Μελέτα, μα έχε άγρυπνα και ανοιχτά τα μάτια της ψυχής σου στη ζωή...

Δημήτρης Γληνός

Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2013

Χριστουγεννιάτικο όνειρο πιστικού

 Σπύρος Βασιλείου,Mπιστικός, χειρόγραφο της Kατοχής,
τέμπερα σε χαρτί
(1941)
 ....Ήταν περασμένα μεσάνυχτα.
Άνεμος δυνατός τραβούσε και κουνούσε συθέμελο το μαντρί, και κάθε φορά που ξεστένευε το φύσημα του Βορριά του παγωτή, άρχιζε να πέφτει το χιόνι καταγής σαν χοντρό αλεύρι.
Φοβερός καιρός, καρδιά του χειμώνα, ξημερώματα του Χριστόγεννου.
Το κρύο, ο Βορριάς και το χιόνι πολεμούσαν τη γη σαν να την είχαν μητρυιά, κι υπόφεραν ανθρώποι, ζώα και φυτά.
Μέσα σ' εκείνο τ' αγριοκαίρι άρχισε να χτυπάει η καμπάνα της εκκλησιάς του χωριού βαριά - βαριά και δυνατά - δυνατά.
Στον ήχο της καμπάνας ανταριάστηκαν τα σκυλιά, κι ο πιστικός του κοπαδιού ο Γιάννος, που κοιμόνταν βαθιά στην ανθρωποκαλύβα, παρεστιάς, κουκουλωμένος με την κάπα του, κι αλλαγμένος από βραδύς, έτοιμος για την εκκλησιά με μια αφάνταστη κι απελπισμένη αγάπη στην καρδιά του για τη μονοθυγατέρα του τσιέλιγκά του, ξύπνησε από τα βαριαλυχτήματα των σκυλιών και με μεγάλο κόπο άνοιξε τα μάτια του. Κοίταζε γύρα - γύρα στα σκοτεινά, σαν να μην πίστευε ότι ήταν αυτός. Δεν είχε περάσει ακόμα ούτε μια στιγμή , που ήταν πρωτομαγιά, μ' όλα τα κατάλαμπρά της κάλλη, δεν είχε περάσει ακόμα ούτε μια στιγμή, που ανηφορούσε με δώδεκα χιλιάδες γιδοπρόβατα για το ξεκαλοκαιριό με τους πιστικούς του, με τα σκυλιά του, με τα φορτώματα του νοικοκυριού, του τυροκομειού και του βουτυροκομειού, δεν είχε περάσει ούτε μια στιγμή ακόμα, που είχε γείρει, ύστερα απο' να λαμπρό φαγοπότι, στη χρυσοκέντητη ποδιά της Μάρως της πεντάμορφης, που είχε τες δέκα δούλες και παραδούλες, της Μάρως της χιλιοπαινεμένης και χιλιοζηλεμένης, της ασύγκριτης Μάρως, της μοναχοκόρης του τσιέλιγκά του, που τη γύρευαν ονομαστά τσιελιγκόπουλα κι αρχοντόπουλα. Ό,τι έβλεπε, ό,τι είχε κι ό,τι λίγες στιγμές πριν, τσιέλιγκας πρωτοτσιέλιγκας με δώδεκα χιλιάδες γιδοπρόβατα, κι άντρας της Μάρως της πεντάμορφης δεν ήταν άλλο παρά μια πικρή ειρωνεία της φτώχειας του, ένα...χριστουγεννιάτικο όνειρο, που είχε πλάσει ο πόθος της Αγάπης του! Βρέθηκε σαν μ' ένα πήδημα από την χιλιόκαλλη Πρωτομαγιά στην καρδιά του χειμώνα, κι από μυριοπρόβατος και μυριόγιδος τσιέλιγκας πρωτοτσιέλιγκας, φτωχός πιστικός ξένου κοπαδιού και με τον απέραντον πόνο στην καρδιά του για την περίκαλλη Μάρω, την μοναχοθυγατέρα του τσιέλιγκά του, την Μάρω την πεντάμορφη, που την αγαπούσε πολύ - πολύ, και δεν έλπιζε ποτέ να την πάρει γιατ' ήταν ένας φτωχός πιστικός κι όχι χιλιοπρόβατος τσιέλιγκας.
Συλλογίστηκε, συλλογίστηκε, κι αναστέναξε βαθιά από τα φυλλοκάρδια του, σαν να τον είχε βρει καμιά μεγάλη συμφορά. Τέλος, πετάχτηκε στο ρέμα και νίφτηκε, ξετρύπωσε ένα κηρί, που' χε στην αστρέχα της καλύβας, πήρε την κλίτσα και τράβηξε για την εκκλησιά, που ήταν στην κορφή της ράχης του χωριού, για να λειτουργηθεί και να κοινωνήσει.
Όταν μπήκε μέσα, η εκκλησιά ήταν γεμάτη κόσμο. Ξέλαμψε όλη η εκκλησιά από την ομορφιά του, και κάθε πατέρας και κάθε μάνα που είχαν κορίτσι για παντρειά, ζήλεψαν την λεβεντιά του περίκαλλου πιστικού.
- Χαρά στην μάνα, που τον γέννησε!
Είπαν πολλές καρδιές μέσα τους, αλλ' αισθάνθηκε πλειότερο την ομορφιά του ο τσιέλιγκάς του , και την στιγμή πόψελνε ο παπάς τ' ανοιχτόκαρδο και χαρμόσυνο τροπάρι : " Χριστός γεννάται ", ο τσιέλιγκας τέλειωνε μέσα στην καρδιά του την αρραβώνα της μονάκριβής του της Μάρως, με τον άξιο και ζηλεμένο πιστικό του, τον Γιάννο!

Το γιόμα έπεσαν τρία ντουφέκια στα κονάκια του τσιέλιγκα κι έμαθαν όλα τα κονάκια κι όλα τα περίχωρα, ότι αρραβωνιάζονταν ο χιλιοπαινεμένος πιστικός, ο Γιάννος με την πεντάμορφη τη Μάρω, κι είπαν:
- Να ζήσουν και να προκόψουν!
(απόσπασμα)


Χρήστου Χρηστοβασίλη, Διηγήματα της στάνης, Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 1996
" Ως πεζογράφος έγινε "εθνικός" συγγραφέας της Ηπείρου. Δεν είναι εγκεφαλικός στοχαστής, είναι απαράμιλλος αφηγητής και εικονογράφος της ποιμενικής και αγροτικής ζωής της Ηπείρου.
Σε εποχή που πολλοί σύγχρονοί του, πριν το 1900, καταγίνονταν με θέματα μακριά από την πραγματικότητα, αυτός πήρε τα θέματά του από την "τρέχουσα" ηπειρωτική ζωή και σε καθάρια ηπειρωτική δημοτική γλώσσα μας έδωσε απαράμιλλους πίνακες.
Δεμένος με τις ηπειρωτικές παραδόσεις, συντηρητικός από ιδιοσυγκρασία, είναι ταυτόχρονα - τι τραγική αντίφαση! - δημοτικιστής, από τους προδρόμους μάλιστα του δημοτικισμού.( Σωτήρης Γερακούδης, στο προλογικό σημείωμα του)


Δεν υπάρχουν σχόλια :