Τον καιρό που γνώρισα τον Κουν, στο περίφημο τσάι στο σπίτι του διευθυντή του Κολλεγίου Αθηνών, ήταν ένας νέος της εποχής του, που είχε όλες τις πληροφορίες για το τι είναι καλόγουστο και τι κακόγουστο. Τα γούστα του ήταν αισθητικότατα και ταίριαζαν σε μια παιδική κάμαρα πρίγκηπος, λίγο βόρεια, εποχής μετά - art nouveau.
Οι ανίδεοι και αγράμματοι Αθηναίοι, που πήγαιναν στις παιδικές του παραστάσεις, εθαύμαζαν τα εκπληκτικά αυτά έργα, που μας μετέφεραν στην πρωτοποριακή Ευρώπη, την οποίαν κυνηγούσαν οι Έλληνες, αλλά δεν έφταναν ποτέ. Ήταν η μετακλασική περίοδος της Ελλάδας, όπου ο αρχιτέκτων Τσαγκρής και οι τρεις γενεές του αρχιτέκτονος Κιτσίκη όριζαν τη διακοσμητική και την αρχιτεκτονική για να μην πέσει στο τίποτα, ύστερα από το βασίλεμα του νεοκλασικισμού. Ο Κουν απαντούσε με το θέατρό του, που γινόταν από τους μαθητές του Κολλεγίου.
Ήταν στο κέντρο αυτής της μετακλασικής περιόδου, και έξαφνα στο περίφημο τσάι του διευθυντή του Κολλεγίου κ. Όμηρου Νταίηβις, που παρά την ηλικία του διατηρούσε σώμα αρχαίου αγάλματος και θύμιζε το " Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι", ο Κουν, που ήταν στην πρωτοπορία του νέου στυλ, συνάντησε τους νέους κόσμους που θα τυραννούσαν αργότερα την Ελλάδα, τον Θεόφιλο, τη λαϊκή τέχνη και το ρωμαίικο. Εκεί συνελήφθησαν μαζί οι αρχές της Λαϊκής Σκηνής, στα μακριά μαλλιά των ηρώων με τα στριμμένα μουστάκια και τους μπαρόκ θώρακες και άλλα πολλά, και ενώ μέχρι τότε είχε σαν εικόνισμα ορισμένες ψυχές του Ροντέν, άρχισε να προσανατολίζεται σε άλλους κόσμους. Ήθελε να κάνει τους ήρωες της "Ερωφίλης" σαν λεπτές φιγούρες όμοιες με τα αιγυπτιακά ανάγλυφα κάποιας αρχαίας δυναστείας. Δίπλα του ήταν ένα άλλο πνεύμα, ο δημοσιογράφος Δεβάρης, κοντός και με ακμή στο πρόσωπο, που είχε θριαμβεύσει στην παράσταση της " Ορέστειας" στο Παρίσι, και στα προγράμματα γραφόταν Διόνυσος Δεβάρης. Σμίξαμε μερικοί άνθρωποι που, παρ' όλες τις αντίθετες ιδέες που είχε ο ένας από τον άλλον, η πίστη μεταξύ μας και η αγάπη μας για το θέατρο έβγαλε παραστάσεις με ενότητα όπως συνέβη και στους " Όρνιθες".
Ο Κουν άλλαξε τελείως εκείνη την εποχή, αλλά όσο και ν' αλλάξει κανείς κάτι μένει απ' το παλιό παρελθόν. Όταν συνάντησε τον Καθηγητή Κόντογλου, γνώρισε την αληθινή ρωμιοσύνη που έδειχνε την Ελλάδα όπως είναι, ενώ εκείνος μέχρι τότε είχε μια ιδέα της Ελλάδας που είχε ο έξω Ελληνισμός. Στην παράσταση των " Ορνίθων" που έκανε εκείνη την εποχή υπήρχαν μερικά στοιχεία αυτού του νέου ελληνικού πνεύματος. Σχεδίαζε κοστούμια που εν μέρει ήταν το παιδικό μετακλασικό στυλ και εν μέρει προσωπικές εμπνεύσεις που ο ίδιος έβρισκε μέσα στην αλχημεία της ψυχής του. Ήταν καλόγουστα και εκπληκτικά για την αισθητική της εποχής τους.
