Γράφει η ofisofi // atexnos
Τέσσερα παιδιά, ένα κορίτσι και τρία αγόρια, πολύ φτωχικά ντυμένα και ξυπόλυτα, περπατούν πάνω στο χιόνι το ένα πίσω από το άλλο. Τα τρία πρώτα κοιτούν κάτω, το τέταρτο προσπαθεί να μην πέσει. Ένα αμυδρό χαμόγελο διαγράφεται στο πρόσωπο του πρώτου αγοριού. Ίσως πηγαίνουν στο σχολείο, ίσως παίζουν. Στην δεξιά πάνω μεριά το απομεινάρι ενός κάστρου ρίχνει τη σκιά του. Ασπράγγελοι 12 Φεβρουαρίου 1946. Σπαρακτική φωτογραφία.
Αυτή ήταν η αφορμή για να γνωρίσω το έργο της φωτογράφου Βούλας Παπαϊωάννου, η οποία με τις περιγραφικές και υπαινικτικές φωτογραφίες της
«Μιλάει κυρίως για έναν κόσμο και για μια εποχή δυστυχίας, ανέχειας, μοναξιάς και φόβου. Περιγράφει με κλινική ακρίβεια και χωρίς αλλοιώσεις όσα βρίσκονται μπροστά στο φακό της. Εν τούτοις οι περισσότερες φωτογραφίες της, αποπνέουν μια αισιοδοξία, μια τρυφερότητα, ακόμα και μια χαρά ζωής…» [1]
Το όνομά της δεν ήταν τόσο γνωστό όσο άλλων και η ίδια είχε φροντίσει να μην αφήσει πολλές πληροφορίες για τη ζωή της και το έργο της. Από τις ελάχιστες γυναικείες παρουσίες στο χώρο της φωτογραφίας, δούλεψε ως φωτογράφος από τα μέσα της δεκαετίας του 1930 έως τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Η ίδια παρέδωσε το αρχείο της στο Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη το 1976 και έγινε πιο γνωστό το έργο της στους νεότερους μετά την πρώτη ατομική της έκθεση το 1989.
«- Θα αρχίσω από τη ζωή μου.
– Θα μου πείτε περιληπτικά τις σπουδές σας;
– Με ενδιέφερε η ζωγραφική, γενικά η καλλιτεχνική και η φιλολογική κίνηση. Αγαπούσα πολύ τη φιλολογία και ιδίως την αρχαιολογία. Γι’ αυτό πήγα στο Πολυτεχνείο των Καλών Τεχνών. Τότε ήταν τρία χρόνια. Άρχιζες με την ιχνογραφία και μετά έπρεπε να κάνεις το κεφάλι και το σώμα ολόκληρο. Μόλις τελείωσα το πρώτο μέρος στο Πολυτεχνείο, εμπόδια στην οικογένεια με ανάγκασαν να σταματήσω.
Στο μεταξύ όμως, επειδή μ’ άρεσε η ζωγραφική, έπαιρνα μαθήματα κι έξω, στο ύπαιθρο. Πήγα με σκοπό να τελειώσω. Αναγκάστηκα και σταμάτησα.
