Μελέτα, μα έχε άγρυπνα και ανοιχτά τα μάτια της ψυχής σου στη ζωή...

Δημήτρης Γληνός

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Γιώργος Ζαμπέτας, βίος Βοτανικός...

Στις 25 Ιανουαρίου 1925 γεννήθηκε στον Κολωνό, στην Ακαδημία Πλάτωνος, το τέταρτο παιδί της πολυμελούς οικογένειας του Μιχάλη Ζαμπέτα και της Μαρίκας, ο Γιώργος. Ο Γιώργος Ζαμπέτας. Η οικογένεια είναι μια συνηθισμένη απλή και φτωχή οικογένεια. Ο Γιώργος Ζαμπέτας πέρασε πολύ λιτά παιδικά χρόνια. Ο ίδιος ομολογεί γιαυτό, με μεγάλη θυμοσοφία στην αυτοβιογραφία του ( " Γιώργος Ζαμπέτας, Βίος και πολιτεία και η βρόχα έπιπτε...στρέιτ θρου"): 
" Γεννημένος στο Μεταξουργείο. Βίος Βοτανικός, Βύθουλα, Κολωνός, Άγιος Κωνσταντίνος, όλα εκεί γύρω - γύρω. Ένας γύρος όλα. Εκεί που γεννήθηκα εγώ, εκεί γεννήθηκε κι ο Πλάτωνας ή μάλλον δίδασκε ο Πλάτωνας. Οι νεοέλληνες παρ' όλο που μπορεί να μένουνε εκεί, δεν τη γνωρίζουνε την ιστορία γιατί δεν τη διδαχτήκανε, ή μάλλον δεν ενδιαφερθήκανε. Γεννήθηκα σ' ένα αχούρι. Φτωχή η οικογένεια...Θα μου πεις σ' ένα αχούρι γεννήθηκε κι ο Χριστός...Ο Χριστός όμως ήτανε προνομιούχος γιατί γεννήθηκε με πρόγραμμα αυτός. Του τα 'χε πει ο πατέρας του ο Θεός τι θα τραβήξει και τα περίμενε. Εμείς όμως τα τραβήξαμε χωρίς να μας τα πει κανένας...Μέναμε όλοι σε ένα δωμάτιο 3,5 Χ 3,5. Εφτά παιδιά, οι δυο γονείς εννιά νομάτοι και τα δυο σκυλιά, έντεκα. Δωμάτιο πλινθόκτιστο, με κεραμίδια από πάνω. Που κι αυτά τα κεραμίδια, το Μάρτη του '35 με το κίνημα του Κονδύλη, είχανε σπάσει κι αυτά απ' τις σφαίρες. Και η οικογένεια του πατέρα και της μάνας ήταν Αθηναίοι. Όλοι παλιαθηναίοι, γκάκαροι...
...Το ζεϊμπέκικο το' χανε στη δεύτερη μοίρα. Γιατί τα μπουζουκοτράγουδα τα τότε ήταν τσαμπουκαλεμένα κι απαγορευμένα γιατί μιλάγανε για φόνους, για μαχαιρώματα, για πρέζες, για χασίσια και για χασικλήδες. Και έτσι διωκόντουσαν και γι' αυτό διώκετο και το μποζούκι. Έλα όμως που το μπουζούκι ήτανε ο λαός, αντιπροσώπευε το λαό! Ήτανε λαός και Κολωνάκι εκείνα τα χρόνια. Ήτανε τότε οι ψαλιδόκωλοι, Κολωνάκι παρτίδα, γιατί χορεύανε τα ξενόφερτα, τα ποπ, τα έτσι. Γι' αυτό τους λέγανε ψαλιδόκωλους...
Κείνα τα χρόνια δεν υπήρχαν ούτε ραδιόφωνα ούτε τηλεοράσεις. Μόνο γραμμόφωνα με κάτι ξενόφερτα τραγούδια. Βλέπεις, εμείς οι Έλληνες έχουμε μεγάλη ξενομανία, από πολύ παλιά. Όλα ξενόφερτα ήταν και μεταγλωττισμένα, φοξ-τροτ, ταγκό και τέτοια της εποχής. Ήταν η εποχή του ταγκό να πούμε, της " Κο(λο)μπαρσίτας" και σου' πα - μου ' πες...
... Κάθε μπαρμπέρης ήτανε και μερακλής. έτσι και του πατέρα μου το μπαρμπέρικο τα είχε όλα. Ξαφνικά λοιπόν κι εγώ ανακάλυψα στο κουρείο , ότι ο πατέρας μου είχε κάτι κι από Κουρέα της Σεβίλης! Το κουρείο ήταν και ωδείο! Να μην τα απολυλογώ, εκεί μέσα στο κουρείο του γέρου, στον τοίχο, κρεμόντουσαν μια κιθάρα, ένα μαντολίνο κι ένα μπουζούκι και βέβαια κι ένα ντουφέκι. Εγώ τώρα πήγαινα πρωί - πρωί στο κουρείο του γέρου, 6 χρονώ, μιλάμε για το 1931, να σκουπίσω το μαγαζί, να τακτοποιήσω και να' ρθει ο γέρος να το βρει έτοιμο και να' ρθει κάνας πελάτης να τον ξυρίσει, να τον κουρέψει κι εγώ μετά να τον ξεσκονίσω για να μου μου δώσει μπαξίσι, το λεγόμενο φιλοδώρημα. Μια δραχμή, 50 λεπτά, δυο δραχμές και καμιά φορά δεκάρικο, κάτι χοντροί που μ' αγαπούσαμε, κάτι μιλλιονέρηδες , κάτι ταλιράδες. Αν όμως τέλειωνα τις δουλιές αυτές νωρίτερα, ανέβαινα σε μια καρέκλα, πιτσιρίκος ήμουνα, δεν έφτανα και έπιανα το κρεμασμένο μπουζούκι κι άρχιζα τσίκι- τσίκι να το μαθαίνω σιγά - σιγά, μέρα με τη μέρα. Δεν πέρασε πολύς καιρός κι άρχισα να αισθάνομαι πως πρέπει να γίνει δικό μου. Το ήθελα πολύ αυτό το όργανο κι είχα υπομονή και επιμονή για να το μάθω. Μου άρεσε ο ήχος του, ήταν για μένα κάτι το πρωτότυπο, το πρωτάκουστο. Έτσι αμέσως χωρίς σκέψη, αυτό διάλεξα απ' τα τρία κρεμασμένα όργανα. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση το μπουζούκι...
....Ήτανε κι ο Βοτανικός. Εκεί μαζευόντουσαν λιμνάζοντα νερά και είχε πολλά βατράχια` βατράχια να δεις. Και είχε κάτι λεύκες, κάτι θεόρατες λεύκες. Στον κήπο λοιπόν μέσα, εκτός τα βατράχια συχνάζανε και αηδόνια. Εγώ, το χάραμα, που ο ουρανός είχε τότες ένα ωραίο χρώμα γαλανό - πορτοκαλί, πήγαινα στο Βοτανικό, ήταν κοντά και καθόμουνα και άκουγα συναυλίες και κοντσέρτα, βατράχια κι αηδόνια. Εκεί τρελαινόμουνα. Άνοιξη και φθινόπωρο να ακούσει κανείς συναυλία πουλιών να ανατριχιάσει.
Καθόμουν μες στην πυκνούρα κι άκουγα από τα έλη τα βατράχια κι από πάνω τα αηδόνια να πλέκουνε συναυλία. Κουάκ - κοκό, κουάκ - κοκό, πι - μπιμπ, πι - μπιμπ, τσίου - τσίου και τ' αηδόνι από πάνω. Τρελαινόμουνα. Καθόμουνα ώρες ολόκληρες. Κάθε φθινόπωρο και άνοιξη ήταν η μεγάλη, η ωραία συναυλία με εκατομμύρια φωνές, φωνές από πουλιά. Από πουλιά που έρχονται κι από πουλιά που φεύγουν.
Όλα αυτά μπήκανε μέσα μου, μπήκανε στο πετσί μου και γίνανε αίμα μου. Γίνανε ψυχή μου. Έκανα μια δική μου διδασκαλία εκεί. Μάθαινα πράγματα που δεν μπορούσαν να μου τα διδάξουν. Άκουγα - άκουγα και πήγαινα σπίτι και τα πέρναγα, τα μετακόμιζα στο μπουζούκι. Παίζοντας μπουζούκι αυτό έκανα, ματάθεση της ψυχής μου. Μόλις χάραζε τα πρωινά, εκεί κοντά στο ρέμα, του Βύθουλα, εκεί έτρεχα. Εκεί με βάρεσε η σφαίρα στην καρδιά. Έγινα τελειώς ανισόρροπος, τρελός από αγάπη.
Συναυλία βατραχιών και αηδονιών. Ν' ακούς τ' αηδόνι " να πλέκει" στο χάραμα. Όποιος δεν έχει ακούσει αυτό το πράγμα, δεν έχει ακούσει τίποτα!...Εμένα τα πουλιά και τα βατράχια με χτυπήσανε κι έπρεπε να τα μεταφέρω στο μποζούκι. Και τα μεταβίβασα. Και δόξα τω Θεώ, πήγα μια χαρά, δεν πλησιαζόμουνα στο παίξιμο..."(απόσπασμα)

Μεγάλοι Λαϊκοί, Γιώργος Ζαμπέτας,Τεγόπουλος -Μανιατέας, Αθήνα 1997


3 σχόλια :

Ανώνυμος είπε...

Σοφία καλό απόγευμα! Έχουμε τις ίδιες αγάπες και ό,τι καινούργιο προτείνεις ταιριάζει με την ψυχοσύνθεσή μου.Έχω αγωνία για το τι θα δώ όταν μπαίνω στην ofisofi!!!Σε θαυμάζω που είσαι τόσo εργατική και συγχρόνως ακούραστη!!!Αθηνά

sofia είπε...

Καλό απόγευμα Αθηνά. Είναι ευχάριστο που ταυτίζονται τα ενδιαφέροντά μας.
Αλλά δεν κάνω κάτι τόσο θαυμαστό.
Σε ευχαριστώ πάντως για τα πάντα καλά λόγια.
Φιλιά

ΕΥΡΥΤΑΝΑΣ ΙΧΝΗΛΑΤΗΣ είπε...

Συναυλία βατραχιών και αηδονιών. Ν' ακούς τ' αηδόνι " να πλέκει" στο χάραμα. Όποιος δεν έχει ακούσει αυτό το πράγμα, δεν έχει ακούσει τίποτα!..

===========

Μεθυστικό...