"Η " κάκωσις' του Γένους, καθώς εύστοχα θα χαρακτηρίσει ο Ευγένιος Βούλγαρις την κατάσταση του Ελληνισμού αμέσως μετά την Άλωση, δεν αποτελεί απλώς τυπικό χρονικό όριο για την απαρχή της μελέτης της εκπαιδεύσεως. Η παιδεία δηλαδή του έθνους δεν ήταν με κανένα τρόπο δυνατό να συνεχισθή αδιατάρακτη , όσο κι να δεχόμαστε πως οι επιπτώσεις μιας πολιτικής μεταβολής δεν είναι άμεσες ή αμέσως εμφανείς στον πνευματικό χώρο. Μπορεί η γενικώτερη πνευματική ζωή να φαίνεται πως συνεχίζεται ομαλά` στην πραγματικότητα πρόκειται για επιβιώσεις που η εμβέλειά τους είναι μικρή, όπως θα δούμε παρακάτω.
Στην περίοδο αυτή των επιβιώσεων , για να καλυφθή το κενό ως την εποχή που αρχίζει η ανανέωση της νεοελληνικής παιδείας, στα τέλη περίπου του 16ου αι., τοποθετήθηκε ο μύθος για το Κρυφό Σχολειό. Ότι πρόκειται για μύθο αποδεικνύεται βασικά από το γεγονός ότι δεν υπάρχει " καμιά ιστορική μαρτυρία που να βεβαιώνη την ύπαρξη Κρυφού Σχολειού", όπως υποστήριξε ο Γιάννης Βλαχογιάννης. Το ίδιο υποστήριξε και ο Μανουήλ Γεδεών πιο κατηγορηματικά: " Μέχρι σήμερον ουδαμού ανέγνων εν ομαλή καταστάσει πραγμάτων βεζίρην ή αγιάνην ή σουλτάνον εμποδίσαντα σχολείου σύστασιν, ή οικοδομήν, τουθ' όπερ ηδύνατο να συμβεί κατόπιν παραγγελίας Χριστιανού τινος, απεριτμήτου Τούρκου, καθώς ωνόμαζον αυτούς".
Αν το Κρυφό Σχολειό είχε γίνει για κάποια περίοδο πραγματικότητα, σε περιορισμένη έστω έκταση , δεν συνέτρεχε λόγος ή σχετική μαρτυρία ή μαρτυρίες να μείνουν σκόπιμα στην αφάνεια. Θα έπρεπε, αντίθετα, ένα τέτοιο τεκμήριο ζωτικότητος της φυλής και της εθνικής συνειδήσεως - σύμφωνα με την ερμηνεία που θα του δώσουν κατά κανόνα οι μεταγενέστεροι - να εξαρθή με κάθε τρόπο. Αφού λοιπόν η απλή λογική μάς οδηγεί να αποκλέισουμε παρόμοιον ενδεχόμενο, εκείνο που απομένει να δεχθούμε είναι ότι πιθανόν να βρισκόμαστε σε μια εξαιρετική - μοναδική ίσως - συμπτωματική εξαφάνιση κάθε σχετικής γραπτής μαρτυρίας. Την έσχατη όμως αυτή υπόθεση έρχεται να αναιρέσει μια άλλη αδιαφιλονίκητη λογική παρατήρηση : Για ποιο λόγο ο Τούρκος να ενοχληθή από την ύπαρξη σχολείων; Τι είναι εκείνο που θα μπορούσε να τον ανησυχήση από την ενασχόληση ενός μικρού σχετικά μέρους του πληθυσμού με τα γράμματα; Ασφαλώς η περιορισμένη έκταση που μπορούσε να έχη την εποχή εκείνη η καλλιέργεια των γραμμάτων δεν θα πρέπει να είχε ως ενδεχόμενο την παραμέληση της καλλιέργειας της γης. Άλλωστε τα γράμματα ήταν απαραίτητα για ένα μόνο μέρος του πληθυσμού, για όσους δηλαδή ασχολούνταν με το εμπόριο, με το οποίο δεν ασχολείτο συστηματικά ο δυνάστης, ή για όσους είχαν σχέση με τον κλήρο. Πρέπει λοιπόν να θεωρηθεί ως φυσικός ο συλλογισμός που διατυπώνεται από το Μ. Γεδεών, ότι δηλαδή " η τουρκική κυβέρνησις, ανεχόμενη την Χριστιανικήν θρησκείαν, εγίγνωσκεν, ότι εις τους ναούς αναγιγνώσκουσι και ψάλλουσιν οι παππάδες και οι ψάλται, και ότι τα αναγινωσκόμενα και ψαλλόμενα, έπρεπε να διδαχθώσιν εγκαίρως` και συνεπώς ουδέποτε εν ομαλή καταστάσει πραγμάτων εμπόδισε την εν νάρθηξι και κελλίοις διδασκαλίαν".
Εκείνο συνεπώς που απομένει ως απάντηση είναι ότι οι Τούρκοι ανησυχούσαν μήπως η παιδεία γίνη κάποια στιγμή δημιουργός φωτισμού και στη συνέχεια αφετηρία, ώστε να καλλιεργηθή η εθνική συνείδηση. Δεν υπάρχει όμως ούτε σκιά υπόνοιας ότι θα ήταν δυνατόν ο Ασιάτης Τούρκος του 15ου αι. να οδηγηθή σε μια παρόμοια σκέψη. Για να αναχθούμε λοιπόν στην εποχή όπου γεννήθηκε ο μύθος, πρέπει να μεταφερθούμε στα χρόνια όπου η αλληλουχία παιδεία - εθνική αποκατάσταση είχαν γίνει κοινή συνείδηση σε τέτοιο βαθμό, ώστε να είναι δυνατή η παρθενογένεση του θέματος είτε από παρεξήγηση είτε από σκοπιμότητα. Αυτή η εποχή είναι ο Αγώνας, κατά τον οποίο παρουσιάζεται σε μια πρωτογενή μορφή ο μύθος. Η εθνική σκοπιμότητα παίζει εδώ τον πρώτο ρόλο` η συνέχεια είναι εύκολη. Από τη στιγμή όπου το γενικό αυτό κλίμα δημιουργεί την κατάλληλη προϋπόθεση, ώστε να προκύψουν από ανάλογες ψυχολογικές προϋποθέσεις όμοιες μαρτυρίες - πράγμα που επιβεβαιώνει την παρθενογένεση του μύθου - να προστεθούν άλλα συγγενή στοιχεία, καθώς το γνωστό τραγουδάκι για το φεγγαράκι ή φαντασιώσεις ιστορικών της παιδείας οι οποίοι, αδιαφορώντας για την αληθοφάνεια των πραγμάτων , ηδύνονται από ειδυλλιακές αναπαραστάσεις, καθώς η περίπτωση του Γ. Χασιώτη, να επιστεγασθούν τέλος τα στοιχεία αυτά με την υποβολή της τέχνης του λόγου, καθώς το ποίημα του Πολέμη, ή των εικαστικών τεχνών καθώς ο πασίγνωστος πίνακας του Γύζη, η χιονοστιβάδα πια έχει δημιουργηθή και είναι εύκολο να παρασύρη και τους ευφάνταστους καλοπροαίρετους ιστορικούς της εθνικής σκοπιμότητας.
Ένας αιώνας και πλέον μετά την Άλωση είναι το διάστημα που καλύπτεται λίγο πολύ από τους υπέρμαχους της μυθολογίας του Κρυφού Σχολειού. Το χρονικό όμως αυτό διάστημα μπορεί να δικαιολογήση, με τον αργό ρυθμό που έχει η ζωή εκείνη την εποχή και με την επιβράδυνση την οποία προκάλεσε η τουρκική κατάκτηση , το γενικό μούδιασμα που έχει καταλάβει όλε ςτις δυνάμεις του έθνους. Αν υπήρξαν σκόρπιες απόπειρες για κάποια εκπαιδευτική κίνηση, οι απόπειρες αυτές θα ήταν τόσο αδύναμες, ώστε δεν άφησαν παρά ελάχιστα ίχνη της παρουσίας τους. Δεν έχουμε λοιπόν κανένα λόγο να μην δεχθούμε ότι αφετηρία για την εκπαιδευτική αφύπνιση του Ελληνισμού είναι το τέλος του 16ου αι., γιατί τότε μόλις αρχίζουν οι χειρόγραφες και επίσημες μαρτυρίες."
Άλκης Αγγέλου, Το Κρυφό Σχολειό. Χρονικό ενός μύθου, Εστία, Αθήνα 1999, 2η έκδοση
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου