Έργο του Bleeps(street artist)
Πριν από χιλιάδες χρόνια, οι άνθρωποι μιλούσαν με κραυγές. Μιμούνταν τους ήχους της φύσης. Μιλούσαν και με χρώματα. Μάζευαν τις όχρες και έβαφαν τα σώματα των νεκρών, τις πέτρες, τα αγγεία τους. Οι κραυγές όμως έγιναν, μέσα από την εξέλιξη της δουλιάς , λόγος, τα χρώματα έγιναν τέχνη. Πέρασε έτσι ο άνθρωπος στον πολιτισμό. Ο λόγος και η τέχνη έγιναν κυρίαρχα στοιχεία της ανθρώπινης κοινωνίας. Ο λόγος βοήθησε τον άνθρωπο να μιλήσει και να σκεφτεί, να τραγουδήσει, να προσευχηθεί, να διαμαρτυρηθεί. Η τέχνη υπηρέτησε τις ανάγκες της "ψυχής" και του μυαλού. Μετρίασε την πίκρα της δουλιάς. Μέσα από το λόγο και την τέχνη, τα σχήματα και τις παραστάσεις, τους αριθμούς, τα σύμβολα, τις εικόνες, ο άνθρωπος πέρασε στις μηχανές. Αυτές δεν είχαν λόγο, είχαν ρυθμό και θόρυβο. Έσπασαν το χρόνο σε κομμάτια. Παγίδευσαν τον άνθρωπο μέσα στις λογικές της διάβρωσης και του κέρδους. Μπήκαν ανάμεσα στο χέρι και το προϊόν, ολοκλήρωσαν την αλλοτρίωση. Πολλές φορές πολέμησαν και την τέχνη. Μα πάνω απ' όλα έκοψαν τη ζωή του ανθρώπου σε μικρά κομματάκια. Ακόμα και οι "αγαθές" μηχανές, αυτές που υπηρετούν τον άνθρωπο στα χέρια των πονηρών υπονομεύουν τη ζωή του. Προσδιορίζουν τον ελεύθερο χρόνο του, όπως θέλουν αυτές, και τον μοιράζουν σε μικρά ανούσια αντίδωρα, όπου δεν χωράει ούτε ο λόγος, ούτε η τέχνη. Γιατί μέσα σ' αυτόν τον από μηχανής "ελεύθερο χρόνο", χωράει μόνο το μοχθηρό μάτι της τηλεόρασης και ο ανήσυχος ύπνος του κουρασμένου τηλεθεατή. Αυτός ο χρόνος είναι σπάραγμα κόπου. Είναι κομμάτια από τη δική μας τη σάρκα , καρφωμένα στο στιλπνό τελάρο της καπιταλιστικής μας κοινωνίας. Αναρτημένα στα τσιγγέλια της αγοράς. Έτσι και ο λόγος δεν τα κατάφερε να κρατηθεί ακέραιος. Δεν μιλάω για τη γλώσσα , αυτή προχωράει. Μα ο λόγος διαβρώνεται, παίρνει επάνω του την οργή των μαζών, τη διαμαρτυρία του καταπιεζόμενου. Γίνεται κατάρα και διεκδικητική υπόμνηση , βρισιά. Περνάει στο στόμα της ομάδας και μοιράζεται. Στέκεται απέναντι στη μηχανή και πάιρνει το δικό της ρυθμό. Τη μιμείται. Και μ ' αυτή τη νέα μορφή παίρνει τους δρόμους μαζί με τις σημαίες, τα πανώ και τις σηκωμένες γροθιές. Γίνεται σύνθημα. Γίνεται δηλαδή υποκατάστατο της ομιλίας, του επιχειρήματος , της ανάλυσης, της θεωρίας, της ποίησης. Έτσι σιγά - σιγά, σχεδόν αναγκαστικά, ξαναγυρνούμε στις κραυγές και στα χρώματα. Μιμούμαστε τις βροντές και τους φλοίσβους, τις κραυγές των θυμωμενων ζώων. Και δίπλα στις μηχανές γινόμαστε και μεις ρυθμικοί και κουρντισμένοι, θορυβώδεις, εναλλασσόμενοι. Μαζί με τους υπολογιστές , όπου ο λόγος είναι συνθηματολογικός και αναλύεται σε "εντολές" και όχι σε φράσεις. Χωρίς να πείθουμε, χωρίς να συγκινούμε, γιατί στο δικό μας πολιτισμό της καλωδιακής ευτυχίας και του μηχανικού έρωτα, φαίνεται πως λιγοστεύει, όσο πάει, ο χώρος για την πειθώ. Περισσεύουν οι εξαναγκασμοί και οι υποκλοπές. Γι' αυτό και οι μηχανές αναλαμβάνουν να πείσουν με το δικό τους τον τρόπο: την ψυχρότητα του ηλεκτρονικού υπολογισμού και τις ανοίκιες συβιλλικές λέξεις. Έτσι και ο λόγος ξεπερνάει τις διηγηματικές του αρετές και βυθίζεται, ολοένα και πιο πολύ στους αξεδιάλυτους πολτούς των λεκτικών συνθημάτων. Όχι όμως. Χιλιάδες φορές όχι. Αν επιμείνουμε στην παγίδα ενός τέτιου λόγου, δεν θα κερδίσουμε κανέναν. Πρέπει να τον αλλάξουμε. Αλλιώς θα μας υποκαταστήσουν οι μηχανές και οι δονητές της τεχνητής ηδονής.Γιώργος Χ. Χουρμουζιάδης ( παλιά δημοσίευση στο Ριζοσπάστη. Βρήκα το απόκομμα τυχαία ανάμεσα στις σελίδες ενός βιβλίου χωρίς να έχω κρατήσει την ημέρα και το χρόνο δημοσίευσης)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου