" Πόσες φορές είδα να πλάθεται ο ουρανός!
Πόσες φορές είδα τη νύχτα να γεννιέται!
Πενήντα, εξήντα, εκατό χιλιάδες,
Αν επέζησα από τόσους κινδύνους, αν βρίσκομαι ακόμη εδώ για να σου αφηγηθώ την ιστορία μου, είναι επειδή, χωρίς καμία αμφιβολία, γεννήθηκα...κάτω από καλό αστέρι...
Ποιο απ'όλα; Καλή ερώτηση.
Ανάμεσα στα εκατομμύρια εκείνα κεφάλια της καρφίτσας, που έλαμπαν στο γενέθλιο ουρανό μου, έπρεπε οπωσδήποτε να διαλέξω ένα. Με δυο λόγια, τον οδηγό μου. Αυτό που θα ήταν το Δικό Μου αστέρι!
Έψαξα ώρα πολλή.
Το πρώτο που είδα να λάμπει, εκείνο διάλεξα. Ήταν το αστέρι του βοσκού! Έμοιαζε να τρέχει πίσω από τον Ήλιο. Έπαιζε, ναι, ναι, αυτή είναι η σωστή λέξη, έπαιζε κρυφτό μαζί του. Εκείνος έδυε, κι αυτό φανερωνόταν. Ανέτελλε, κι εκείνο χανόταν. Πρώτο σηκωνόταν, τελευταίο πλάγιαζε, το αστέρι του βοσκού.
Ατυχία.
Κάποιοι ψιθύριζαν ότι δεν ήταν αστέρι, ότι δεν έλαμπε με το δικό του φως, ότι δεν ήταν παρά ένας πλανήτης, ένας περιπλανώμενος, ότι ήταν η Αφροδίτη!
Αναζήτησα λοιπόν κάποιο άλλο.
Το πιο λαμπερό σε όλο το στερέωμα, τον Βέγα της Λύρας. Ακτινοβολούσε στο θερινό ουρανό, στα όρια πάντοτε του Γαλαξία. Με θάμπωνε με τη ζωντάνια και τη λάμψη του, το είχα κάνει δικό μου, με συντρόφευε, όμως....μετά τα Χριστούγεννα, εξαφανίστηκε.
Άρχισα τότε να ερευνώ τον ουρανό ασταμάτητα, αδιάκοπα. Να ψάχνω. Μα να, γιατί όχι εκείνα τα δύο που πάνε πάντα μαζί, τον Κάστορα και τον Πολυδεύκη, από τον αστερισμό των Διδύμων.
Ναι, γιατί να μη διαλέξω ένα ζευγάρι; Ή ακόμη και ένα τρίο. Ναι, εκείνα εκεί τα τρία! Αλνιτάκ, Αλνιλάμ - ονόματα που σε καλούν να πλαγιάσεις στο ύπαιθρο - και Μιντάκα, στον Τελαμώνα του Ωρίωνα.
Ναι, γιατί να μη διαλέξω ένα ζευγάρι; Ή ακόμη και ένα τρίο. Ναι, εκείνα εκεί τα τρία! Αλνιτάκ, Αλνιλάμ - ονόματα που σε καλούν να πλαγιάσεις στο ύπαιθρο - και Μιντάκα, στον Τελαμώνα του Ωρίωνα.
Όμως μετά του Αη - Γιαννιού, πάνε κι αυτά, χάθηκαν.
Έπρεπε πια να το παραδεχτώ. Ο ουρανός, που τον παρατηρούσα έναν ολόκληρο χρόνο και που τον νόμιζα αμετακίνητο, άλλαζε συνεχώς. Από πού λοιπόν να πιαστώ; Πάνω εκεί ψηλά, όλα γύριζαν και μου έφερναν ζαλάδα. ναι, όλα τα αστέρια μετατοπίζονταν.
Όλα εκτός ...από ένα. Εκείνο εκεί, που στην αρχή δεν το είχα προσέξει, πώς αυτό; Καλοκαίρι και χειμώνα, ξημέρωμα και σούρουπο, ήταν πάντα πιστό στο ραντεβού. Ανεπηρέαστο από τις μετακινήσεις που έκαναν άνω -κάτω τον ουρανό, θα' λεγες πως είχε ρίξει άγκυρα στην ουράνια σφαίρα, που έμοιαζε να περιστρέφεται ολόκληρη γύρω του. Ένας ναυτικός του Βορρά, ένας ψηλός χρυσομάλλης Βίκινγκ, έλεγε πως στην πατρίδα του πίστευαν ότι τα αστέρια είναι άλογα και ο Πολικός Αστέρας ο πάσσαλός που τα δένουν.
Όμως δεν συστήθηκα. Πού είχα το μυαλό μου;
Η Bela! Caravela dos descobrimentos.
Καραβέλα των ανακαλύψεων. Χωρητικότητας εβδομήντα κόρων ! Ναυπηγημένη εξολοκλήρου στα ναυπηγεία του Αλγκάρβε από τους καλύτερους ξυλουργούς της Πορτογαλίας. Καθελκύστηκα στις 2 Ιουλίου του χίλια τετρακόσια...ας πούμε χίλια τετρακόσια και κάτι...στο λιμάνι του Μπελέν. Ξάρτια πριγκιπικά, γκαρνταρόμπα βασιλική, καρίνα λεπτοδουλεμένη, ψηλές σταμίνες. καμπούνι και κάσσαρο, και, άκουσε καλά, πηδάλιο με ποδόστημα, που ο τιμονιέρης το χειριζόταν από το εσωτερικό του σκάφους.
Καραβέλα των ανακαλύψεων. Χωρητικότητας εβδομήντα κόρων ! Ναυπηγημένη εξολοκλήρου στα ναυπηγεία του Αλγκάρβε από τους καλύτερους ξυλουργούς της Πορτογαλίας. Καθελκύστηκα στις 2 Ιουλίου του χίλια τετρακόσια...ας πούμε χίλια τετρακόσια και κάτι...στο λιμάνι του Μπελέν. Ξάρτια πριγκιπικά, γκαρνταρόμπα βασιλική, καρίνα λεπτοδουλεμένη, ψηλές σταμίνες. καμπούνι και κάσσαρο, και, άκουσε καλά, πηδάλιο με ποδόστημα, που ο τιμονιέρης το χειριζόταν από το εσωτερικό του σκάφους.
Από πού πήρα το όνομά μου;
Όταν γεννήθηκα στα ναυπηγεία του Αλγκάρβε, από το πλήθος που είχε μαζευτεί στην αποβάθρα αντήχησε μια κραυγή:
" Cara bela! Τι όμορφη ! " Υπήρξα η πρώτη καραβέλα. Ήμουν εντελώς έτοιμη και το μόνο που περίμενα ήταν..." Λύστε τους κάβους! Όρτσα τα πανιά! ". Ο καπετάνιος ήταν αγέρωχος, ήξερα ότι θα συνεννοούμασταν. Έδινε διαταγές με ύφος επιβλητικό: " Εμπρός, ναύτες, εμπρός! Έι, ωπ!" Ένα ρίγος με διαπέρασε, τα πανιά μου τεντώθηκαν. Ένιωσα να δονούμαι ως την καρίνα. Α! να ταξιδέψω στη θάλασσα, να νιώσω το ζωηρό νερό να μου χαϊδεύει τα σωθικά, και με την ορμή μου και μόνο να σχίσω τον υγρό τοίχο που άνοιγε για να περάσω και έκλεινε απαλά πίσω μου.
" Πλώρη για το νότο!" φώναξε ο καπετάνιος. Ο τιμονιέρης με γύρισε απαλά. Η πλώρη μου, που τη στόλιζε το όμορφο πρόσωπο μιας ώριμης γυναίκας με κατάμαυρα μαλλιά, στράφηκε προς τα νότια. Είχα ξεκινήσει. Βάπτισμα της θάλασσας, πρώτη νύχτα καταμεσής στα κύματα. Άκουγα τους ναυτικούς να τραγουδούν στη γέφυρα: " Ο Θεός να μας χαρίσει ωραία νύχτα και καλό άνεμο, ναι, Κύριοι. Καλή νύχτα και καλό άνεμο, και αμήν!" Εκείνοι στο τέλος αποκοιμήθηκαν, όμως εγώ ξαγρυπνούσα.
