Έχω πει και άλλες φορές ότι δεν μου αρέσει να γράφω για τα βιβλία που διαβάζω με την έννοια ότι δεν μου αρέσει η ανάλυση και η κριτική. Διαβάζω γιατί μου αρέσει και ό,τι μου αρέσει απλά το προτείνω και στους άλλους χωρίς πολλά λόγια. Άλλωστε η ανάγνωση, η μελέτη ενός βιβλίου είναι υποκειμενική υπόθεση . Νιώθω όμως την ανάγκη ορισμένες φορές να κάνω πιο γνωστά ορισμένα βιβλία γιατί απλά με έχουν συγκλονίσει, με έχουν συγκινήσει βαθιά, με έχουν προβληματίσει , με έχουν ταρακουνήσει, με βάζουν να ψάξω , να βρω πληροφορίες για το θέμα με το οποίο ασχολούνται.Πολλές φορές δεν κατορθώνω να είμαι αποστασιοποιημένη , μπαίνω μέσα στο βιβλίο, συμπάσχω.
Πριν δύο χρόνια , το 2009, διάβασα στην Ελευθεροτυπία τη συνέντευξη του , άγνωστου σε μένα, συγγραφέα Γιάννη Ατζακά
στην οποία μιλούσε στο Γιώργο Βιδάλη για το νέο του βιβλίο που είχε σχέση με τις παιδοπόλεις. Ο τίτλος του "Θολός βυθός" από τις εκδόσεις Άγρα.
Το βιβλίο είναι αφιερωμένο " Στα παιδιά του εμφυλίου, πικρό καρπό από τα στάχυα που θέρισε το " δίκοπο δρεπάνι" . Η προμετωπίδα από τα " Ελεγεία της Οξώπορτας" του Οδυσσέα Ελύτη
" Ώσπου κάποτε , ο βυθός μ' όλο του το πλαγκτόν κατάφωτο
Θ' αναστραφεί πάνω από το κεφάλι μου. Κι άλλα ως τότε
ανεκμηστήρευτα
Σαν μέσ' από τη σάρκα μου ιδωμένα θα φανερωθούν"
Ο αφηγητής κινείται από το παρόν προς το παρελθόν και παρουσιάζει τα συνταρακτικά γεγονότα της παιδικής του ηλικίας μέσα από τη φωνή του παιδιού που μιλά συνεχώς στον ενήλικα πια άνδρα . Δύο όψεις του ίδιου ανθρώπου σε ένα βαθιά σπαρακτικό διάλογο με τη μνήμη . Και εκείνο βέβαια που αναδεικνύει την αφήγηση και την κάνει οδυνηρή ως προς το συναίσθημα που δημιουργεί είναι η γραφή.
Διάσπαρτες στο βιβλίο φωτογραφίες από τις παιδοπόλεις του Δημήτρη Χαρισιάδη.
Καλό είναι όμως πριν διαβάσει κάποιος το" Θολό βυθό" να αναζητήσει το πρώτο του βιβλίο
" Διπλωμένα φτερά" με το οποίο αποτελεί διλογία.
Εγώ το διάβασα εκ των υστέρων , διότι δεν το ήξερα πριν. Αυτοβιογραφικό με κυρίαρχες εικόνες και μνήμες από το χωριό σε εποχές δύσκολες . Ο αφηγητής εστιάζει στη μορφή της γιαγιάς του , που από βρέφος τη φώναζε μάνα, γιατί μάνα δεν γνώρισε.
Ο Γιάννης Ατζακάς έγινε από τους αγαπημένους μου νέους συγγραφείς . Το τελευταίο του βιβλίο κυκλοφόρησε το 2010 και είναι το " Κάτω από τις οπλές".
Στρατιωτική θητεία στα χρόνια της χούντας στο στρατόπεδο του Κολινδρού στο Τάγμα Ανεπιθυμήτων και συγκεκριμένα των Ημιονηγών. Ριγμένοι εκεί νέοι αριστερού παρελθόντος και ιδεολογίας που προσπαθούν να κρατηθούν όρθιοι στις δοκιμασίες που υποβάλλονται.