Στη συνέχεια μου ήρθε η ιδέα να εργαστώ σοβαρότερα από ερασιτεχνικά. Καθώς λοιπόν πήγαιναν συχνά στο Αρχαιολογικό Μουσείο και είχα πιάσει πολλές φιλίες με τον διευθυντή, τότε, τον Φιλαδελφέα, ρώτησα τον ίδιο με τι μπορώ να ασχοληθώ πιο σοβαρά, στην αρχαιολογία. Μου είπε ότι εγώ θα σας συμβούλευα να κοιτάξετε κάτι κακές φωτογραφίες και κάρτες που δίνουμε μέσα στο Μουσείο και ν’ ασχοληθείτε μ’ αυτό. Ήταν μια πολύ καλή ι΄δεα. Χωρίς να χάσω καιρό απευθύνθηκα στον Γεραλή, τον φωτογράφο, ο οποίος ήταν ένας από τους καλύτερους εκείνης της εποχής, σπουδαίος καλλιτέχνης, αδελφός του Γεραλή του ζωγράφου. Αυτός με έβαλε στα μυστικά της φωτογραφίας, και ιδίως του σκοτεινού θαλάμου, γιατί εκεί ήταν η μεγάλη δουλειά τον παλιό καιρό. Τα έκαναν όλα οι φωτογράφοι μόνοι τους. Δεν είναι όπως τώρα. άλλαζαν χαρτιά, κάνανε χρώματα, κόβανε…Ασχολήθηκα πολύ εκεί. Και μαζί με τον Γεραλή κάναμε τις πρώτες φωτογραφίες στο Μουσείο, αμέσως…» [2]
Την αποκάλεσαν «Φωτογράφο της Κατοχής» καθώς οι φωτογραφίες της από εκείνη την περίοδο και κυρίως εκείνες με τα σκελετωμένα παιδιά από την πείνα, τις οποίες κρυφά έστελνε στο εξωτερικό μέσω του Διεθνούς και Ελβετικού Ερυθρού Σταυρού μαρτυρούσαν με συγκλονιστικό τρόπο το αποτέλεσμα της ναζιστικής κατοχής και βοήθησαν αποτελεσματικά στην αποστολή βοήθειας.
Την θεώρησαν εκπρόσωπο του φωτογραφικού μοντερνισμού στην εποχή της για τον τρόπο με τον οποίο φωτογράφιζε τα θέματά της.
Την τοποθέτησαν ανάμεσα στους σημαντικούς φωτογράφους της ανθρωπιστικής φωτογραφίας γιατί προσέγγισε με ανθρώπινη ματιά και πρόβαλλε τον καθημερινό άνθρωπο στον αγώνα του για την επιβίωση μέσα στις πολύ δύσκολες συνθήκες της μεταπολεμικής και μετεμφυλιακής Ελλάδας. Οι φωτογραφίες της είναι ουμανιστικά ντοκουμέντα και γι’ αυτό της έδωσαν έναν ακόμα χαρακτηρισμό, αυτόν της μάνας του ουμανιστικού ντοκουμέντου στην Ελλάδα.
«Στις φωτογραφίες της δεν προκύπτουν με σαφήνεια τα πραγματικά γεγονότα και ο πραγματικός χώρος και χρόνος της κάθε φωτογραφίας. Η κάθε μια έχει το δικό της πεντακάθαρο αλλά μάλλον άγνωστο χώρο και τη δική της απόλυτη άλλα άγνωστη χρονική στιγμή….Το μόνο που ξέρουμε είναι ότι πρόκειται για χώρους και στιγμές από τη ζωή της Βούλας Παπαϊωάννου που στάθηκε να περισυλλέξει για να μας μεταφέρει έναν κόσμο που εκείνη έβλεπε όπως εκείνη νόμιζε…Ένα πολύτιμο κομμάτι οπτικής ποίησης…» [3]
Με τη φωτογραφική μηχανή στο χέρι αποτύπωσε την Ελλάδα, τον τόπο και τον άνθρωπο. Αρχικά φωτογράφιζε αρχαία και βυζαντινά μνημεία, αγάλματα και τοπία. Στη συνέχεια όμως εξ αιτίας του πολέμου αλλάζει συνειδητά την οπτική της και ιχνηλατεί την ανθρώπινη παρουσία στα μετόπισθεν των γεγονότων προσπαθώντας να συλλάβει την επίδραση τους τόσο στους τόπους όσο και στους ανθρώπους.
Αν και δούλεψε ως φωτογράφος για τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού και για τις αμερικάνικες αποστολές βοήθειας στη μεταπολεμική Ελλάδα κατόρθωσε να αποδεσμευτεί από τον υπηρεσιακό της ρόλο και να φωτογραφίζει σύμφωνα με τις προσωπικές της ευαισθησίες και ενδιαφέροντα.
