Μελέτα, μα έχε άγρυπνα και ανοιχτά τα μάτια της ψυχής σου στη ζωή...

Δημήτρης Γληνός

Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2021

Μίκης Θεοδωράκης, Το Χρέος απέναντι στην Ιστορία και απέναντι στα όνειρα

 

Είναι γιατί γαλουχήθηκα με Ρήγα, Σολωμό και Κάλβο, γι' αυτό αισθάνθηκα σαν βιολογική, θα' λεγα, ανάγκη την κραυγή να γεννιέται μέσα μου και να με προστάζει.

Ι
Η ζωή, το έργο και η δράση  του Μίκη Θεοδωράκη, όπως αναπτύσσονται στο μουσικό, λογοτεχνικό και πολιτικό πεδίο, ορίζονται από δύο αντίρροπες δυνάμεις. Από τη μια είναι η αυστηρότητα, η αφιέρωση και η πνευματικότητα που ορίζουν τη βυζαντινή αγιογραφία. Από την άλλη υπάρχει η απελευθερωτική, διονυσιακή και πρωτοπόρα δημιουργικότητα. Η εναρμόνιση  των δύο ισχυρών τάσεων πραγματοποιείται στη βάση του καθήκοντος: Ο Μίκης αισθάνεται δεσμευμένος από το χρέος. Τόσο απέναντι στην ιστορία όσο και απέναντι στην "κραυγή" - δηλαδή στην επιταγή να υπερασπιστεί τα όνειρά του.
Γι' αυτό κάθε επαφή με το πολύτροπο έργο του, τον περιπετειώδη βίο και τους ιδεολογικούς και πολιτικούς αγώνες του προσφέρει την ευκαιρία αναστοχασμού και αναθεώρησης του κόσμου, του εαυτού μας και της ζωής, των "μερών" δηλαδή της αρμονικής ενότητας του "όλου". Ενός συνόλου που, στην περίπτωση του Μίκη, απαρτίζεται από " τα υλικά με τα οποία είναι φτιαγμένα τα όνειρα": την ελευθερία και τη δικαιοσύνη, τον έρωτα και τη συντροφικότητα, το λογικό επιχείρημα και την αναπολόγητη πίστη, τη ματαίωση των ελπίδων, αλλά και την αντίσταση σε όσα σκιάζουν την ωραιότητα που προσφέρει η αγάπη. Η συνεχής πνευματική, κοινωνική, πολιτική προσπάθεια του Μίκη είναι αγώνας χάριν αυτής της δημιουργού αγάπης, που θεμελιώνει τη βιοθεωρία του στο Τραγούδι του νεκρού αδερφού. Όπως ο ίδιος το εξηγεί: " Οι ιδέες έχουν τη δύναμη να οδηγήσουν στο σπάσιμο όλων των απλών ανθρώπινων δεσμών: της συγγένειας, της φιλίας, του έρωτα. Είναι ένα ξεπέρασμα της φύσης με δύο όψεις. Είναι μία νίκη πάνω στη φύση, αλλά και μια περιφρόνηση απέναντι στη φύση". Ο σεβασμός προς τους "απλούς ανθρώπινους δεσμούς" και τη φύση αποκαθίστανται, όταν " ο λαός μας, ήρωας μαζί και θεατής των ίδιων των παθών του", συμφιλιώνεται.
Όλα όσα προσφέρει ο εργώδης αυτός ονειροπλάστης ανθοφορούν, καρπίζουν, χαρίζουν το χρώμα, το άρωμα, τη γεύση γεγονότων που στοιχειώνουν την ιστορική μνήμη. Το έργο του δοξολογεί όσους ανώνυμους αγάπησαν παράφορα την ελευθερία, την ομορφιά, τη δικαιοσύνη, όσους τίμησαν την ικανότητα του έλλογου όντος να αποφασίζει αδέσμευτα και υπεύθυνα. Όπως υπήρξε πάντοτε ο ίδιος, οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης και της αντίστασης στη χούντα, που πίστεψαν σε μια άλλη ευτυχισμένη Ελλάδα και σ' έναν άλλο κόσμο φιλίας, ειρήνης, συνεργασίας και σεβασμού της ετερότητας ανάμεσα σ' όλα τα μέλη της οικουμενικής κοινότητας. Ο Μίκης υπερασπίζεται τον αγώνα των ανθρώπων να ονειρεύονται. Γι' αυτό καταγγέλλει όσους ταπεινώνουν την υπερηφάνεια των ιδανικών, όσους θυσιάζουν στην ιδιοτέλεια και στη μικροψυχία τη δυνατότητα του απόλυτου, που υπάρχει στον αγώνα για έναν κόσμο αρμονίας και ομορφιάς. Ιδιαίτερα όσους καλλιεργούν το ψέμα, την παραισθητική εικόνα των πραγμάτων, απ' όποιες σκοπιμότητες και αν κινούνται.
