγωνίζεται και να διώκεται.
Στις 10 Ιανουρίου 1946 ο ταγματάρχης - διοικητής της Χωροφυλακής Χίου, Ντουβλάς Ελευθέριος, ενημερώνει εγγράφως το Γραφείο ΧΙ/Γ του Γενικού Επιτελείου Στρατού, ότι «ο Φώτης Αγγουλές (...) εδηλητηριάσθη ψυχικώς, διεστράφη πνευματικώς και επίστεψε εις τα ιδέας του κομμουνισμού. Κλεισθείς δε υπό των Συμμαχικών Δυνάμεων εις Ντεκαμερέ, ετελειοποίησε τας αντεθνικάς ιδέας του». Παρακάτω ο διοικητής ενημερώνει το ΓΕΣ ότι «εις τον εν λόγω ασπασθέντα τας κομμουνιστικάς ιδέας, επεδείχθη η συνήθης δήλωσις, συνταχθείσα συμφώνως προς τας σχετικάς διαταγάς». Και το έγγραφο καταλήγει: «Την υπογραφήν τής δηλώσεως ηρνήθη επιμόνως. Εκτοτε παρακολουθείται η δράσις του».
Ο Αγγουλές συνέχισε τον αγώνα τριγυρίζοντας συνεχώς σ' όλη τη Χίο. Με τα πόδια. Πάντα πίσω του ένας χωροφύλακας. Κάποια μέρα κατάκοπος τον ρώτησε: «Γιατί ρε Αγγουλέ το κάνεις αυτό;» - «Χρειάζεσαι καθαρό αέρα!», απάντησε καλόκαρδα ο Αγγουλές. Το 1946 δολοφονήθηκαν οι αγωνιστές Γιάννης Πίττας και Μανώλης Μαυράκης, επειδή τραγουδούσαν αντάρτικα. Η τρομοκρατία κράτους και παρακράτους φουντώνει στο νησί. Δυναμώνει, όμως, και ο αγώνας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Ο Αγγουλές, κρυμμένος σε μια στέρνα στο Βατάδο, με τον κομμουνιστή σύντροφό του Μιχάλη Βιτάκη, τύπωναν έντυπα του ΔΣΕ. Εκεί μια μέρα του Μάρτη του 1948 τους συνέλαβαν. Δικάστηκαν από στρατοδικείο και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Ο Μαυράκης εκτελέστηκε τον Αύγουστο του 1948. Ο Αγγουλές γλίτωσε την εκτέλεση χάρη στον ξεσηκωμό όλου του νησιού και σε διεθνείς διαμαρτυρίες. Δεσμώτης επί οκτώ χρόνια στα κολαστήρια Βούρλων, Μακρονήσου, Κεφαλονιάς, Αλικαρνασσού, Ιτζεδίν, του νοσοκομείου «Αγιος Παύλος» (ετοιμοθάνατος υποβλήθηκε σε εγχείρηση στομάχου το 1954) και Κέρκυρας, από όπου βαριά άρρωστος αποφυλακίστηκε το 1956. Επιστρέφει στη Χίο και «ζει» παρακολουθούμενος...
Συνέρχεται λίγο και γίνεται - επιτέλους - μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Κανείς δεν επιτρέπεται να του δώσει δουλειά. Ανέχεια και μοναξιά τον βασανίζουν. Πνίγει τους πόνους του στο πιοτό. Το 1958, χάρη στις πιέσεις παλιών φίλων του, προσλαμβάνεται στο τυπογραφείο της εφημερίδας «Χιακός Λαός», όπου την ίδια χρονιά τυπώνει μια ανθολογία παλιών και νέων ποιημάτων του, με τίτλο «Πορεία μέσα στη νύχτα» και το 1962 τη συλλογή «Φουτσιγιάμα». Το 1963 καταρρέει - σωματικά και ψυχολογικά - από μολυβδίαση. Δεν τρώει, δεν πίνει, δεν μιλά. Αρχές του 1964, με παρέμβαση του Σωματείου Τυπογράφων, του δίνεται μια ψωροσύνταξη. Στις 27 Μαρτίου παίρνει το καράβι «Κολοκοτρώνης», για Πειραιά. Ταξιδεύοντας στην τρίτη θέση ξεψυχά από πνευμονικό οίδημα. Στην τσέπη του βρέθηκαν μόνο 20 δραχμές. Αμέσως μετά το θάνατό του, ο Γιάννης Ρίτσος τον τιμά με ένα ποίημά του και ο Ανδρέας Καραντώνης ραδιοφωνικά. Ποιήματά του μεταφράστηκαν και εκδόθηκαν σε Γαλλία, Γερμανία, Αγγλία, Σοβιετική Ενωση, Βουλγαρία, κ.α.
