Μελέτα, μα έχε άγρυπνα και ανοιχτά τα μάτια της ψυχής σου στη ζωή...

Δημήτρης Γληνός

Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

Συζητώντας με το Σωτήρη Δημητρίου


Η επίσκεψη ενός συγγραφέα σε σχολείο δεν είναι γεγονός καθημερινό ούτε ασήμαντο.  Ανησυχία και αγωνία για την επίσκεψη. Πώς θα είναι άραγε ; Έχει κάτι ιδιαίτερο; Είναι σοβαρός και απρόσιτος; Θα τον καταλάβουν τα παιδιά; Θα έχουν το θάρρος να μιλήσουν μαζί του ή θα νιώθουν αμήχανα; Θα είναι ήσυχα ή θα είναι φασαριόζικα και αδιάφορα;
Ευτυχώς τίποτε από όλα αυτά δεν συνέβη. Μόλις ο συγγραφέας Σωτήρης Δημητρίου μπήκε στην αίθουσα εκδηλώσεων, ο αέρας άλλαξε.Φρέσκος αέρας από τις κορφές της Μουργκάνας πλημμύρισε την αίθουσα και όλα λύθηκαν με τρόπο μαγικό.
Πολύ φιλικός, συμπαθητικός, οικείος ο συγγραφέας έπιασε κουβέντα με τους μαθητές της Α΄ Γυμνασίου που είχαν την τύχη να απολαύσουν ένα ζωντανό μάθημα λογοτεχνίας.
 Οι ερωτήσεις που οι μαθητές απεύθυναν στο συγγραφέα βοήθησαν και τον ίδιο να ανοίξει την καρδιά του και τη ψυχή του και να απελευθερώσει τις αναμνήσεις του, τις σκέψεις του, τις αντιλήψεις του και τα μικρά μυστικά της συγγραφικής του τέχνης.
Η παρουσίαση ενός συγγραφέα αρχίζει σχεδόν πάντα με στιγμιότυπα της ζωής του. Η πραγματική μας πατρίδα είναι η παιδική μας ηλικία, γιατί τότε οι σχέσεις μας είναι ανιδιοτελείς  και η γλώσσα εκφέρεται αβίαστα, χωρίς λογοκρισία, είπε,  και μεταφέρθηκε μικρό παιδί στην Ηγουμενίτσα να ξοδεύει το εικοσάρικο του θείου του που προοριζόταν για το σινεμά σε ένα καλάθι φρασκαμέντα και να σκιαγραφεί τη γραφική εικόνα του κερκυραίου φραγκοσυκά που τα πουλούσε. Κι από κοντά η μάνα του , μορφή δυναμική, να διεκδικεί πίσω τα χρήματα και να πετά όσα φραγκόσυκα είχαν απομείνει στη θάλασσα για να τιμωρήσει τον φραγκοσυκά και αυτός να προσπαθεί να τα μαζέψει με ένα καλάμι από τη θάλασσα. 
Λίγο μετά η σκηνή μεταφέρεται στο θερινό σινεμαδάκι με την τέντα και τον τελάλη να διαλαλεί
Σήμερα έχουμε δυο ταινίες
Γονείς και κηδεμόνες φέρτε τα παιδιά σας
κάτω από τη μαγευτική τέντα .
Και οι πιτσιρικάδες με τα παγωτά στο χέρι να γεύονται σιγά σιγά τη δροσιά τους.
Μικρά παιδιά και χάνονταν όλη μέρα, ειδικά τα καλοκαίρια, χωρίς οι μανάδες να τα αναζητούν. Η μεγάλη ελευθερία των χρόνων εκείνων του δημιουργεί προβληματισμούς για τους γονείς του σήμερα και τις υπερπροστατευτικές σχέσεις με τα παιδιά τους. Τα σημερινά παιδιά βιώνουν μια μορφή σκλαβιάς και δουλείας που δεν έχει σχέση με την πραγματική αγάπη. Οι γονείς τότε δεν είχαν τα άγχη των σημερινών γονιών και δεν τα μετέφεραν στα παιδιά τους. Ωστόσο οι σχέσεις γονιών και παιδιών πρέπει να στηρίζονται στην αγάπη η οποία είναι αδιαπραγμάτευτη και δεν κάνει διακρίσεις ανάμεσα στους ανθρώπους.


Ο λόγος του είναι συνειρμικός και οι ερωτήσεις των παιδιών τον ταξιδεύουν μια στο παρελθόν και μια στο παρόν. Οι παιδικές αναμνήσεις παραχωρούν τη θέση τους σε ζητήματα σημερινά και μετά πάλι επιστρέφουν. 
Εξομολογείται ότι δεν ήταν καλός μαθητής και ότι δεν είχε καλή σχέση με το σχολείο. Θυμήθηκε με τρυφερότητα την φιλόλογό του, την κ.Μαρίνα, η οποία δεν έκανε απλό μάθημα, αλλά μάθημα ζωής. Αυτή λοιπόν παρακαλούσε τους άλλους καθηγητές να του βάλουν ένα δεκαράκι να περάσει την τάξη γιατί έγραφε καλές εκθέσεις. Είναι ανοησία να χαρακτηρίζονται οι μαθητές από τις επιδόσεις στο σχολείο και να θεωρούνται καλοί ή κακοί. Η ζωή η ίδια είναι παράξενη και έχει πολλές ανατροπές και η ευτυχία ενός ανθρώπου μελλοντικά δεν εξαρτάται από τις σχολικές επιδόσεις. 
Με αυτά τα λόγια προσπάθησε να εξυψώσει την προσωπικότητα του κάθε ανθρώπου υποστηρίζοντας ότι όλοι οι  άνθρωποι έχουν " ιερή αυταξία", γιατί για να έλθει ένας άνθρωπος στη ζωή συντελέστηκαν χιλιάδες μικρά θαύματα από τη σύλληψη  έως και τη γέννηση του. 
Σύστησε λοιπόν στα παιδιά να χαίρονται την ηλικία τους που είναι η πιο ωραία γιατί τώρα η ψυχή πλαντάζει από όνειρα , οράματα και έρωτες. 
Θυμήθηκε ότι στην εποχή του οι άνθρωποι δεν είχαν πολλά αγαθά ούτε πολλά χρήματα. Όλα ήταν λίγα και γι' αυτό ό,τι είχαν το απολάμβαναν. Όλα ήταν νόστιμα. Τη λέξη αυτή τη χρησιμοποίησε αρκετές φορές για να χαρακτηρίσει τα γλωσσικά ιδιώματα που ακούγονταν παλιότερα στην Ηγουμενίτσα, την εποχή. Η πόλη είχε μια εξαιρετικά νόστιμη γλώσσα και η εποχή ήταν νόστιμη.  Η νοστιμιά περικλείει την ομορφιά. Πρότεινε λοιπόν να μη βιάζονται οι νέοι να τα γευτούν όλα πραγματοποιώντας όλες τις επιθυμίες τους.
 Ο ίδιος πάντως υπήρξε μέχρι τα τριάντα του ένα μαύρο πρόβατο. Η ζωή του ήταν μια αποτυχία. Αλλά ακριβώς επειδή η ζωή έχει ανατροπές , ένα τούβλο τον στιγμάτισε και του άλλαξε τη ζωή. Με χιούμορ αφηγήθηκε το περιστατικό σύμφωνα με το οποίο περπατώντας στο δρόμο και κάτω από ένα μπαλκόνι του έπεσε ένα τούβλο και τον κτύπησε στο κεφάλι. Όταν ξύπνησε στο νοσοκομείο ένιωσε μια αλλαγή να του έχει συμβεί και ζήτησε μολύβι και χαρτί για να γράψει. Έγραψε το πρώτο του διήγημα, που δημοσιεύτηκε, βραβεύτηκε και έτσι από μαύρο πρόβατο έγινε ολόασπρο. Σχολίασε όμως ότι η μεγάλη αγάπη είναι να' σαι χάλια και να σ' αγαπούν. Γι'αυτό συνέστησε να αγαπάμε τις ατέλειες μας και τις ιδιομορφίες μας διότι τότε έχουμε μεγαλύτερη πιθανότητα να μαθητεύσουμε στην αγάπη.