Ασφαλώς, η ανάγνωση των θεωρητικών κειμένων του Μίκη Θεοδωράκη δεν είναι εύκολος και ανέξοδος περίπατος. Απαιτεί μελέτη, εμβάθυνση, ιστορική αναγωγή και τεκμηριωμένη  αξιολόγηση. Όπως και η περιδιάβαση στο ποιητικό του έργο, όπως και η ακρόαση των μουσικών του συνθέσεων , έτσι και η μελέτη των αυτοβιογραφικών και θεωρητικών δοκιμίων του συνιστά πνευματική δοκιμασία. Το έργο του Μίκη αποστέργει την ευκολία και δεν επιτρέπει την εγκατάλειψη  σε μια αναλώσιμη απόλαυση του νου και των αισθήσεων. Είναι μια περιπέτεια ανάμεσα στις εναλλαγές των χρονολογιών, των διαθέσεων, του ύφους, των σχημάτων και των κλιμάκων.
Στα κείμενα του Μίκη ο αναγνώστης καλείται να εξηγήσει τις αιφνίδιες μετακινήσεις του συγγραφέα από την εξομολογητική ειλικρίνεια στην οραματική προσέγγιση των πραγμάτων. Από την παρηγορητική βεβαιότητα της τάξης ( των στοχασμών του, όπως και των μουσικών φθόγγων του ή των ποιητικών του εικόνων) ως την παράφορη αναζήτηση ενός νέου υπερβατικού προτάγματος. Από την ακριβή ιστόρηση των γεγονότων ως τα τολμηρά ποιητικά του άλματα.
Το πιο χαρακτηριστικό όμως σημείο της συγγραφικής κατάθεσης του Μίκη είναι η ανελέητη, έναντι του εαυτού του και των αναγνωστών του, εκπλήρωση του χρέους του να μαρτυρήσει την αλήθεια του, όπως τη βιώνει την ώρα που την εκφράζει, χωρίς καμία απόκρυψη ή προσαρμογή, χωρίς υπεκφυγές, αμφιλογίες ή εξωραϊσμούς. Ο Μίκης, όταν μετέχει στο δημόσιο διάλογο, δηλαδή συνεχώς , αναδέχεται τον ακραίο κίνδυνο να θέσει υπό αμφισβήτηση κεκτημένες σχέσεις, εντάξεις ή δεδομένες αντιθέσεις, προκειμένου να ανταποκριθεί, με συνέπεια και αυτοθυσία, στον δικό του "νόμο", στο δικό του δεσμευτικό "δέον". Στο καθήκον του δηλαδή, όπως το αντιλαμβάνεται, απέναντι στο λαό, στην ιστορία και στη συνείδησή του να μιλήσει για όσα και όπως ακριβώς τα στοχάζεται πάνω στη τρέχουσα συγκυρία ή για την αξιολόγηση παρωχημένων περιστατικών. Το συγγραφικό έργο του έχει την αξία μιας ειλικρινούς μαρτυριακής κατάθεσης, μιας αυτοαποκάλυψης , αλλά και τη σημασία μιας βασανιστικής διαδικασίας αναψηλάφησης της ιστορίας.
Η θέση αυτή δεσμεύει τον αναγνώστη των βιβλίων του Μίκη, ο οποίος προκαλείται να επιδείξει παρόμοια δεοντολογική συμπεριφορά: να ανταποκριθεί στα μηνύματα του βιβλίου, να μετάσχει στο διάλογο, που ιδρύει η ανάγνωση ενός βιβλίου ανάμεσα στον δημιουργό και τον αποδέκτη, με την ίδια αιμάσσουσα φιλαλήθεια. Να διατυπώσει με παρρησία τον ταυτόσημο, παραλλάσσοντα ή ενάντιο λόγο. Να εκτεθεί, όπως και ο συγγραφέας, στον ίδιο κίνδυνο της αμφισβήτησης και της διακινδύνευσης.