Βιογραφικές πηγές: Γιώργος Μπλάνας «Φώτης Αγγουλές - νυχτερινός τραγουδιστής» (εκδόσεις «Ηλέκτρα», 2008). Γιώργος Σιδέρης «Φώτης Αγγουλές» (εκδόσεις «Μοχλός» 1992).
που, το ψωμί το πείνασα
και το φαρμάκι τό 'πια».
Πέρασαν χρόνοι δύσκολοι, πεινασμένοι, ματωμένοι για το λαό από τότε που o ποιητής - γέννημα θρέμμα του λαού - Φώτης Αγγουλές έγραψε αυτό το επίκαιρο, αφτιασίδωτης αλήθειας τετράστιχο, για τους βασανισμένους αλλά κι αγωνιζόμενους λαϊκούς ανθρώπους.
Εκατό χρόνια συμπληρώθηκαν φέτος από το 1911 που στον Τσεσμέ ο Αντώνης Χονδρουτάτης (Σιδερή τον φωνάζανε) κι η κυρά Γαρουφαλλιά αποκτήσανε τον Φώτη (άγνωστη παραμένει η ημερομηνία γέννησής του. Μόνο η ημερομηνία του θανάτου του είναι γνωστή, 27 Μαρτίου 1964). Ψαράς, αγρότης, με χωραφάκια, σπίτι και μανάβικο ο Σιδερής έτρεφε την πολυμελή φαμίλια. Ωσπου μύρισε... μπαρούτι. Η οικογένεια εγκαθίσταται στη Χίο. Ξεριζωμός, φτώχεια, πείνα. Εξυπνο, ευαίσθητο, ευφάνταστο, λίγο μελαγχολικό παιδί, ο Φώτης πάει στο Δημοτικό. Στο ημερολόγιό του, ο δάσκαλός του, Δημήτρης Χαψιάδης, έγραφε : «Ο Φώτης είναι παιδί προικισμένο. Σπάνια συνάντησα τέτοιον μαθητή (...) Είναι παιδί πνευματικών προσόντων». Η ανέχεια, ίσως και η ντροπή για τον εκ γενετής στραβισμό του, τον «διώχνουν» από το σχολείο, πριν τελειώσει τη δεύτερη τάξη. Δεν πλησιάζει καν το σχολείο. Μάταια ο δάσκαλος προσπαθεί να γυρίσει στο σχολείο. «Δεν θέλω άλλα γράμματα», επιμένει ο μικρός Φώτης. Παρότι 9χρονος διάβαζε κι έγραφε καλύτερα από μεγαλύτερους, καθώς η Μούσα της ποίησης εκ γενετής τον «προίκισε» με τα «μύρα» της.Το παιδί βγαίνει στη βιοπάλη. Με τον πατέρα ψαρεύει και πουλά την ψαριά. «Γαύρος» φώναζε ο πατέρας. «Μάγκας τσίλικος σαν ταύρος» συμπλήρωνε εκείνος. «Μαριδάκια» ο Σιδερής, «Να πάνε κάτου τα φαρμάκια», ο Φώτης. Πρώτος στις ρίμες. Εφηβος παρατά το ψάρεμα. Το 1928 πιάνει δουλειά στο τυπογραφείο που έβγαζε τη χιώτικη εφημερίδα «Ελευθερία». Σύντομα γίνεται καλός μάστορας, μα και διορθωτής πρώτος. Και καλοδιαβασμένος. Κοραής, Ψυχάρης, Σουρής και άλλοι σπουδαίοι δημιουργοί «τρέφουν» την αγάπη και έγνοια του για το λαό και το αυτοδίδακτο ποιητικό ταλέντο του. Το 1932 τυπώνει το πρώτο του πεζογραφο-ποιητικό βιβλίο - αφιερωμένο στον Τσεσμέ - «Ο Λαός της Πατρίδας μου», που βγάζει όλο τον καημό της ξεριζωμένης προσφυγιάς: «Αμάν, αμάν! Στη γης πατώ,/ κι η γης πονεί,/ κι η γης αψά φωνάζει!/ Ποιος έχει πόνο στην καρδιά/ και δεν αναστενάζει;».
Η «Μιχαλού» και η γνωριμία με το ΚΚΕ
Αγώνας και εγκλεισμός σε κολαστήρια
Στις 10 Ιανουρίου 1946 ο ταγματάρχης - διοικητής της Χωροφυλακής Χίου, Ντουβλάς Ελευθέριος, ενημερώνει εγγράφως το Γραφείο ΧΙ/Γ του Γενικού Επιτελείου Στρατού, ότι «ο Φώτης Αγγουλές (...) εδηλητηριάσθη ψυχικώς, διεστράφη πνευματικώς και επίστεψε εις τα ιδέας του κομμουνισμού. Κλεισθείς δε υπό των Συμμαχικών Δυνάμεων εις Ντεκαμερέ, ετελειοποίησε τας αντεθνικάς ιδέας του». Παρακάτω ο διοικητής ενημερώνει το ΓΕΣ ότι «εις τον εν λόγω ασπασθέντα τας κομμουνιστικάς ιδέας, επεδείχθη η συνήθης δήλωσις, συνταχθείσα συμφώνως προς τας σχετικάς διαταγάς». Και το έγγραφο καταλήγει: «Την υπογραφήν τής δηλώσεως ηρνήθη επιμόνως. Εκτοτε παρακολουθείται η δράσις του».
Ο Αγγουλές συνέχισε τον αγώνα τριγυρίζοντας συνεχώς σ' όλη τη Χίο. Με τα πόδια. Πάντα πίσω του ένας χωροφύλακας. Κάποια μέρα κατάκοπος τον ρώτησε: «Γιατί ρε Αγγουλέ το κάνεις αυτό;» - «Χρειάζεσαι καθαρό αέρα!», απάντησε καλόκαρδα ο Αγγουλές. Το 1946 δολοφονήθηκαν οι αγωνιστές Γιάννης Πίττας και Μανώλης Μαυράκης, επειδή τραγουδούσαν αντάρτικα. Η τρομοκρατία κράτους και παρακράτους φουντώνει στο νησί. Δυναμώνει, όμως, και ο αγώνας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Ο Αγγουλές, κρυμμένος σε μια στέρνα στο Βατάδο, με τον κομμουνιστή σύντροφό του Μιχάλη Βιτάκη, τύπωναν έντυπα του ΔΣΕ. Εκεί μια μέρα του Μάρτη του 1948 τους συνέλαβαν. Δικάστηκαν από στρατοδικείο και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Ο Μαυράκης εκτελέστηκε τον Αύγουστο του 1948. Ο Αγγουλές γλίτωσε την εκτέλεση χάρη στον ξεσηκωμό όλου του νησιού και σε διεθνείς διαμαρτυρίες. Δεσμώτης επί οκτώ χρόνια στα κολαστήρια Βούρλων, Μακρονήσου, Κεφαλονιάς, Αλικαρνασσού, Ιτζεδίν, του νοσοκομείου «Αγιος Παύλος» (ετοιμοθάνατος υποβλήθηκε σε εγχείρηση στομάχου το 1954) και Κέρκυρας, από όπου βαριά άρρωστος αποφυλακίστηκε το 1956. Επιστρέφει στη Χίο και «ζει» παρακολουθούμενος...
Συνέρχεται λίγο και γίνεται - επιτέλους - μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Κανείς δεν επιτρέπεται να του δώσει δουλειά. Ανέχεια και μοναξιά τον βασανίζουν. Πνίγει τους πόνους του στο πιοτό. Το 1958, χάρη στις πιέσεις παλιών φίλων του, προσλαμβάνεται στο τυπογραφείο της εφημερίδας «Χιακός Λαός», όπου την ίδια χρονιά τυπώνει μια ανθολογία παλιών και νέων ποιημάτων του, με τίτλο «Πορεία μέσα στη νύχτα» και το 1962 τη συλλογή «Φουτσιγιάμα». Το 1963 καταρρέει - σωματικά και ψυχολογικά - από μολυβδίαση. Δεν τρώει, δεν πίνει, δεν μιλά. Αρχές του 1964, με παρέμβαση του Σωματείου Τυπογράφων, του δίνεται μια ψωροσύνταξη. Στις 27 Μαρτίου παίρνει το καράβι «Κολοκοτρώνης», για Πειραιά. Ταξιδεύοντας στην τρίτη θέση ξεψυχά από πνευμονικό οίδημα. Στην τσέπη του βρέθηκαν μόνο 20 δραχμές. Αμέσως μετά το θάνατό του, ο Γιάννης Ρίτσος τον τιμά με ένα ποίημά του και ο Ανδρέας Καραντώνης ραδιοφωνικά. Ποιήματά του μεταφράστηκαν και εκδόθηκαν σε Γαλλία, Γερμανία, Αγγλία, Σοβιετική Ενωση, Βουλγαρία, κ.α.
Βιογραφικές πηγές: Γιώργος Μπλάνας «Φώτης Αγγουλές - νυχτερινός τραγουδιστής» (εκδόσεις «Ηλέκτρα», 2008). Γιώργος Σιδέρης «Φώτης Αγγουλές» (εκδόσεις «Μοχλός» 1992).
Κείμενα: Αριστούλα ΕΛΛΗΝΟΥΔΗ
http://www2.rizospastis.gr/story.do?id=6419621&publDate=11/9/2011Καίγονται
Αυτούς εγώ που τραγουδώ, δεν έχουνε φτερά.
Δεν τους μεθά καμιά φυγή, δεν τους τραβούν τ’ αστέρια,
έχουνε μια ζεστή καρδιά, δυο ροζιασμένα χέρια,
κι είναι δεμένοι με τη γη.
Απ’ της αυγής το χάραγμα, ως του βραδιού τα θάμπη,
μοχθούν για δυο πικρές ελιές, και μια μπουκιά ψωμί,
ιδρώνουν κι απ’ τον ίδρω τους ανθοβολούνε οι κάμποι,
καίγονται κι απ’ τις φλόγες τους φωτίζεται η ζωή.
Αυτούς εγώ που τραγουδώ, δεν έχουνε φτερά.
Δεν τους μεθά καμιά φυγή, δεν τους τραβούν τ’ αστέρια,
έχουνε μια ζεστή καρδιά, δυο ροζιασμένα χέρια,
κι είναι δεμένοι με τη γη.
Απ’ της αυγής το χάραγμα, ως του βραδιού τα θάμπη,
μοχθούν για δυο πικρές ελιές, και μια μπουκιά ψωμί,
ιδρώνουν κι απ’ τον ίδρω τους ανθοβολούνε οι κάμποι,
καίγονται κι απ’ τις φλόγες τους φωτίζεται η ζωή.
http://e-oikodomos.blogspot.com/2011/09/blog-post_22.html
Καλησπέρα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγχαρητήρια για τη σπουδαία δουλειά που κάνετε σε αυτό το ιστολόγιο.
Είμαι χαρούμενος που σας "συνάντησα".
Καλή δύναμη στη συνέχεια!
Καταπληκτικό αφιέρωμα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣεβαστός διότι...
ΑπάντησηΔιαγραφή"δεν συννεμορφώθην προς τας υποδείξεις"!