« «…η φωτογραφία δεν απευθύνεται μόνο στη νόηση. Μιλάει την παγκόσμια γλώσσα που είναι η γλώσσα της καρδιάς, γλώσσα της συγκίνησης, του πόνου ή της αγάπης που παντού εκφράζονται με τις ίδιες κινήσεις, τις ίδιες συμπεριφορές, τα ίδια βλέμματα, γιατί είναι έκφραση της ανθρώπινης ύπαρξης μας»(Fransois Buguion).Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η Β.Π ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις των εντολέων της και ταυτόχρονα ιστορούσε το πανόραμα της χώρας της, εστιάζοντας σε θέματα δικής της επιλογής και δημιουργώντας εμβληματικές εικόνες με αγέρωχες γυναικείες μορφές και πρόωρα μεγαλωμένα πρόσωπα των παιδιών που δεν συνδέονταν αναγκαστικά με τον συγκεκριμένο χρόνο κα τόπο…
Η ανθρωπιστική φωτογραφία της Β.Π χαρακτηρίζεται από σημαντικές αρετές όπως η διακριτική συναισθηματική συμμετοχή στο θέμα, χωρίς ρητορείες και ελεγειακούς τόνους, η λιτότητα στη σύνθεση και η σημειολογία των εικονογραφικών στοιχείων. Η δύναμη της ματιάς της όμως αναδεικνύεται ιδιαίτερα στα πορτρέτα, πλησιάζει τους ανθρώπους που επιλέγει χωρίς να τους παρενοχλεί, με αποτέλεσμα να διατηρούν τη φυσικότητα στην έκφραση τους ακόμα κι όταν έπρεπε η λήψη να είναι σκηνοθετημένη…» [4]
Η Βούλα Παπαϊωάννου αγαπούσε την Ελλάδα και αυτό το συναίσθημα διαχέεται σε όλο το έργο της.
« Το έργο της μοιάζει κομμένο στα δύο. Το ένα του κομμάτι ασχολείται με την «αθάνατη» και «αιώνια» Ελλάδα` το δεύτερο αφορά τις δύσκολες συνθήκες του πολέμου, της Κατοχής και της ανασυγκρότησης. Η Β.Π. ονόμασε αυτό το σκέλος της δουλειάς της «Ρεπορτάζ» και «Σύγχρονη ζωή». Αναφέρεται στα άμεσα γεγονότα που συνέβαιναν γύρω της, αγγίζοντας τα βαθύτερα ζητήματα της ανθρώπινης ύπαρξης. Αυτός ο άξονας περιορίζεται σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο, τη δεκαετία του ’40, ενώ ο άλλος, η «αιώνια» Ελλάδα, διαπερνά το σύνολο του έργου της και αποτελεί το επίκεντρο της καλλιτεχνικής της ενασχόλησης…» [5]
Η έκφραση του σώματος, του προσώπου, οι χειρονομίες, οι λεπτομέρειες στις κινήσεις των ανθρώπινων δραστηριοτήτων απομονώνονται μέσα στο φακό της και δημιουργούν συναισθήματα που ξεφεύγουν από τα τοπικά και χρονικά όρια της συγκεκριμένης φωτογραφίας.
«- Τι ήταν για εσάς η φωτογραφία;
– Ένα ξεθύμασμα, μια ανάγκη εκδηλώσεως και κάτι που μου άρεσε πολύ…
– Απ’ ό,τι είδα στις φωτογραφίες σας, προσπαθείτε να αποτυπώσετε το στιγμιαίο.
– Ναι, με τραβούσε η γλύκα, η τραγικότητα, οι εκδηλώσεις της ζωής γενικά. Δίνουν καλή έκφραση. Εγώ έλεγα πάντα πως η φωτογραφίας μου είναι μόνο η έκφραση…
– Αυτό επιδιώκατε πάντα, την έκφραση;
– Την έκφραση. Η έκφραση δείχνει τον άνθρωπο τον πραγματικό, τον άνθρωπο χωρίς φτιασίδι, χωρίς στολίδι…» [6]
Ταξίδεψε σε πολλές περιοχές της Ελλάδας και ανεξάρτητα για ποιον φωτογράφιζε κάθε φορά « οι φωτογραφίες της είχαν πάντοτε πάρα πολλά στοιχεία προσωπικής ψυχικής ανάμειξης». [7]]
Επιπλέον τα ταξίδια της στο εξωτερικό της επέτρεψαν να έρχεται σε επαφή και να γνωρίζει το έργο σημαντικών φωτογράφων.