Το βιβλίο είναι αφιερωμένο στους Πολύκαρπο Πολυκάρπου και Χρίστο Ζαφείρη μα πρώτα πρώτα δηλώνει " μνήμη Παναγιώτη Κονδύλη"
*Γιάννης Ατζακάς, Κάτω από τις οπλές, νουβέλα, εκδόσεις Αγρα((Τα βιβλία αυτοσυστήνονται / Ελευθεροτυπία)
Πολλά χρόνια μετά την τελευταία συνάντησή τους -Οκτώβρης του '74 πρέπει να ήταν, σ' ένα ταβερνάκι της Ευαγγελίστριας στη Θεσσαλονίκη- ο απόμαχος πια ηθοποιός Χάρης Φωτίου ανασύρει τα καταχωνιασμένα στρατιωτικά ημερολόγια που του εμπιστεύτηκε τότε ο «εν όπλοις και εν οπλαίς κτηνών» σύντροφός του Αλκης Πολίτης, λίγο πριν εγκαταλείψει για πάντα τη «μητριά πατρίδα» του.
Με όσα η δική του μνήμη διέσωσε και η σχεδόν κρυπτική γραφή τού φανέρωσε, αναπαριστά εκείνον το χειμώνα του '68 στο κολαστήριο του Κολινδρού, τις παγερές μέρες και νύχτες της «μεγάλης νύχτας» των συνταγματαρχών. Εκπληρώνει, έτσι, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση (είναι πια χειμώνας του 2008), την υπόσχεση που κάποτε είχε δώσει.
Η ιστορία αρχίζει λίγο μετά το βασιλικό αντιπραξικόπημα της 13ης Δεκεμβρίου 1967, όταν ο Αλκης φτάνει με δυσμενή μετάταξη στο πειθαρχικό 2ο Τάγμα Ορεινών Μεταφορών Κολινδρού. Η κοινή πολιτική καταγωγή, η τραγική μοίρα των γονιών τους, η δημοκρατική δράση τους στις αρχές της δεκαετίας του '60, συνδέουν γρήγορα τον ηθοποιό του Θεάτρου Τέχνης και τον απόφοιτο της Φιλοσοφικής Σχολής Θεσσαλονίκης με μια βαθιά πνευματική φιλία.
Ο Χάρης, έχοντας εξαρχής την ειδικότητα του ημιονηγού -του ανεφοδιαστού, όπως τότε τους είχαν μετονομάσει, του μουλαρά, όπως τους ήξερε ο κόσμος όλος-, αναλαμβάνει να κατατοπίσει τον πρώην τυφεκιοφόρο του πεζικού στις βαριές εργασίες του στάβλου, απαγγέλοντας παράλληλα εδάφια από το «Μνημόνιον του ανεφοδιαστού»: Τον ημίονο τον μεταχειριζόμεθα με υπομονή και καλοσύνη. Τον ανταμείβομε κάθε φορά που υπακούει, με θωπείες. Με βάρβαρα μέσα, όπως οι ραβδισμοί και οι φωνασκίες, επιτυγχάνομε το αντίθετον αποτέλεσμα: ο ημίονός μας γίνεται δύστροπος.
Η μοχθηρία όμως του μανιακού μόνιμου επιλοχία Βούρκουλα να τους ορίζει κάθε νύχτα «γερμανικό» νούμερο στις δύο διπλανές σκοπιές, του στάβλου και της χαράδρας, τους επιτρέπει τουλάχιστον να έχουν ατελείωτες συζητήσεις για το θέατρο, τη λογοτεχνία και την πολιτική. Ετσι, η νυχτερινή θέα της Θεσσαλονίκης απέναντι από το σκοτεινό τους στρατόπεδο οδηγεί τον Αλκη σε μιαν αντίστροφη παρώδηση του «Αγγελιάσματος» του Βασίλη Βασιλικού, όταν εξομολογείται στον φίλο του τον έρωτά του για τη μικρή Ερση: ...Μόνο που εμείς εδώ είμαστε οι απόβλητοι του Συστήματος, οι εξορισμένοι από τον λαμπερό γαλαξία τους. Οι εχθροί του Φωτός είμαστε εμείς, οι τρισκατάρατοι άγγελοι του Σκότους. Αυτό το παγωμένο αστέρι όπου μας έχουν ρίξει, δεν είναι παρά ένα τελικό πεδίο δοκιμής και δοκιμασιών.