Τελικά, η ηθική συμπεριφορά του Μίκη στο έργο του, όπως και στη ζωή του, απαιτεί από τον αποδέκτη των μηνυμάτων του ανάλογο βαθμό εγρήγορσης, ετοιμότητας και ανιδιοτέλειας με αυτόν που χαρακτηρίζει τον κάποτε ενθουσιώδη, άλλοτε πικρότατο στοχασμό του. Συνεπάγεται αναδοχή ευθύνης. Συνιστά άσκηση ακεραιότητας: να μη χάσουμε το πρόσωπό μας πίσω από προσωπεία, να μη χάσουμε την ψυχή μας διεκδικώντας τα αγαθά πρόσκαιρων επιτυχιών, που μας αποξενώνουν από τους άλλους και από τον εαυτό μας.
Ο Μίκης παραιτήθηκε συνειδητά από τον βολικό εφησυχασμό που προσφέρει η αφιλοσόφητη αποδοχή στερεοτύπων και αναδέχθηκε με γενναιότητα τον κίνδυνο να αντιπαρατεθεί σε δημοφιλείς θέσεις, που εξασφαλίζουν εύκολες αλλά άγονες συναινέσεις. Απέβλεπε στο μείζον, τη λαϊκή ενότητα, την καθολική ελεύθερη στράτευση για την κατάκτηση ενός μέλλοντος άξιου των αγώνων και των θυσιών τόσων χρόνων · για το ξεπέρασμα των συνεπειών μιας εμφύλιας διαμάχης που αποδείχτηκε χωρίς αύριο - ίσως και χωρίς χθες. Ο Μίκης αγωνίστηκε και μίλησε με μόνο κριτήριο το καθήκον του απέναντι στην αλήθεια, όσο πικρή κι αν ήταν.
Σήμερα ανάμεσα στον προαιώνιο βράχο της Ακρόπολης και τον καλαίσθητο όγκο του Υμηττού, που τα απογεύματα γίνεται πραγματικά μενεξεδένιος, ο Μίκης συνεχίζει να στοχάζεται, όπως ο Οιδίπους και ο Ανδρούτσος, πάνω στα ίδια ερωτηματικά για την ανθρώπινη μοίρα - αφού, όπως πιστεύει, " καθόμαστε όλοι πάνω σ' έναν κρατήρα ηφαιστείου. Ποιος ξέρει πού θα μας τινάξει η λάβα; Γι' αυτό, αν είναι να χαθούμε για πάντα, τουλάχιστον ας μείνει πίσω μας η α λ η θ ι ν ή σ κ έ ψ η, σαν μια ύστατη προσπάθεια να βοηθήσουμε τους συνανθρώπους μας να απαλλαγούν από τις αυταπάτες και το ψέμα". Ο Μίκης, ο αιρετικός άγιος του λαού μας, δικαιωμένος δημιουργός, υπεύθυνος πολίτης, συνείδηση άγρυπνη, ανυπόταχτη και ασυμβίβαστη, διδάσκει το χρέος απέναντι στη ζωή - και στα όνειρα: τον αγώνα για τη διεκδίκηση και των δύο, τον αγώνα για μια καλύτερη, ποιοτικότερη και ποιητικότερη, ζωή, άξια των ονείρων. Όπως έγραφε μετά την επιστροφή του, ύστερα από την πτώση της χούντας: " Γύρισα στη χώρα μου και δεν είχα μέσα στις αποσκευές μου παρά τραγούδια και όνειρα. Μες στην καρδιά μου είχα την πίστη και τη θέληση να συνεχίσω. Η γενιά μου φορτώθηκε την Αντίσταση. Δεν λύγισε. Η γενιά μου φορτώθηκε τον Εμφύλιο. Δε λύγισε. Η γενιά μου φορτώθηκε τη δικτατορία. Δε λύγισε. Μήπως τώρα μπορούμε πια να τραγουδήσουμε και να ονειρευτούμε, ελεύθερα, εννοώ...


Απόσπασμα από τον Πρόλογο του Χριστόφορου Δ. Αργυρόπουλου στο βιβλίο  Μίκης Θεοδωράκης, Το Χρέος. Αυτοβιογραφία. Τ. Α΄. Η Αντίσταση 1967 -1970. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2011.

Δεν υπάρχουν σχόλια :