Για το πρώτο μου ταξίδι, με έστελναν πού; Στα πέρατα του κόσμου, να ψάξω την άκρη της Αφρικής...αν υποθέσουμε πως έχει άκρη. Πράγμα που δεν ήταν καθόλου σίγουρο. Αν όμως είχε, τότε, τότε...ένα καράβι που θα σάλπαρε από το Μπελέν, μια απλή καραβέλα όπως εγώ, η Bela, θα μπορούσε, πλέοντας προς το νότο, να φθάσει στην Καλκούτα. Φαντάσου να φθάναμε στην Ινδία, φαντάσου λέει, ΑΠΟ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ! Αν η Αφρική είχε άκρη. Καταλαβαίνεις πόσο με ενδιέφερε να ανακαλύψω αυτή την άκρη. Υπέροχη προοπτική ταξιδιού για μια νεαρή καραβέλα. Υπέροχη...και τρομερή.
Πριν βγω από το λιμάνι, κάποιες γέρικες barcas με είχαν προειδοποιήσει.
" Να προσέχεις τη ΣΚΟΤΕΙΝΗ θάλασσα - η λέξη και μόνο με τρόμαξε. Καταβροχθίζει τα πλοία. Αν, για κακή σου τύχη, περάσεις το ακρωτήριο Μποζαντόρ, δεν θα βρεις παρά θύελλες που θα σε τσακίσουν, δίνες που θα σε καταπιούν, νερά κοχλάζοντα που θα σε ψήσουν. Και μετά τον τροπικό, αν ποτέ φθάσεις ως εκεί - πράγμα που δεν σου συνιστώ - θα πέσεις σε μια θάλασα πηχτή σαν το γάλα, και μέσα της θα χαθείς."
" Να προσέχεις τη ΣΚΟΤΕΙΝΗ θάλασσα - η λέξη και μόνο με τρόμαξε. Καταβροχθίζει τα πλοία. Αν, για κακή σου τύχη, περάσεις το ακρωτήριο Μποζαντόρ, δεν θα βρεις παρά θύελλες που θα σε τσακίσουν, δίνες που θα σε καταπιούν, νερά κοχλάζοντα που θα σε ψήσουν. Και μετά τον τροπικό, αν ποτέ φθάσεις ως εκεί - πράγμα που δεν σου συνιστώ - θα πέσεις σε μια θάλασα πηχτή σαν το γάλα, και μέσα της θα χαθείς."
Και το χειρότερο, μια από αυτές, μια θλιβερή barca ρημαγμένη από το χρόνο, διαβεβαίωνε, προς μεγάλη μας φρίκη, ότι μετά από κάποια απόσταση, χωρίς τίποτε να το προαναγγέλει, ο ωκεανός διακόπτεται ξαφνικά, και κάτω από την καρίνα ανοίγεται απύθμενο βάραθρο. Τα πλοία, παρασυρμένα από τα κύματα αυτού του καταρράκτη στην άκρη του ωκεανού, βυθίζονται σε μιαν άβυσσο χωρίς τέλος. Τρέμαμε από φόβο.
( Ντένι Γκετζ, la Bela, η αυτοβιογραφία μιας καραβέλας, Εκδόσεις Π. Τραυλός, 2003, απόσπασμα)
[...] Ήταν η πρώτη καραβέλα . Καραβέλα των ανακαλύψεων, η Bela. Η ιστορία δεν συγκράτησε το όνομά της.
Απέπλευσε με καθυστέρηση και δεν κατόρθωσε ποτέ να φθάσει τη Nina, την Pinta και τη Santa Maria, τις τρεις καραβέλες του Κολόμβου που τράβηξαν δυτικά για να αναζητήσουν το θαλάσσιο δρόμο που θα συνέδεε την Ευρώπη κατευθείαν με τις μυθικές Ινδίες.
Η Bela δεν ανακάλυψε την Αμερική!
Όμως και τι δεν είδε! Σε κάθε ταξίδι της " μεγάλωνε" τον κόσμο. Και πάνω στα ίχνη της φτιαχνόταν ο χάρτης της Γης. Τους γνώρισε όλους: τον Μπαρτολομέου Ντίας, τον Αμέρικο Βεσπούτσι, τον Μαγγελάνο, τον Βάσκο ντα Γκάμα και όλους εκείνους που τα ονόματά τους χάθηκαν όπως το δικό της( από το οπισθόφυλλο του βιβλίου )
2 σχόλια :
Πάντα ξεχωρίζεις Σοφία...
Καλημέρα φίλε μου,
Σε ευχαριστώ
Να είσαι καλά
Δημοσίευση σχολίου