Αργότερα, κάποιες άλλες νύχτες, καθώς ο φοβερός εκείνος χειμώνας έφτανε στο τέλος του και πλησίαζε η πρώτη μαύρη επέτειος του πραξικοπήματος, ο Αλκης αρχίζει να μιλά και για τις μέρες του στο επίλεκτο 565 Τάγμα Πεζικού στον Λαγκαδά: τα μισαλλόδοξα κηρύγματα και τον άγριο κατατρεγμό των «χαρακτηρισμένων» φαντάρων· την είσοδο της μονάδας του το χάραμα της 21ης Απριλίου 1967 στη Θεσσαλονίκη και τον στρατωνισμό της στον Παλαιό Σιδηροδρομικό Σταθμό· τη συμμετοχή της στις επινίκιες καρναβαλικές γιορτές της χούντας στο Καυταντζόγλειο στάδιο της πόλης.
Ομως τα χειρότερα στο 2ο Τ.Ο.Μ. δεν είχαν ακόμη συντελεστεί. Η άρνηση του Αλκη να αποκηρύξει τις «αντεθνικές» ιδέες του και να δηλώσει δημόσια πίστη στο στρατιωτικό καθεστώς εξοργίζει τον διοικητή του 2ου Γραφείου, Φατζέα, που θέτει σε σταδιακή εφαρμογή ένα σχέδιο ψυχολογικής βίας και φυσικής του εξόντωσης.
Κάποτε, στις αρχές της άνοιξης, ο Αλκης μετατίθεται στο Διδυμότειχο, απ' όπου, αφού υπηρέτησε και τις μέρες της φυλακής του, απολύεται με διαγωγή «κακή» στις 13 Αυγούστου του '68, την ημέρα που ο Αλέξανδρος Παναγούλης θα εκτελούσε τον «πανάθλιο τύραννο».
Η χρονογραφική αφήγηση του Χάρη Φωτίου συμπληρώνεται από μια σύντομη αναδρομή στα χρόνια της Κατοχής και της Αντίστασης, καθώς και από μερικές αναφορές στην πρώτη Μεταπολίτευση, ενώ τα πάθη του φίλου του σκόπιμα αποδίδονται με θεατρικό λόγο. Στη δική του διήγηση «εγκιβωτίζονται» και οι δύο αναστροφικές αφηγήσεις του Αλκη για τα βάσανα του έρωτα και την πολιτική του δίωξη.
Τα αποσπάσματα που παρεμβάλλονται από το κρυφό ημερολόγιο του Αλκη διασώζουν, πότε σε λυρική και πότε σε συμβολική και υπαινικτική γραφή, το αυθεντικό κλίμα εκείνης της αποτρόπαιας εποχής. Η εναλλαγή αυτή των αφηγηματικών τρόπων σχετίζεται μόνο με τους χαρακτήρες και τα ενδιαφέροντα των κύριων προσώπων της ιστορίας και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί μια «μεταμοντέρνα» σύλληψη.
Αν επιδίωξα συνειδητά κάτι, αυτό ήταν το άρωμα ενός αδικημένου έρωτα να επικαλύπτει τη βαριά φασιστική αποφορά εκείνων των ημερών, ενώ, από βαθύτερα ακόμη, να αναδύεται η αίσθηση των χαμένων θυσιών και των ματαιωμένων ονείρων.
Γιάννης Ατζακάς
Πριν δύο χρόνια , το 2009, διάβασα στην Ελευθεροτυπία τη συνέντευξη του , άγνωστου σε μένα, συγγραφέα Γιάννη Ατζακά
στην οποία μιλούσε στο Γιώργο Βιδάλη για το νέο του βιβλίο που είχε σχέση με τις παιδοπόλεις. Ο τίτλος του "Θολός βυθός" από τις εκδόσεις Άγρα.
Το βιβλίο είναι αφιερωμένο " Στα παιδιά του εμφυλίου, πικρό καρπό από τα στάχυα που θέρισε το " δίκοπο δρεπάνι" . Η προμετωπίδα από τα " Ελεγεία της Οξώπορτας" του Οδυσσέα Ελύτη
" Ώσπου κάποτε , ο βυθός μ' όλο του το πλαγκτόν κατάφωτο
Θ' αναστραφεί πάνω από το κεφάλι μου. Κι άλλα ως τότε
ανεκμηστήρευτα
Σαν μέσ' από τη σάρκα μου ιδωμένα θα φανερωθούν"
Ο αφηγητής κινείται από το παρόν προς το παρελθόν και παρουσιάζει τα συνταρακτικά γεγονότα της παιδικής του ηλικίας μέσα από τη φωνή του παιδιού που μιλά συνεχώς στον ενήλικα πια άνδρα . Δύο όψεις του ίδιου ανθρώπου σε ένα βαθιά σπαρακτικό διάλογο με τη μνήμη . Και εκείνο βέβαια που αναδεικνύει την αφήγηση και την κάνει οδυνηρή ως προς το συναίσθημα που δημιουργεί είναι η γραφή.
Διάσπαρτες στο βιβλίο φωτογραφίες από τις παιδοπόλεις του Δημήτρη Χαρισιάδη.
Καλό είναι όμως πριν διαβάσει κάποιος το" Θολό βυθό" να αναζητήσει το πρώτο του βιβλίο
" Διπλωμένα φτερά" με το οποίο αποτελεί διλογία.
Εγώ το διάβασα εκ των υστέρων , διότι δεν το ήξερα πριν. Αυτοβιογραφικό με κυρίαρχες εικόνες και μνήμες από το χωριό σε εποχές δύσκολες . Ο αφηγητής εστιάζει στη μορφή της γιαγιάς του , που από βρέφος τη φώναζε μάνα, γιατί μάνα δεν γνώρισε.
Ο Γιάννης Ατζακάς έγινε από τους αγαπημένους μου νέους συγγραφείς . Το τελευταίο του βιβλίο κυκλοφόρησε το 2010 και είναι το " Κάτω από τις οπλές".
Στρατιωτική θητεία στα χρόνια της χούντας στο στρατόπεδο του Κολινδρού στο Τάγμα Ανεπιθυμήτων και συγκεκριμένα των Ημιονηγών. Ριγμένοι εκεί νέοι αριστερού παρελθόντος και ιδεολογίας που προσπαθούν να κρατηθούν όρθιοι στις δοκιμασίες που υποβάλλονται.
Το βιβλίο είναι αφιερωμένο στους Πολύκαρπο Πολυκάρπου και Χρίστο Ζαφείρη μα πρώτα πρώτα δηλώνει " μνήμη Παναγιώτη Κονδύλη"
*Γιάννης Ατζακάς, Κάτω από τις οπλές, νουβέλα, εκδόσεις Αγρα((Τα βιβλία αυτοσυστήνονται / Ελευθεροτυπία)
Πολλά χρόνια μετά την τελευταία συνάντησή τους -Οκτώβρης του '74 πρέπει να ήταν, σ' ένα ταβερνάκι της Ευαγγελίστριας στη Θεσσαλονίκη- ο απόμαχος πια ηθοποιός Χάρης Φωτίου ανασύρει τα καταχωνιασμένα στρατιωτικά ημερολόγια που του εμπιστεύτηκε τότε ο «εν όπλοις και εν οπλαίς κτηνών» σύντροφός του Αλκης Πολίτης, λίγο πριν εγκαταλείψει για πάντα τη «μητριά πατρίδα» του.
Με όσα η δική του μνήμη διέσωσε και η σχεδόν κρυπτική γραφή τού φανέρωσε, αναπαριστά εκείνον το χειμώνα του '68 στο κολαστήριο του Κολινδρού, τις παγερές μέρες και νύχτες της «μεγάλης νύχτας» των συνταγματαρχών. Εκπληρώνει, έτσι, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση (είναι πια χειμώνας του 2008), την υπόσχεση που κάποτε είχε δώσει.
Η ιστορία αρχίζει λίγο μετά το βασιλικό αντιπραξικόπημα της 13ης Δεκεμβρίου 1967, όταν ο Αλκης φτάνει με δυσμενή μετάταξη στο πειθαρχικό 2ο Τάγμα Ορεινών Μεταφορών Κολινδρού. Η κοινή πολιτική καταγωγή, η τραγική μοίρα των γονιών τους, η δημοκρατική δράση τους στις αρχές της δεκαετίας του '60, συνδέουν γρήγορα τον ηθοποιό του Θεάτρου Τέχνης και τον απόφοιτο της Φιλοσοφικής Σχολής Θεσσαλονίκης με μια βαθιά πνευματική φιλία.
Ο Χάρης, έχοντας εξαρχής την ειδικότητα του ημιονηγού -του ανεφοδιαστού, όπως τότε τους είχαν μετονομάσει, του μουλαρά, όπως τους ήξερε ο κόσμος όλος-, αναλαμβάνει να κατατοπίσει τον πρώην τυφεκιοφόρο του πεζικού στις βαριές εργασίες του στάβλου, απαγγέλοντας παράλληλα εδάφια από το «Μνημόνιον του ανεφοδιαστού»: Τον ημίονο τον μεταχειριζόμεθα με υπομονή και καλοσύνη. Τον ανταμείβομε κάθε φορά που υπακούει, με θωπείες. Με βάρβαρα μέσα, όπως οι ραβδισμοί και οι φωνασκίες, επιτυγχάνομε το αντίθετον αποτέλεσμα: ο ημίονός μας γίνεται δύστροπος.
Η μοχθηρία όμως του μανιακού μόνιμου επιλοχία Βούρκουλα να τους ορίζει κάθε νύχτα «γερμανικό» νούμερο στις δύο διπλανές σκοπιές, του στάβλου και της χαράδρας, τους επιτρέπει τουλάχιστον να έχουν ατελείωτες συζητήσεις για το θέατρο, τη λογοτεχνία και την πολιτική. Ετσι, η νυχτερινή θέα της Θεσσαλονίκης απέναντι από το σκοτεινό τους στρατόπεδο οδηγεί τον Αλκη σε μιαν αντίστροφη παρώδηση του «Αγγελιάσματος» του Βασίλη Βασιλικού, όταν εξομολογείται στον φίλο του τον έρωτά του για τη μικρή Ερση: ...Μόνο που εμείς εδώ είμαστε οι απόβλητοι του Συστήματος, οι εξορισμένοι από τον λαμπερό γαλαξία τους. Οι εχθροί του Φωτός είμαστε εμείς, οι τρισκατάρατοι άγγελοι του Σκότους. Αυτό το παγωμένο αστέρι όπου μας έχουν ρίξει, δεν είναι παρά ένα τελικό πεδίο δοκιμής και δοκιμασιών.
Αργότερα, κάποιες άλλες νύχτες, καθώς ο φοβερός εκείνος χειμώνας έφτανε στο τέλος του και πλησίαζε η πρώτη μαύρη επέτειος του πραξικοπήματος, ο Αλκης αρχίζει να μιλά και για τις μέρες του στο επίλεκτο 565 Τάγμα Πεζικού στον Λαγκαδά: τα μισαλλόδοξα κηρύγματα και τον άγριο κατατρεγμό των «χαρακτηρισμένων» φαντάρων· την είσοδο της μονάδας του το χάραμα της 21ης Απριλίου 1967 στη Θεσσαλονίκη και τον στρατωνισμό της στον Παλαιό Σιδηροδρομικό Σταθμό· τη συμμετοχή της στις επινίκιες καρναβαλικές γιορτές της χούντας στο Καυταντζόγλειο στάδιο της πόλης.
Ομως τα χειρότερα στο 2ο Τ.Ο.Μ. δεν είχαν ακόμη συντελεστεί. Η άρνηση του Αλκη να αποκηρύξει τις «αντεθνικές» ιδέες του και να δηλώσει δημόσια πίστη στο στρατιωτικό καθεστώς εξοργίζει τον διοικητή του 2ου Γραφείου, Φατζέα, που θέτει σε σταδιακή εφαρμογή ένα σχέδιο ψυχολογικής βίας και φυσικής του εξόντωσης.
Κάποτε, στις αρχές της άνοιξης, ο Αλκης μετατίθεται στο Διδυμότειχο, απ' όπου, αφού υπηρέτησε και τις μέρες της φυλακής του, απολύεται με διαγωγή «κακή» στις 13 Αυγούστου του '68, την ημέρα που ο Αλέξανδρος Παναγούλης θα εκτελούσε τον «πανάθλιο τύραννο».
Η χρονογραφική αφήγηση του Χάρη Φωτίου συμπληρώνεται από μια σύντομη αναδρομή στα χρόνια της Κατοχής και της Αντίστασης, καθώς και από μερικές αναφορές στην πρώτη Μεταπολίτευση, ενώ τα πάθη του φίλου του σκόπιμα αποδίδονται με θεατρικό λόγο. Στη δική του διήγηση «εγκιβωτίζονται» και οι δύο αναστροφικές αφηγήσεις του Αλκη για τα βάσανα του έρωτα και την πολιτική του δίωξη.
Τα αποσπάσματα που παρεμβάλλονται από το κρυφό ημερολόγιο του Αλκη διασώζουν, πότε σε λυρική και πότε σε συμβολική και υπαινικτική γραφή, το αυθεντικό κλίμα εκείνης της αποτρόπαιας εποχής. Η εναλλαγή αυτή των αφηγηματικών τρόπων σχετίζεται μόνο με τους χαρακτήρες και τα ενδιαφέροντα των κύριων προσώπων της ιστορίας και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί μια «μεταμοντέρνα» σύλληψη.
Αν επιδίωξα συνειδητά κάτι, αυτό ήταν το άρωμα ενός αδικημένου έρωτα να επικαλύπτει τη βαριά φασιστική αποφορά εκείνων των ημερών, ενώ, από βαθύτερα ακόμη, να αναδύεται η αίσθηση των χαμένων θυσιών και των ματαιωμένων ονείρων.
Γιάννης Ατζακάς
8 σχόλια :
Ο Γιάννης Ατζακάς υπήρξε καθηγητής μου! Δυο χρόνια στην πρώτη και τη δευτέρα γυμνασίου μου δίδαξε τον Όμηρο από μετάφραση και μ' έκανε να γνωρίσω τη μαγεία των ομηρικών κειμένων. Δεν έχω διαβάσει ακόμα τα βιβλία του, τα βλέπω συχνά στο βιβλιοπωλείο και περίμενα την κατάλληλη ευκαιρία να τα αγοράσω. Νομίζω πως ήρθε επιτέλους η κατάλληλη ευκαιρία και βέβαια θα αρχίσω από τα Διπλωμένα Φτερά.
ΥΓ. Τον συνάντησα πρόσφατα στην παρουσίαση του βιβλίου του Ζουργού και του μίλησα. Φωτίστηκε το πρόσωπό του όταν μου μίλησε για τα βιβλία του και νομίζω πως του χρωστάω μια ανάρτηση.
Χαίρομαι αυτή την τρυφερότητα με την οποία γράφεις κάθε φορά, Σοφία, για κάθε θέμα σου.
Τι άλλο μας έχει απομείνει πια εκτός από τρυφερότητα. Αλλοίμονο αν τη χάσουμε και αυτή.
Χαμένες θυσίες, ματαιωμένα όνειρα. Αλλιώς ΕΜΠΕΙΡΙΑ, πάλΗ και πάλΙ ΝΑ ΖΕΙΣ!
Καλησπέρα ή μάλλον καλημέρα,
Τόχω διαβάσει το βιβλίο πριν λίγους μήνες και καταλαβαίνεις..
σε ευχαριστώ που μου το θύμισες τόσο τρυφερά.
Καλό ξημέρωμα
Σας προωθώ τα παρακάτω λόγια εκ μέρους του κ. Γιάννη Ατζακά:
>
Σοφία, γεια σου
> μόνον αν γνώριζες τις αγωνίες και την αβεβαιότητα που συνοδεύουν έναν συγγραφέα -και σε ολόκληρο το στάδιο της συγγραφής κι όταν αργότερα τα βιβλία του πάρουν το δρόμο τους-, θα μπορούσες να καταλάβεις πόση συγκίνηση και χαρά μου χάρισαν τα καλά λόγια σου. Καμιά φορά σκέφτομαι πως συνεχίζουμε να γράφουμε χάρη στην επάρκεια, την ευαισθησία και τη γενναιοδωρία των άγνωστων αναγνωστών μας.
> Σου εύχομαι χαρούμενες γιορτές, Γιάννης Ατζακάς
Ξαναέζησα με τα βιβλία του τα παιδικά μου χρόνια στο χωριό και την πορεία μου στο οικοτροφείο που μεγάλωσα και ανδρώθηκα. Ταυτίστηκα απόλυτα με τα κεντρικά πρόσωπα των βιβλίων του. Θυμήθηκα, αναλογίστηκα, έκλαψα.. Τον ευχαριστώ πολύ.
Θα ήθελα πολύ να τον γνωρίσω από κοντά.
Με εκτίμηση
Γιάννης Λ. - Ιωάννινα
Γιάννη Λ. , συντοπίτη μου, καλημέρα.
Το σχόλιο σου με άγγιξε και με συγκίνησε. Μακάρι να το διάβαζε και ο Γιάννης Ατζακάς. Τα έργα του είναι σπαρακτικά.Κατάθεση ψυχής συγκλονιστική.
Σε ευχαριστώ για την επίσκεψη και το σχόλιο.
Να' σαι καλά.
Δημοσίευση σχολίου