Μελέτα, μα έχε άγρυπνα και ανοιχτά τα μάτια της ψυχής σου στη ζωή...

Δημήτρης Γληνός

Τρίτη 21 Απριλίου 2020

Είχε ξημερώσει η 21η Απριλίου...

...Ένιωσα ένα βάρος πάνω στα πόδια μου, προσπάθησα να ελευθερωθώ απ' αυτό, δεν μπόρεσα. Ξύπνησα. Προσπάθησα ν' ανασηκωθώ. Δεν μπόρεσα. Υλικό το βάρος με εμπόδιζε. Μίλησα, είπα: Ποιος είναι καθισμένος στα πόδια μου; Δεν απάντησε κανείς. Τρομοκρατήθηκα, μπορεί και να έχασα τις αισθήσεις μου, δεν ξέρω. Κάποιος μετακινήθηκε, μαζί του και το βάρος. Μουρμούρισα από μέσα μου: Μητέρα, αν είσαι εσύ, ελευθέρωσέ με. Η μητέρα είχε πεθάνει πριν δυό μήνες ακριβώς. Τα πόδια μου κινήθηκαν και βυθίστηκα στον ύπνο. Τώρα αισθάνομαι μια ζεστή ανάσα στο πρόσωπό μου, κάποιος τραβάει την κουβέρτα και με ξεσκεπάζει. Είναι ένα άσπρο σκυλί που στέκει στα δυό του πόδια και με καλεί να χορέψουμε. Σηκώνομαι και το ακολουθώ στο πλαϊνό δωμάτιο, εκεί που ήταν το σαλόνι. Ένα φως ροζ, τόσο ροζ που δεν θυμάμαι ποτέ να το' χω ξαναδεί, το δωμάτιο τελείως κενό, χορεύω με το σκύλο μέσα στη μέση του δωματίου αλλά αισθάνομαι πως με κοιτάζουν. Σηκώνω τα μάτια μου, γύρω γύρω στρατιώτες δίχως πρόσωπα, πάνω σε ξύλινα πρόσωπα σαν αυγά, υπάρχουν μόνο τα μάτια που με παρακολουθούν και με παγώνουν. Από το φόβο θέλω να ουρλιάξω, ο σκύλος όμως θέλει να χορεύω, για μια στιγμή ανάμεσα στις στρατιωτικές φιγούρες βλέπω την αδελφή της μητέρας μου, πάω να της ζητήσω βοήθεια, όμως ξαφνικά είμαι πάλι θεομόναχη μέσα στο άδειο δωμάτιο και στην απέναντι πόρτα ορθή μέσα στο γύψο η κόρη μου. Παραλύω από το φόβο, δεν έπρεπε να σηκωθεί από το κρεβάτι της, ο σκύλος με στρέφει προς το παράθυρο. Μέσα στο πλαίσιο του παραθύρου βλέπω μια βάρκα ν' απομακρύνεται, μέσα κάθεται η μητέρα μου και κρατάει στην αγκαλιά της ένα νέο αγόρι σαν πεθαμένο. Όχι!, Όχι, δεν είναι ο γιος μου αυτό! Η βάρκα όλο κι απομακρύνεται. Ποιον παίρνει η μητέρα μου στον άλλο κόσμο μαζί της;..

Το ίδιο πρωί μαθαίνεις ποιος ήταν ο νεκρός. Είχε ξημερώσει η 21η Απριλίου.

Ξεπέρασες το φράγμα του φόβου, ο φόβος είναι μια λειτουργία που μπορεί να γίνει καθεστώς. Είσαι εγκατεστημένη μέσα στο καθεστώς του φόβου, λειτουργείς και υπάρχεις δια του φόβου, δεν υπάρχει άλλο βήμα για να πας πιο εκεί. Μπροστά από το παράθυρό σου περνάει η κηδεία. Μέσω του σώματός του κληρονομήθηκε και παραδόθηκε ο φόνος, σήμερα κηδεύεται αθώος και ένοχος, οι ένοχοι ελεύθεροι θα εξακολουθούν να συνωμοτούν με κάσκες, με τραγιάσκες ή μέσα στη φιλαρμονική που παιανίζει πένθιμα την εκφορά του.

Η λαϊκή αγορά την Παρασκευή της 21ης Απριλίου, η πορτοκαλιά άνοιξη σπαρμένη καταμεσής του δρόμου ανάμεσα στα φορτηγά, ο Ύμνος της Ελευθερίας από τα ραδιόφωνα, τα πορτοκαλιά τανκς με τις σημαίες της Εθνικής Απελευθέρωσης των Ελλήνων, μπουκαπόρτες των πολιορκημένων, οι πολιορκητές με τα βέβαια σύμβολα "Σε γνωρίζω από την όψη", τη γαλανόλευκη και την " Μπόκα ντε λα βεριτά" ανοιχτή, να ξερνάει τον Ύμνο στην Ελευθερία, ο Σολωμός καβάλα ανάποδα σ' ένα γαϊδούρι για να μη βλέπει, σύμβολο όμως πάντα των Ελεύθερων Πολιορκημένων, οι μανάβηδες αφήνουν σωρούς τα φρούτα μέσα στη μέση του δρόμου, οδοφράγματα της άνοιξης τα λαχανικά, ακίνητα τα φορτηγά, η τάξις βασιλεύει - το λέει το ραδιόφωνο - αναποδογύρισε το φυτώριο των βασιλικών - υπάρχει και ανθοπώλης στη λαϊκή αγορά - το λουλούδι κι αναποδογυρισμένο ακόμα μοσκοβολάει, στα βάγια - σε δυό μέρες των Βαΐων - θα τα κόψουν απ' την ελιά που στέκει ακόμα ορθή με τυλιγμένη τη ρίζα της στη λινάτσα, όπου και να' ναι ο όνος θα φανεί.

Θούριος θριάμβου στα ραδιόφωνα " Εμπρός Ελάς για την Ελλάδα", λάθος, αυτός ήταν ο ύμνος των ανταρτών εναντίον των Γερμανών, " Εμπρός για μιαν Ελλάδα νέα" ο ύμνος της δικτατορίας, ο θούριος πάλι " εμπρός", πολλά " εμπρός" εκπέμπει, κανείς δεν ξέρεις προς τα πού να κινήσει, τα πάντα ακινητούν. Φλας. Πρώτο πλάνο: τα τανκς. Δεύτερο πλάνο: τα τανκς. Τρίτο πλάνο: τα τανκς. Θέλεις να φοβηθείς δεν φοβάσαι, δεν ξέρεις πια πώς να φοβηθείς. Νύχτα 3 του Δεκέμβρη 1944, ο βόμβος των τανκς, υποχθόνιος, υποβρύχιος, κάτω απ' το κρεβάτι, κάτω απ' τα θεμέλια του σπιτιού. Πάνε; Έρχονται; Δικά τους; Δικά μας; Ο φόβος περιγράφεται. Ο φόβος είναι...

Τατιάνα Γκρίτση - Μιλλιέξ, Χρονικό ενός εφιάλτη( 1966-1974), Καστανιώτης, Αθήνα 1986.

" 21 Απριλίου 1967. Πραξικόπημα. Ο λαός σιδεροδέσμιος. Η στρατιωτική χούντα καταργεί κάθε έννοια ελευθερίας με όλα τα μέσα: συλλήψεις, εξορίες, φυλακές, βασανιστήρια, θάνατο.
Συγκλονιστική η κατάθεση της Μιλλιέξ. Γιατί δεν είναι η εμπειρία ενός ατόμου που στερήθηκε τα πολιτικά του δικαιώματα, καταδικάστηκε ερήμην, του αφαιρέθηκε η υπηκοότητα, του απαγορεύτηκε η επάνοδος στην πατρίδα. Είναι και τα βιώματα ενός μεγάλου μέρους του ελληνικού λαού. 
" Δίχως γλώσσα, δίχως τόπο, πού είναι η πατρίδα, το σώμα σου δεν έχει χώρο πουθενά", λέει η Μιλλιέξ. " Η στέρηση της γλώσσας είναι σκληρή σαν την πείνα. Έξω από την πατρίδα μου, διαπίστωσα μέσα μου το θάνατο του λόγου και για τρία χρόνια δεν προσπάθησα να ξαναμιλήσω πια.
Συσσώρευσα, όμως, θυμό κι αυτό ήταν που μια μέρα έσπασε το φράγμα κι άξαφνα ξεχύθηκαν όλες οι λέξεις μαζί, απαγορευμένες λέξεις, που ανέβαιναν από τα έγκατα στην επιφάνεια υπερασπίζοντας την ύπαρξή μου την ίδια, απαγγέλοντας το Κατηγορώ εναντίον κάθε βιασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και του πνεύματος".
Αυτό είναι το "Χρονικό" .


Δεν υπάρχουν σχόλια :