Η αναφορά του στο βραβείο κέντρισε το ενδιαφέρον των μαθητών που ήθελαν να μάθουν την άποψη του. Τον άκουσαν να τους λέει ότι τα λογοτεχνικά βραβεία είναι η επιβράβευση μιας κάποιας αποτελεσματικότητας. Ουσιαστικά όμως αποδυναμώνουν το συγγραφέα, δημιουργούν βαρίδια και τον βάζουν στον ύπνο. Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν τον αφήνουν να εξελιχθεί, να βελτιωθεί. Γι' αυτό θα ήταν καλό να μην απονέμονται σε νέους συγγραφείς  ή να μην απονέμονται καθόλου. Θα του άρεσε μάλιστα σε μια άλλη κοινωνία να μην υπάρχουν ούτε τα ονόματα των συγγραφέων.
Ακόμα και  το μάθημα της Λογοτεχνίας θα έπρεπε να γίνεται διαφορετικά. Θα ήταν αρκετό να διαβάζαμε μόνο το κείμενο και τίποτε άλλο να μην κάνουμε παρά να το νιώσουμε.
Έτσι η κουβέντα ήρθε στο λογοτεχνικό βιβλίο, το οποίο έχει μεγάλη αξία, διότι ο αναγνώστης διευρύνει το στενό πλαίσιο της ζωής του, ζει πολλές άλλες ζωές, πολλαπλασιάζεται. Όλη αυτή η διαδικασία είναι γοητευτική. Ο λογοτέχνης ρίχνει γέφυρες στους αναγνώστες και όσο πιο πικραμένος είναι από τη ζωή τόσο πιο νόστιμες είναι. 
Και πώς γράφεται ένα λογοτεχνικό βιβλίο; Ποια είναι τα ερεθίσματα;. Για τον Σωτήρη Δημητρίου αυτά είναι ένα κουβάρι. Μπορεί να πιαστεί από μια κουβέντα ή ένα πρόσωπο. Το πρόσωπο μάλιστα έχει πολύ μεγάλη σημασία γιατί πάνω σε αυτό είναι γραμμένη όλη η ζωή του ανθρώπου. Μαζεύει λοιπόν διάφορα στοιχεία, ταπεινά και ασήμαντα, τα ενώνει και φτιάχνει ένα διήγημα. Η συγγραφική τέχνη είναι η πιο ταπεινή τέχνη ακριβώς γιατί την έμπνευση μπορεί να τη δώσει το πιο μικρό και ασήμαντο πράγμα. Αυτός είναι ο λόγος που δεν αξιολογούνται και οι πηγές του συγγραφέα. Όλα είναι σημαντικά και δεν περιφρονεί τίποτα. 
Πώς όμως ξεκινάει να γράφει; Η δραστική αδράνεια είναι ένας τρόπος για να γράψει. Τι σημαίνει αυτό; Ο συγγραφέας χωρίς να κάνει κάτι , σκέφτεται και διαπλάθει την ιστορία του. Τις περισσότερες φορές συλλαμβάνει την ιδέα στο άσκοπο περπάτημα. Πολύ λίγο κάθεται μπροστά σε ένα γραφείο για να γράψει, συνήθως περπατάει και σκέφτεται. Από τη σκέψη όμως μέχρι τη συγγραφή μεσολαβεί ένα σημαντικό διάστημα. Τότε νιώθει ότι οι λέξεις είναι θαμμένες , ότι αντιστέκονται. Είναι το πιο δύσκολο μέρος. Μόλις κατορθώσει και φτιάξει το σκαρίφημα τότε βρίσκεται μπροστά σε μια απόλυτη ευτυχία. Μετά όλα είναι πιο εύκολα. Η ιστορία, ο μύθος είναι η πρόφαση . Αξία έχει ο τρόπος που γράφει ο συγγραφέας, διότι αυτός μεταμορφώνει μια ασήμαντη ιστορία σε σημαντική. Αυτό μπορεί να πάρει και πολύ χρόνο. Μια ιδέα μπορεί να αναπτυχθεί σε τριάντα σελίδες. Αν όμως την ξαναγράψει μετά από τρία χρόνια μπορεί να έχει συμπυκνωθεί σε τρεις μόνο σελίδες. Το διήγημα θέλει χρόνο.
Μεγάλη σημασία απέδωσε και στην προφορικότητα του λόγου. Η μάνα του και οι θειές του πηγές της ντοπιολαλιάς που είναι από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά  των έργων του.
Ένας συγγραφέας ξεχωρίζει κάποια από τα βιβλία του; Έχει κάποιο αγαπημένο; Ο ίδιος δεν μπορεί να ξεχωρίσει κάποιο. Όλα τα αγαπάει. Αν όμως χρειάζεται να κάνει μια επιλογή τότε ίσως να αγαπάει περισσότερο αυτό με την πιο αρνητική κριτική.
Και η λογοτεχνία τι ρόλο έχει παίξει στη ζωή του; Υπάρχουν κάποια βιβλία που τον έχουν σημαδέψει;
Ένας συγγραφέας είναι και αναγνώστης άλλων βιβλίων. Τη νεότητά του σημάδεψαν δυο βιβλία ξένης λογοτεχνίας και ένα ελληνικής. Είναι" Ο Φύλακας στη σίκαλη" του Σάλιντζερ και το  " Κάστρο " του Κρόνιν. Δυο βιβλία που τα παρουσίασε με λίγα λόγια και πρότεινε στα παιδιά να τα αναζητήσουν και να τα διαβάσουν και ιδιαίτερα το πρώτο. Από την ελληνική λογοτεχνία ανέφερε τη " Μυστική ζωή" του Άγγελου Τερζάκη. 
Δυο σχεδόν ώρες κύλησαν χωρίς να τις καταλάβουμε. Η κουβεντούλα έφτανε στο τέλος της και μαζί με αυτό ήρθε και το παράπονο ότι δεν έχει την ελευθερία να ιδιωτεύσει και δεν απολαμβάνει τη χαρά της ανωνυμίας.
Όμως η συγγραφή είναι πράξη αγάπης και χαράς και ακόμα και οι στιγμές της ζωής που τον έχουν πληγώσει με το χρόνο μεταλλάσσονται και γίνονται ένα ωραίο διήγημα. Γι' αυτό πρότεινε σε όλους μας όταν έχουμε ένα πρόβλημα να γράφουμε για να φύγει , να εξαχνωθεί.
 Πολύ όμορφη η εμπειρία της συζήτησης με έναν συγγραφέα. Ακόμη πιο όμορφη γιατί έγινε ανάμεσα στο συγγραφέα και στους μαθητές μόνο. 
Για επίλογο θα κρατήσουμε τη συμβουλή του στην αναζήτηση της ευτυχίας.
Γεμίζουμε τη ζωή μας με ανησυχίες μέσω των πραγμάτων. Τα πράγματα που μας κάνουν ευτυχισμένους δεν θέλουν λεφτά, δεν κοστίζουν, δεν αγοράζονται. 
Τον ευχαριστούμε για τις ξεχωριστές στιγμές που μας πρόσφερε και το ζωντανό μάθημα λογοτεχνίας που μας παρέδωσε.






2 σχόλια :

οι μαθητές του Γ3 και Γ4 είπε...

Σοφία, τι ωραία συνάντηση! Από αυτές που μένουν στο μυαλό των παιδιών και τις θυμούνται ακόμα κι όταν τελειώσουν με το σχολείο! Μπράβο σας! Και μπράβο στα παιδιά!

sofia είπε...

Πράγματι ήταν πολύ καλή η συνάντηση και μοναδική η εμπειρία.

Ευχαριστούμε.