Η Βούλα Παπαϊωάννου μέσω της φωτογραφίας και της συμμετοχής σε ανθρωπιστικές οργανώσεις πρόνοιας είχε επαφή με γυναικείες οργανώσεις οι οποίες διεκδικούσαν ίσα δικαιώματα και δικαίωμα ψήφου και μπόρεσε να δραστηριοποιηθεί πολιτικά και να ξεφύγει από τη ζωή των γυναικών της εποχής της. Για παράδειγμα όταν ζήτησε να υπηρετήσει στο αλβανικό μέτωπο ως πολεμικός ανταποκριτής, αυτό δεν έγινε δεκτό γιατί ήταν γυναίκα. Εκείνη όμως χρησιμοποίησε το φακό της και κινήθηκε μέσα στην Αθήνα καταγράφοντας την καθημερινότητα του άμαχου πληθυσμού και τις αλλαγές που συντελούνταν στην πόλη.
Το κοινωνικό περιεχόμενο του έργου της παρέμεινε σχετικά άγνωστο γιατί οι φωτογραφίες της δεν έφεραν την υπογραφή της εξ αιτίας των συνθηκών δημοσίευσής τους. Πολλές φωτογραφίες , οι οποίες θεωρούνται ότι ανήκουν στην Β.Π λόγω των τεχνικών χαρακτηριστικών και της αισθητικής, δεν φέρουν κάποιο σημάδι της ταυτότητάς της. Είναι πιθανόν δε φωτογραφίες από τις γυναικείες φυλακές της Πάτρας ή των εξόριστων γυναικών στο Τρίκερι να τραβήχτηκαν από την Βούλα Παπαϊωάννου.
Όταν παρέδωσε το αρχείο της είναι πλέον γεγονός ότι είχε ήδη καταστρέψει ένα μέρος ή κομμάτια της δουλειάς της, όπως εκείνα που αφορούσαν τα Δεκεμβριανά, τους φυλακισμένους του εμφυλίου , τους πρόσφυγες.
Η αξία του έργου της Βούλας Παπαϊωάννου είναι μεγάλη τόσο από φωτογραφική και καλλιτεχνική όσο και από ιστορική σκοπιά.
«Σε μια εποχή που δοξάζει την αποδόμηση, το χάος και τη συμπτωματικότητα του τυχαίου, τη βαρβαρότητα, την έντεχνη ανατροπή του περιεχομένου των εννοιών και τη βαθμιαία διάψευση των ελπίδων για την άνθιση ενός ευρωπαϊκού ιδεώδους, η Βούλα Παπαϊωάννου μας υπενθυμίζει ποιο είναι το μέτρο των πάντων. Αφυπνίζοντας ταυτόχρονα κάποιας βασικής σημασίας ερωτήματα γύρω από τους άξονες κάθε πραγματικά μεγάλης δημιουργίας, όχι αποκλειστικά εικαστικής.» [8]
Πηγές:
[1], [3], [7] Πλάτων Ριβέλλης, Από την πληροφόρηση στην ποίηση. Το καλλιτεχνικό έργο της Βούλας Παπαϊωάννου
[2], [6] Η Βούλα Παπαϊωάννου σε πρώτο πρόσωπο. Συνέντευξη στη Ρούλα Μιχαηλίδου , άνοιξη 1988
[4] Φανή Κωνσταντίνου, Γύρω από τη ζωή και το έργο της Βούλας Παπαϊωάννου
[5] Johanna Weber, Στα χνάρια της Βούλας Παπαϊωάννου. Αναζητώντας τα αρχεία
[8] Άγγελος Δεληβοριάς , Πρόλογος στην έκδοση του λευκώματος
Οι πηγές και οι φωτογραφίες από το λεύκωμα: Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΒΟΥΛΑ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ. ΑΠΟ ΤΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΜΠΕΝΑΚΗ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΡΑ/ ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΠΕΝΑΚΗ, ΑΘΗΝΑ 2007, Α’ ΑΝΑΤΥΠΩΣΗ
2 σχόλια :
Καλωσόρισες!
Αναδημοσιεύουμε στη γνωστή στήλη "ΕΜΦΑΣΗ" του blog μας.
Καλώς σας βρήκα!
Ευχαριστώ.
Δημοσίευση σχολίου