Μελέτα, μα έχε άγρυπνα και ανοιχτά τα μάτια της ψυχής σου στη ζωή...

Δημήτρης Γληνός

Σάββατο 28 Μαρτίου 2020

Virginia Woolf, σελίδες ημερολογίου

Christiaan Tonnis ~ Virginia Woolf ( 1998)

Στις 28 Μαρτίου 1941 η Βιρτζίνια Γουλφ έβαλε μια μεγάλη πέτρα στην τσέπη της και πέρασε στην άλλη όχθη μέσα από το βυθό των παγωμένων νερών του ποταμού Ουζ.
Λίγα χρόνια πριν είχε ταξιδέψει στην Ελλάδα, την άνοιξη του 1932. Ήταν το δεύτερο ταξίδι της. Για πρώτη φορά είχε έλθει στην Ελλάδα το 1906. Η Βιρτζίνια Γουλφ συνοδευόταν από τον άντρα της Λέναρντ Γουλφ, τον κριτικό Ρότζερ Φράι και την αδελφή της Μάρτζερυ. Έφτασαν στη Βενετία με το τρένο και από εκεί με ατμόπλοιο , μέσω Μπρίντιζι, στον Πειραιά. Το ταξίδι κράτησε από τις 15 Απριλίου έως τις 12 Μαΐου 1932.
Τα ημερολόγιο και τα γράμματα που έγραψε από την Ελλάδα η Βιρτζίνια Γουλφ κυκλοφόρησαν σε ένα μικρό βιβλίο  από τις εκδόσεις Κρύσταλλο με τίτλο "Ελλάδα και Μάης μαζί! Εγγραφές ημερολογίου και γράμματα" σε μετάφραση Μαρίας Τσάτσου και επιμέλεια Άρη Μπερλή.
Γράφει ο  Άρης Μπερλής " Διαβάζοντας το ημερολόγιο που κράτησε και τα γράμματα που έγραψε από την Ελλάδα η Βιρτζίνια Γουλφ, την άνοιξη του 1932, έχεις την εντύπωση πως αυτό που περιγράφεται δεν είναι η Ελλάδα, είναι μια άλλη χώρα:

Η Ελλάδα είναι χωρίς αμφιβολία η πιο όμορφη χώρα που έχει απομείνει.
Οι άνθρωποι είναι οι πιο συμπαθητικοί που γνώρισα ποτέ. Όλοι χαμογελάνε.
Γιατί δεν μου είπες ότι η Ελλάδα είναι τόσο όμορφη;
Αυτή η θάλασσα ήταν παρθένα.
Κι έκοψα άγρια κρίνα και κίτρινα αστεράκια που δεν τα' χα ξαναδεί, και μικρά βυσσινιά, μωβ, μπλε, άσπρα λουλουδάκια, σαν μαργαρίτες.
Ολόκληρο το βουνό ήταν κόκκινο από τα ηλιάνθεμα και τις παπαρούνες.
Τα ξενοδοχεία λάμπουν από καθαριότητα.
Κρυστάλλινη θάλασσα και πεντακάθαρη άμμος.
Είναι τρέλα να χάνει κανείς τα καλύτερά του χρόνια πασχίζοντας να πλουτίσει, όταν υπάρχει αυτή η άγρια αλλά πολύ πολιτισμένη και πανέμορφη χώρα όπου μπορείς να ζήσεις.

Σε ποιο τόπο αναφέρεται αυτή η συγγραφεύς; Και τι νόημα έχει τούτη η έκδοση, σε τούτη τη χώρα, τούτα τα χρόνια που επήλθαν " χυμένα θα' λεγες ακάθαρτο πετρέλαιο που του βάλανε φωτιά"; Μνημόσυνο για μια προώρως χαμένη ομορφιά; Αφορμή για τόνωση μιας φενακίζουσας εθνικής υπερηφάνειας; Διδαχή και φρονηματισμός για να περισωθεί ό,τι απόμεινε στο παρόν και να διαφυλαχθεί στο μέλλον;
 Η Ελλάδα του 1932, όπως την είδε και την περιέγραψε η Βιρτζίνια Γουλφ, φύση και χαρακτήρας της φύσης της και των ανθρώπων της, δεν μας ανήκει. Σε κανέναν δεν ανήκει τίποτα που δεν αγαπά. Ούτε τα ερείπια και τα πληγωμένα της βουνά, χωρίς "ένταση" πια " να ακεραιωθούν ξανά". Μόνο τ' αγριολούλουδα, φυτικές κατσαρίδες που επέζησαν του ολοκαυτώματος, συνεχίζουν κάθε Μάη ν' ανθίστανται. Καθώς η ίδια η Γουλφ παρατηρεί με πρωτοφανή οξυδέρκεια  στο ημερολόγιο της:" Ο τόπος είναι τόσο εξουθενωμένος που δεν μπορεί πια να διαφυλάξει τα συμφέροντά του".
Τούτη λοιπόν η έκδοση δεν μπορεί να έχει άλλη σημασία από το να διαβάσουμε τη ζωντανή περιγραφή μιας όμορφης χώρας, μιας ουτοπίας, που μια μεγάλη συγγραφεύς κάποτε επισκέφτηκε. Μιας χώρας παραμυθένιας τόσο για κείνη όσο και για μας".

Από αυτό το βιβλίο η παρακάτω ημερολογιακή σημείωση της Βιρτζίνια Γουλφ:

" Πέμπτη 21 Απριλίου
Αθήνα { Ξενοδοχείο Ματζέστικ* }

Ναι, αλλά τι μπορώ να πω για τον Παρθενώνα - ότι ήρθε να με βρει το φάντασμά μου, το κορίτσι των 23 ετών, με όλη τη ζωή μπροστά του· αυτό· κι ακόμη, ότι είναι πιο συμπαγής και μεγαλοπρεπής, πιο στιβαρός απ' ό,τι θυμόμουνα. Οι κίτρινοι κίονες - πώς να στο πω; όλοι μαζί σαν σύνολο, ακτινοβολούσαν εκεί πάνω στο βράχο, με φόντο τον πιο βίαιο ουρανό, χτυπητό ψυχρό γαλάζιο, κι ύστερα μαύρο του ανθρακίτη. Πλήθη περνούν φευγαλέα σαν ικέτες ( πρόκειται για ελληνόπουλα που τα' φεραν με το σχολείο). Ο ναός σαν πλοίο, δονείται, τεντώνεται, πλέει, αν και ακίνητος, διασχίζοντας τους αιώνες. Είναι μεγαλύτερος απ' ό,τι θυμόμουνα, με μεγαλύτερη συνοχή. Ίσως ξεθύμανε κάτι από τον νεανικό συναισθηματισμό που κάνει τα πράγματα μελαγχολικά. Τώρα που είμαι πενήντα ( το' γραψα με θάρρος στο βιβλίο του ξενοδοχείου - το καλό μας Γιακ το απέφυγε, άλλη μια απόδειξη του συμπλέγματος κατωτερότητος), έχω γκρίζα μαλλιά κι η ζωή μου σχεδόν τέλειωσε, μ' αρέσει υποθέτω ό,τι έχει ζωντάνια, το λουλούδισμα μπροστά στο θάνατο. Από κάτω η Αθήνα σαν σπασμένο τσόφλι, και τα τα γκριζόμαυρα θαμνώδη βουνά. " Οι Γερμανοί  προβάλλουν σαν πράγματα χωμένα σε μια τσέπη", είπα. Και όπως το είπα, μόλις πέρασε η καταιγίδα, να τοι, εντιμότατοι, κάθιδροι, διόλου ελκυστικοί, σαν να διεκδικούν, σκεφτήκαμε, την Ακρόπολη περισσότερο απ' οποιοδήποτε άλλο έθνος. Χαζεύαμε. Ο Ρότζερς έλεγε: Σπουδαίο, σπουδαίο. Το πρωί στο Μουσείο έλεγε: Δεν υπάρχει σύνθεση. Αυτό είναι το σχήμα ενός αστερία. Κοιτάξτε πόσο λεπτές είναι οι γραμμές. Και κανένα φόντο. Υπήρχανε - κι ακόμη υπάρχουν - μυριάδες μαύρα και κόκκινα και κόκκινα και μαύρα ελληνικά αγγεία, που για το καθένα τους μπορούν να γραφτούν τόμοι ολόκληροι, και μπροστά τους παρελαύνανε κουρασμένα παιδιά, κουρασμένες μητέρες, αξιοθρήνητες κακοντυμένες καμαριέρες και υπάλληλοι, που ξόδεψαν όλη τους την περιουσία για ένα ταξίδι στην Ελλάδα, και θα γυρίσουν πίσω για να εξουσιάσουν κάποιο δρομάκι των προαστίων με το κύρος του " Ήμουν στην Αθήνα τον Απρίλη του 1932". Απόδειξη αυτό το μπούστο από γνήσιο λευκό μάρμαρο, απομίμηση του Φειδία, πάνω στο τζάκι. Αυτό είναι το θλιβερό στα μουσεία.
Η Αθήνα μ' αρέσει γύρω στις 7, όταν οι δρόμοι γεμίζουν από ένα βιαστικό και πολύβουο πλήθος, μαυροφόρες γυναίκες με λευκά πρόσωπα και γυναίκες με σάλια, και κομψευόμενοι μικροκαμωμένοι άντρες, που βγαίνουν το βράδυ με τις νυχτερίδες και τα δειλινά στις πολιτείες του Νότου, άρι λάλαγες**. Η Μάρτζερυ, ακούγοντάς τους να μιλάνε απόψε στου Αβέρωφ***, είπε ότι ο τόνος είναι όπως στ' αγγλικά. Βρίθει από παρατηρήσεις εύλογες και εμπεριστατωμένες - όπως ότι δεν ζωγραφίζουνε ποτέ τον Χριστό όταν πλένεται· ότι δίνουνε στους παπάδες φουρκέτες δωρεάν, επειδή έχουνε μακριά μαλλιά και μπορεί να μπουν στον πειρασμό να χρησιμοποιήσουνε θηλυπρεπή στολίδια. Αυτό ελέχθη στον κήπο, όπου όλα τα λουλούδια ήταν εκεί σήμερα το πρωί - νεραγκούλες σαν αχιβάδες ροζ και βιολετιές με πολλές πτυχώσεις· ίριδες μαύρες με λευκά στίγματα. Η άλλη παρατήρηση έγινε στη βυζαντινή εκκλησία του Δαφνιού: "Σπουδαίο - ξεπερνάει κάθε φαντασία" είπε ο Ρότζερ, και απόθεσε καπέλο, μπαστούνι, σχέδια, δυό - τρεις οδηγούς και λεξικά πάνω σε μια κολόνα. Ύστερα κοιτάξαμε όλοι μαζί ψηλά τον Χριστό τιμωρό, μεγαλύτερο κι από εφιάλτη, σε μπλε και λευκό ψηφιδωτό. Αυτή η εκκλησία μάς άρεσε πολύ. Είναι ψηλή και τραχιά και αψιδωτή, και τα ψηφιδωτά είναι πολύ φθαρμένα. Και κοιτάζεις έξω απ' την πόρτα εκείνα τα πράσινα φουντωτά δέντρα, που το καθένα μοιάζει να' χει μια τούφα από ήλιο και σύννεφο που κυματίζει - έτσι λαμπερά, έτσι σκοτεινά είναι τα πράσινα κύματα στο δάσος που περπατήσαμε. Μια ελληνική οικογένεια φροντίζει την εκκλησία - μεσόκοποι άντρες και γυναίκες, κάθονται με τα καλά τους (οι άντρες) με πανωφόρια και δαχτυλίδια χρυσά και διαβάζουνε την εφημερίδα τους στις 3.30 το απόγευμα. Τέτοιο καθισιό, τέτοια ξενοιασιά δεν είδα ποτέ στην Αγγλία. Τέλος η πιο νέα, μια γυναίκα με σάλι, παντόφλες και φόρεμα βαμβακερό, απομακρύνεται, σκαρφαλώνει πάνω σ' έναν γκρεμισμένο τοίχο κι αρχίζει να κόβει κίτρινα λουλούδια - τι άλλο να κάνει. Από κει κατεβήκαμε με το αυτοκίνητο στη θάλασσα - και πόσο όμορφα είναι τ' ανέγγιχτα χείλη της θάλασσας όταν αγγίζουνε μιαν άγρια παραλία· πίσω μας λόφοι και πράσινες πεδιάδες, στο βάθος η Ελευσίνα, πράσινα και κόκκινα βράχια, ένα ατμόπλοιο ξεκινά."

* Ξενοδοχείο στην οδό Σταδίου
** πολύλογοι, φωνακλάδες
***το παλιό εστιατόριο της Αθήνας



Βιρτζίνια Γουλφ, Ελλάδα και Μάης μαζί! μτρφ. Μαρίας Τσάτσου, Κρύσταλλο, Αθήνα 1987

Δεν υπάρχουν σχόλια :