"Προσέξατε ότι το φως είναι πιο καθαρό;" λέει ο Φρανσίσκο Αντρές Εσκομπάρ.
" Η αλήθεια είναι πως δεν το είχα προσέξει".
Ήταν αρχές Νοεμβρίου του 1993. Ελάχιστα ήξερα για τη ζωή των Ιησουιτών που είχαν δολοφονηθεί στο UCA, αν και είχα δει στην τηλεόραση τη δίκη των δραστών που είχε γίνει πριν από χρόνια. Τη μετέδιδαν ως θέαμα. Και όλοι την παρακολουθούσαμε τη μια μέρα μετά την άλλη, λες και βλέπαμε το πιο μεγάλο θεατρικό έργο που υπήρχε.
" Πάντα έτσι είναι τον Νοέμβριο. Πάντα. Ακόμη κι εκείνη τη χρονιά".
" Το 1989;'
"Ναι...'
" Πώς μάθατε γι' αυτό που είχε συμβεί;"
" Από το ραδιόφωνο. Άρχισαν να το μεταδίδουν από νωρίς. Εγώ ήρθα στο πανεπιστήμιο αμέσως μόλις το έμαθα".
" Εσείς είχατε πιο στενή σχέση με τον Εγιακουρία, σωστά;"
" Ναι, ο Εγιακουρία ήταν σαν πατέρας για μένα. Αυτός με είχε φέρει να δουλέψω εδώ".
Ο Φρανσίσκο Αντρές δίδασκε Έκθεση και άλλα μαθήματα στη σχολή της Λογοτεχνίας. Ήταν και συγγραφέας. Μου είπε κάμποσες φορές ότι ο Εγιακουρία τον εκτιμούσε γι' αυτό. Το 1978 είχε κερδίσει ένα διεθνές βραβείο ποίησης, το βραβείο της πόλης Κετσαλτενάγκο της Γουατεμάλας, που είχε μεγάλο κύρος στην περιοχή, και ο Εγιακουρία είχε γράψει έναν πρόλογο γι' αυτά του τα ποιήματα, τον οποίο συμπεριέλαβε στο βιβλίο όταν εκδόθηκε. Ο καθηγητής Εσκομπάρ ήταν ένας πράος άνθρωπος, με ύψος γύρω στο ένα εβδομήντα, που φορούσε πάντα τζιν και άσπρα βαμβακερά μπλουζάκια. Ήδη εκείνη την εποχή είχε άσπρα μαλλιά, ασημένια, αν και δεν είχε φτάσει ακόμη τα εξήντα.
" Ξέρετε", λέει ο Φρανσίσκο Αντρές, " ο Εγιακουρία μού έλεγε πάντα ότι ήταν πεπεισμένος πως θα μπορούσε να γλιτώσει απ' τη δολοφονία μιλώντας με τον εκτελεστή του. Πίστευε ότι μπορούσε να πείσει τον οποιονδήποτε".
" Το σκεφτόσασταν αυτό; Ότι κινδυνεύατε;"
" Ναι, το σκεφτόμασταν. Κάποιες φορές το ξεχνούσαμε, άλλες το θυμόμασταν και το σκεφτόμασταν. Ήταν πιθανό. Τόσο πιθανό, βέβαια, που τελικά έγινε κιόλας".
Βρισκόμαστε στη βεράντα του κτιρίου της Σχολής Επικοινωνιών. Απέναντί μας ένα δέντρο με μεγάλα κλαδιά, σχεδόν γυμνά από φύλλωμα. Είναι λίγο μετά τις πέντε το απόγευμα. Κάτω οι διάδρομοι είναι γεμάτοι σπουδαστές που βγαίνουν από τις τάξεις τους. Εκείνη τη μέρα τελειώνουν πιο νωρίς απ' το συνηθισμένο, είναι 16 Νοεμβρίου, το βράδυ θα γίνει μια λιτανεία, μια Λειτουργία και μια αγρυπνία εις μνήμην των δολοφονημένων Ιησουιτών ιερέων. Το ελαφρύ αεράκι φέρνει από κάπου μια μυρωδιά από λιβάνι. Εμείς καθόμαστε ακουμπισμένοι στο τσιμεντένιο παραπέτο. Κανένας μας δε σχολιάζει εκείνο το άρωμα.
" Σας έχει μείνει καθόλου πικρία; Σκέφτομαι πως, αν λέτε ότι ο Εγιακουρία ήταν σαν πατέρας σας, θα πρέπει να σας ήταν πολύ δύσκολο να αποδεχθείτε αυτή την κατάσταση. Αν ταράζεται κανείς βλέποντας μερικές φωτογραφίες και μόνο, δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα ήταν να έχεις δει όλη τη σκηνή ζωντανά, να τους έχεις δει να κείτονται εκεί πέρα".
" Όταν βρίσκεται κανείς αντιμέτωπος με κάτι τέτοιο, είναι λες κι αυτό που βλέπει δεν αποτελεί μέρος της πραγματικότητας. Είναι δύσκολο να εξηγηθεί. Πολύ σκληρό. Απίστευτα θλιβερό. Αλλά έχει και μια ισχυρή δόση από κάτι το μη πραγματικό. Και όσο γι' αυτό που με ρωτήσατε, σ' αυτούς που τους σκότωσαν , όχι, δεν κρατάω κακία. Σ' αυτούς που πυροβόλησαν εννοώ. Αυτοί δεν ήταν παρά άβουλα πιόνια. Με καταλαβαίνετε;"
" Ναι. Καταλαβαίνω".
" Αυτοί δεν μπορούσαν να πουν και όχι. Δεν μπορούσαν να βάλουν σε κίνδυνο τη ζωή τους για τη ζωή κάποιων παπάδων. Στρατιωτάκια ήταν. Τους έλεγαν " πηγαίνετε να σκοτώσετε παπάδες", και γι' αυτούς ήταν σαν να τους έλεγαν να σκοτώσουν περιστέρια στην πλατεία".
" Επομένως, δεν τους κρατάτε κακία."
" Σ' αυτούς όχι. Δεν είναι αυτοί οι πραγματικοί ένοχοι. Και όλοι το ξέρουμε. Αυτοί που δικάστηκαν και πήγαν φυλακή είναι τα λιοντάρια του τσίρκου, αυτά που πηδάνε μέσα απ' τα πυρακτωμένα στεφάνια, αλλά οι ιδιοκτήτες του τσίρκου είναι άλλοι. Οι ιδιοκτήτες είναι αυτοί που έδωσαν τη διαταγή. Το Γενικό Επιτελείο. Αυτοί, ναι. Αυτοί είναι οι πραγματικοί δολοφόνοι. Και ζουν ήρεμα κι ωραία. Για τους συγκεκριμένους τα συναισθήματά μου είναι διαφορετικά. Είναι φρικτό που δεν αλλάζει αυτή η κατάσταση και δε δικάζονται όπως θα έπρεπε να είχε γίνει από την αρχή".
" Η αλήθεια είναι πως δε φαίνεται ότι θ' αλλάξει κιόλας κάποτε".
" Ποτέ δεν ξέρει κανείς, μπορεί με τα χρόνια".
"Μπορεί".
Για το βιβλίο του Χόρχε Γκαλάν "ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ" ο λόγος. Πρόκειται για ένα συνταρακτικό βιβλίο που πότε με μυθιστορηματική αφήγηση και πότε με παράθεση συνεντεύξεων εξιστορεί την αληθινή ιστορία της σφαγής των Ιησουιτών μοναχών του Καθολικού Πανεπιστημίου του Ελ Σαλβαντόρ το Νοέμβριο του 1989 από μια παραστρατιωτική ομάδα, καθώς και δύο γυναικών. Η αιτία της δολοφονίας των ιερέων ήταν η προσπάθειά τους να μεσολαβήσουν ανάμεσα στους αντάρτες του Φαραμπούντο Μαρτί και στις κυβερνητικές δυνάμεις για τη λήξη του εμφυλίου πολέμου.
" Δεκάδες ιερείς και κληρικοί αποπέμπονται για συμμετοχή σε διαδηλώσεις και πολλοί δολοφονούνται. Μεταξύ αυτών είναι ο Ιγκνάσιο Εγιακουρία, πρύτανης του Κεντροαμερικανικού Πανεπιστημίου και ο Αρχιεπίσκοπος Ρομέρο του Ελ Σαλβαδόρ. Η δράση του δεύτερου, εκλήφθηκε ως διείσδυση του κομμουνιστικού κινδύνου μέσα στην Εκκλησία, καθώς στους δημόσιους λόγους του εναντιωνόταν στην κυβέρνηση και στην επέμβαση των Η.Π.Α., ενώ μία μέρα πριν από τη δολοφονία του, είχε καλέσει τους στρατιώτες να αφήσουν τα όπλα και να πάψουν να εκτελούν διαταγές." *
Ο Χόρχε Γκαλάν, συγγραφέας και ποιητής, είναι από το Ελ Σαλβαντόρ και τολμά να μιλήσει για αυτό το γεγονός σπάζοντας τη σιωπή που έχει καλύψει το έγκλημα και τους αυτουργούς, φυσικούς και ηθικούς, σε μια προσπάθεια να ακουστεί η φωνή των φτωχών και καταπιεσμένων. Το βιβλίο στηρίχτηκε σε στοιχεία έρευνας που διήρκεσε δέκα χρόνια και η δημοσίευσή του οδήγησε το συγγραφέα σε αυτοεξορία στην Ισπανία, καθώς δέχτηκε απειλές για τη ζωή του.
" Δεν είναι πρωτόγνωρα τέτοιου είδους συμβάντα. Το πιο βαρύ για εμένα ήταν η αίσθηση που είχα ότι είμαι παγιδευμένος στον κόσμο, επειδή δεν μπορούσα να γυρίσω στην πατρίδα μου, στο σπίτι μου. Είμαστε μια από τις πιο επικίνδυνες χώρες του κόσμου, πέρσι είχαμε μια δολοφονία ανά ώρα. Είμαστε μια κοινωνία που νοσεί. Και έχω αρχίσει να πιστεύω ότι δε θα βρούμε λύση γιατί η βία κάνει κύκλους στην ιστορία της χώρας μου και τον τελευταίο αιώνα είναι πάντοτε παρούσα. Στην κοινωνία μας κυριαρχεί το αντάρτικο και το εμπόριο ναρκωτικών, είμαστε μια κοινωνία κατεστραμμένη και είναι πολύ δύσκολο να βρούμε κάποια διέξοδο, γιατί όλες αυτές οι συνθήκες, που οδήγησαν στον πόλεμο μια χώρα με σαθρή κοινωνική οργάνωση χωρίς ευκαιρίες, εξακολουθούν να ισχύουν ακόμα. Υπάρχουν παιδιά κάτω των είκοσι ετών που δε γνώριζαν τίποτα για την ιστορία της δολοφονίας των Ιησουιτών. Αν δεν έχουμε ιστορική μνήμη, δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε τα σφάλματα του παρελθόντος. Η λογοτεχνία ίσως πρέπει να κάνει ακριβώς αυτό, να διατηρήσει ζωντανή τη μνήμη για τις επόμενες γενιές. Και να ξαναθυμηθούμε ότι κάποτε ήμασταν μια υπέροχη χώρα για να ζει κανείς." ( Απόσπασμα από συνέντευξη του συγγραφέα στο in.gr )
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου