της Magali, της Τατιάνας
Ι
Ν' ακούς πάντα
Ν' ακούς το μεγάλωμα της νύχτας
Ν' ακούς το μεγάλωμα της νύχτας
Ν' ακούς των χεριών τον ψαλμό το ξεκόλλημα της πέτρας απ' τον τοίχο
Ν' ακούς το φυτό που τρίζει το πρωί, το μεγάλωμα της νύχτας στο δέρμα
Ν' ακούς τον αγέρα στων πουλιών τα κόκαλα
Ν' ακούς του πουλιού το δρόμο την αγάπη του σπιτιού του νερού το φως
Ν' ακούς των ματιών τη δόνηση καθώς απ' τον ορίζοντα γυρίζουν
Και ακινητούν σ' άλλων ματιών την αιώρα
Ν' ακούς της φωτιάς τον πανικό, του ζώου το θρήνο
Το άχυρο που καίγεται στον ήλιο
Τον ήλιο ν' ακούς που δέρνεται απ' το φέγγος της σταγόνας
Ν' ακούς του άστρου το χρώμα
Ν' ακούς του άστρου την ευωδιά που ο κόσμος την ανάσανε κι έγινε περιβόλι
Ν' ακούς στην ερημιά το χοροπηδητό της ρίζας
Ν' ακούς μες στους θορύβους το ψιθύρισμα του νου που τον καρφώνουμε στον τοίχο
Ν' ακούς τα μαλλιά τα φρύδια το μέτωπο και τη θλίψη τους
Όπως όταν ακούμε στο μυαλό μαχαίρια ν' ακονίζονται
Ν' ακούς τα χέρια ή τις παρειές που είναι μες στα χέρια ζεστές και τρέμουν
Ν' ακούς την τουφεκιά που αστοχεί όμως που κόβει σε δυό τα πάντα
Κι ύστερα ο ύπνος πάλι τα ενώνει
Ν' ακούς της χαραμάδας την οδύνη που ευρύνεται να πεταχτεί ο Θεός
Ν' ακούς το Θεό μες στο φόνο σαν το φλουρί στη νύχτα
Σαν την αστραπή πάνω στο φλουρί
Την καρδιά ν' ακούς
Ν' ακούς τον ουρανό που σαλεύει στου εμβρύου τον ύπνο
Την καρδιά ν' ακούς που γεμίζει τον κόσμο παιδιά κι άλλα φεγγάρια
Ν' ακούς στο χώμα το άλογο, στο χώμα το σκάψιμο, την πληγή του νερού
Το τρίψιμο του αλόγου στον αέρα
Ν' ακούς πάντα
"...Κατά τον ποιητή, πρέπει ν' ακούμε πάντα. Εν αρχή ην η σιωπή· η δική μας σιωπή. Αυτή η πρώτη ύλη που κάποτε θα προσπαθήσει να γίνει λόγος και θα μας παιδέψει έως ότου ξεκολλήσει από μέσα μας, κρατώντας στις ρίζες της τα κοφτά φωνήεντα της σιγουριάς και τα παρατεταμένα της αγωνίας. Ο παραινετικός λόγος στην ποίηση γίνεται συνήθως δεκτός με ποικίλες αντιδράσεις, απ' το χασμουρητό της αδιαφορίας ως την έκρηξη της αγανάκτησης. Στον Παπαδίτσα έχει αποβάλει την άκαμπτη στάση του και λογίζεται σαν ένα τρόπος επαφής με τον αναγνώστη και αφετηρία της περιπλάνησης στην ποίησή του, όπου φωτεινές εικόνες εναλλάσσονται με διαλείμματα Νύχτας..."
( από την Εισαγωγή του Τάσου Πορφύρη στο βιβλίο " Αν διψάσεις εγώ θα σου γίνω νερό" Ο ποιητής Δημήτρης Παπαδίτσας(1922-1987), Ίδρυμα Τάκης Σινόπουλος, Εκδόσεις Γαβριηλίδης, Αθήνα 2018)
Ο Δημήτρης Παπαδίτσας γεννήθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου 1922 στα Κουμέικα της Σάμου. Γιατρός στο επάγγελμα υπήρξε από τους σημαντικούς μεταπολεμικούς νεοέλληνες ποιητές.
1 σχόλιο :
Σπουδαίος ο Παπαδίτσας, ου μην αλλά και η εισαγωγή του Πορφύρη.
Συμπτωματικά τον έψαχνα κι εγώ αυτές τις μέρες. Κοίτα τι βρήκα που σκεφτόμουνα να σου στείλω!
ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ
"τί ἦν εἶναι"
[ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ]
Δεν κατάλαβα προς τί
μονοσύλλαβο το τί
πρέπει να ρωτάει, αντί
να σιωπά ή ν’ απαντάει
να με βάζει ή να με βγάζει
σε λαβύρινθο που αλλάζει,
της Αριάδνης η κλωστή
όσο άσπαστη (όσο) κρατάει
Πάλι πάλι όμως προς τί
μονοσύλλαβο το τί
με ρωτάει;
Με ταράζει με ταράζει
άλλο να μου λέει στο αυτί
κι άλλον απ’ το νου, ως (η) κλωστή,
ήρωα να με βγάζει.
15/12/86 πρωί -Δ. Π. Παπαδίτσας 1987. Τα Κατάλοιπα. Αθήνα: Ανέκδοτη συλλογή.
Στον συγκεντρωτικό τόμο: Δ. Π. Παπαδίτσας. 1997. Ποίηση. Αθήνα: Μέγας Αστρολάβος-Ευθύνη.
Δημοσίευση σχολίου