Στο θέατρο ανακάλυψε τον Ελληνισμό της Ανατολής, που τον βοήθησε να βρει αυστηρές ομοιότητες με τον κόσμο του Τσέχωφ. Η παράσταση του " Βυσσινόκηπου" στο Ωδείο Αθηνών αποκάλυψε έναν Κουν που δεν ήθελε να δει το ρωμαίικο κόσμο, αλλά να δώσει τις παιδικές του αναμνήσεις από την Πόλη. Σ' αυτή την παράσταση έβγαλε τη μάσκα του φίλου του ρωμαίικου και συνδέθηκε με την πραγματικότητα της αστικής τάξεως , της οποίας το πρόσωπο έδειχνε η Κωνσταντινούπολη επηρεασμένη από τη Ρωσσία. Αυτή η αισθητική, σε μικρότερο βαθμό, υπήρχε και σε άλλες παραστάσεις του. Ο Κουν είχε βαθύτατα βιώματα, που δεν είχε ο Έλληνας όντας στην ίδια περίπτωση, όπως ο Κωνσταντινουπολίτης. Η Ανατολή μπήκε στην τέχνη του από το αθηναϊκό ρωμαίικο.
Ήθελε να κάνει τους ηθοποιούς του τέλειους ενός πρωτοποριακού γερμανικού θεάτρου· μα όλοι οι ηθοποιοί δεν μπορούσαν να το κάνουν αυτό. Επηρεάστηκε από αυτό, επωφελήθηκε και έτσι βγήκε ένα νέο στυλ ηθοποιού, ο ηθοποιός του Κουν.
Πολλές φορές σχεδίαζε κοστούμια, αλλά δεν ενδιαφερόταν πώς θα τελειώσουνε, αφορμή για μια διαφωνία ή μια συμφωνία, ένας πλούσιος διάλογος που κατέληγε σε καλά έργα. Τα σχέδιά του όμως κρατούσαν πάντοτε το αρχαϊκό αυτό πνεύμα που του είχε δώσει ο απόδημος Ελληνισμός και παρ' όλη την εξωτερική τους αφέλεια έκρυβαν μια πολύ σοβαρή σκέψη, ώστε ήταν αρκετά για να διδάξουν τον σκηνογράφο για τη διάγνωση του έργου.
Η σκηνογραφία δεν είναι πολλές φορές για να γίνει, είναι για να αντιληφθεί κανείς την ουσία του έργου, και αυτόν τον ρόλο έπαιζαν τα σχέδια του Κουν.
Ο Κουν αν και διηύθυνε το θέατρό του, ήταν έτοιμος να υποταχθεί στη γνώμη κάποιου ο οποίος ήταν καλός. Η επαγγελματική του καταγωγή έπαιζε κάποιον ρόλο. Εγνώριζε ότι για να προχωρήσει έπρεπε να διδάσκει μαθαίνοντας.
Σεβόταν κανείς τον Κουν όπως έναν ερωτευμένο που ο έρωτας τον οδήγησε στην άκρα σοβαρότητα. Και ο έρωτας γι' αυτόν δεν ήταν απλώς ένα πάθος, αλλά μια μέθοδος για να αγγίξει την τελειότητα.
Μαρούσι, 10.12.87
...σε μορφές, σε ήχους, σε σχήματα. Κάρολος Κουν, Θέατρο Τέχνης " Κάρολος Κουν", Αθήνα 1988
...σε μορφές, σε ήχους, σε σχήματα. Κάρολος Κουν, Θέατρο Τέχνης " Κάρολος Κουν", Αθήνα 1988
Ο Κάρολος Κουν γεννήθηκε στην Προύσα της Μ. Ασίας στις 13 Σεπτεμβρίου 1908
[...Αν και γεννήθηκα στην Προύσα, την Προύσα δεν την γνώρισα. Από μικρός βρέθηκα στην Πόλη και κει μεγάλωσα. Από κει αρχίζουν οι αναμνήσεις, εκεί δημιουργήθηκαν οι πρώτοι ερεθισμοί, τα πρώτα συναισθήματα, η πρώτη επαφή με την έξω από μένα πραγματικότητα...]
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου