Μελέτα, μα έχε άγρυπνα και ανοιχτά τα μάτια της ψυχής σου στη ζωή...

Δημήτρης Γληνός

Δευτέρα 11 Μαΐου 2020

Γερμανικό φθινόπωρο


Το Μάρτιο του 2019 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη το βιβλίο του Σουηδού συγγραφέα και δημοσιογράφου  Στιγκ Ντάγκερμαν, Γερμανικό φθινόπωρο. Πρόκειται για άρθρα που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Expressεn το διάστημα 1946 - 1947. Ο Ντάγκερμαν βρέθηκε ως ανταποκριτής της σουηδικής εφημερίδας στην Γερμανία , στις βρετανικές και αμερικανικές ζώνες κατοχής και στο Βερολίνο. Το υλικό των ανταποκρίσεων συγκεντρώθηκε σε αυτό το βιβλίο. Μέσα από αυτά τα αφηγήματα σχηματίζουμε μια εικόνα από τις κατεστραμμένες γερμανικές πόλεις και τα χωριά. Επιπλέον ο συγγραφέας δίνει  την καθημερινότητα και τον τρόπο σκέψης  των Γερμανών με τη λήξη του πολέμου. 


Από το πολύ ενδιαφέρον Επίμετρο της μεταφράστριας Αγγελικής Νάτση ένα μικρό και κατατοπιστικό απόσπασμα:
" Την 1η Σεπτεμβρίου 1939 το Τρίτο Ράιχ ξεκίνησε τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και συντάραξε όλη την ανθρωπότητα. Ο γερμανικός κεραυνός έπεσε οικειοποιούμενος παλιούς θρύλους και συμβολισμούς από την παγανιστική λατρεία, τις Βαλκυρίες και τους Νιμπελούγκεν, το σύμβολο της " σβάστικας" και το αρχαιοελληνικό κάλλος, και φυσικά φιλοσοφίες όπως αυτή του " υπεράνθρωπου", ο εμπνευστής της οποίας Φρίντριχ Νίτσε είχε τη διορατικότητα να γράψει: " Γνωρίζω τη μοίρα μου. Μια μέρα το όνομά μου θα συνδεθεί με την ανάμνηση κάτι τρομακτικού - μιας κρίσης που όμοια της δεν έχει ξαναδεί η Γη". Οι περισσότεροι ιστορικοί πιστεύουν ότι ο Χίτλερ ουδέποτε διάβασε Νίτσε, όμως το κακό έγινε: Το 1945 ο Χίτλερ ήταν νεκρός, αλλά το " θαύμα" του γερμανικού πολιτισμού δεν είχε απλώς εξαφανιστεί από προσώπου γης - όλος ο κόσμος θεωρούσε τους Γερμανούς εχθρούς του ανθρώπινου είδους και ανάξιους για την παραμικρή βοήθεια. Η γερμανική γλώσσα και κουλτούρα αμαυρώθηκαν επίσης, όπως επισημαίνει το 1946 ο συγγραφέας Τόμας Μαν, ο οποίος αναρωτιόταν πώς ο γερμανικός λαός θα μπορέσει να σηκώσει ξανά ψηλά το κεφάλι. Η Γερμανία ήθελε και διεξήγαγε αυτόν τον πόλεμο, αυτή τη μαύρη σελίδα στην ιστορία: Πάνω από εβδομήντα εκατομμύρια άνθρωποι σκοτώθηκαν παγκοσμίως. Το αποτύπωμα των ναζιστικών κτηνωδιών έμεινε χαραγμένο  στους τάφους των θυμάτων και στα πρόωρα γερασμένα πρόσωπα των επιζησάντων. Το Ολοκαύτωμα και η ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι αποτέλεσαν δύο από τα μεγαλύτερα και πλέον ειδεχθή εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Υπό το βάρος της παγκόσμιας κατακραυγής, η ηττημένη και απεχθής Γερμανία μετρούσε με τη σειρά της τα υλικά, ηθικά, ψυχικά και πνευματικά ερείπιά της: Πάνω από εννέα εκατομμύρια Γερμανοί, εκ των οποίων τα τρία άμαχοι πολίτες, έχασαν τη ζωή τους. Οι γερμανικές πόλεις μετατράπηκαν σε ερείπια από τους βομβαρδισμούς των Συμμάχων. Δώδεκα εκατομμύρια Γερμανοί εκτοπίστηκαν. Η πείνα θέριζε τους πληθυσμούς των πόλεων. Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου καταστράφηκε το ένα τρίτο του συνόλου των γερμανικών βιβλίων. Τίποτε πλέον δεν ήταν το ίδιο στον γερμανόφωνο κόσμο.
Σε αυτό το καζάνι που βράζει πηγαίνει το φθινόπωρο του 1946 το παιδί θαύμα των σουηδικών γραμμάτων, ο εικοσιτριάχρονος συγγραφέας και αναρχοσυνδικαλιστής Στιγκ Ντάγκερμαν, ως ανταποκριτής της εφημερίδας Expressen, προκειμένου να συντάξει μια σειρά δημοσιογραφικών άρθρων στα οποία θα περιέγραφε ρεαλιστικά την κατάσταση που επικρατούσε στην αποσαθρωμένη απ' όλες τις απόψεις χώρα...
...Οι πληροφορίες που έφταναν στην πατρίδα για το τι συνέβαινε στον κόσμο ήταν πολύ περιορισμένες και ο διψασμένος για αλήθεια λογοτέχνης δεν θα άφηνε να πάει χαμένη η ευκαιρία ενός - έστω και ελεγχόμενου - ταξιδιού στην ηττημένη χώρα. Σίγουρα ήξερε τι τον περίμενε: ερείπια και πεινασμένοι άνθρωποι. Ίσως να ένιωθε και κάποιο φόβο για αυτό το ταξίδι στην άγονη, στεγνή " Έρημη χώρα", το πρώτο του ταξίδι στο εξωτερικό, και μάλιστα με τη δημοσιογραφική ιδιότητα. Ασφαλώς υπάρχουν πολλοί τρόποι να προσεγγίσει ο δημοσιογράφος τα γεγονότα, τον πόνο και τη δυστυχία που συναντά γύρω του. Περιφρονώντας το είδος του δημοσιογράφου που, για λόγους ασφάλειας, καθόταν στο ξενοδοχείο του και διάβαζε τις τοπικές εφημερίδες προκειμένου να συντάξει την αναφορά του, ο Ντάγκερμαν ήρθε σε επαφή με όσο περισσότερους ανθρώπους μπορούσε, ανθρώπους που ανήκαν σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις και ζούσαν υπό διαφορετικές συνθήκες. Σίγουρα δεν μπορούσε να ζήσει ακριβώς όπως οι Γερμανοί, μπορούσε όμως να προσπαθήσει να μπει στη θέση τους.
Επίσης υπάρχουν πολλοί τρόποι για να συνδεθεί ψυχολογικά ο δημοσιογράφος με τα γεγονότα τα οποία καλείται να περιγράψει. Ο Στιγκ Ντάγκερμαν αντιμετωπίζει ανθρωπιστικά τον φταίχτη της αιματοβαμμένης τραγωδίας, δεν ψάχνει να βρει έναν αποδιοπομπαίο τράγο για να του φορτώσει τη ναζιστική κτηνωδία. Πολλοί Γερμανοί αντιστάθηκαν ή προσπάθησαν να αντισταθούν στη φασιστική λαίλαπα, λέει. Και ποιος μπορεί να κατηγορήσει τον λαό που δηλώνει ότι περνούσε καλύτερα επί Χίτλερ; Δεν μιλούν οι άνθρωποι, μιλάει το πρώτο ανθρώπινο ένστικτο, η αρχέγονη ανάγκη του ζωντανού οργανισμού, η πείνα. Ο Ντάγκερμαν μπαίνει στα πλημμυρισμένα υπόγεια με τα φυματικά παιδιά, κοιτάζει τις κατσαρόλες στις οποίες βράζουν δυσεύρετες σάπιες πατάτες. Ο λαός δε φταίει σε τίποτα, φωνάζει. Κοιτάζει τα μικρομέγαλα και κακομακιγιαρισμένα " ανήθικα" κορίτσια και μπαίνει σε σπίτια διανοούμενων τα οποία του προσφέρουν ρεαλιστικούς λογοτεχνικούς συμβολισμούς, όπως η μίζερη τούρτα από άθλιο γερμανικό ψωμί που προσφέρει ο φιλελεύθερος δικηγόρος και η γραφομηχανή που πουλήθηκε για να θρέψει την οικογένεια του αριστοκράτη, αφιερωμένου στο " τραγικό" γερμανικό ιδεώδες, συγγραφέα. Ασκεί δριμεία κριτική σε όλα τα σύγχρονα πολιτικά κόμματα της Γερμανίας, με μοναδική εξαίρεση τις μικρές αντιφασιστικές ομάδες που σχηματίστηκαν στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόμσιου Πολέμου. Ειρωνεύεται την κυνική " φάρσα" της αποναζιστικοποίησης και τον πρώην ναζί εισαγγελέα που έχει τη δυνατότητα να ταΐζει το παιδί του αληθινό βούτυρο αυτές τις δύσκολες εποχές της μεγάλης ανέχειας, αλλά παράλληλα δεν κρύβει τη συμπάθεια του για τη "χαμένη γενιά" της Γερμανίας: Τα νιάτα που" κυρίευσαν τον κόσμο στα δεκαοκτώ για να χάσουν τα πάντα στα εικοσιδύο". Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι τα άρθρα - με εξαίρεση το πρώτο - δημοσιεύτηκαν στην πολιτιστική στήλη της Expressen, που αποτελούσε τη "χαραμάδα" της εφημερίδας η οποία στέγαζε πολυποίκιλες απόψεις...
Ο αναρχικός υπαρξιστής και ενεργός συνδικαλιστής Ντάγκερμαν βρίσκει στη μεταπολεμική, πεινασμένη Γερμανία την ενσάρκωση τόσο της πολιτικής αβεβαιότητας όσο και του δικού υπαρξιακού φόβου. Είναι ο "ξένος" που διανύει μια κατασπαραγμένη χώρα, μια χώρα γεμάτη ερείπια, υλικά και ψυχικά. Μια χώρα στην οποία μια φραντζόλα ψωμί και ένα σακί πατάτες είναι πιο σημαντικά από την ίδια την ύπαρξη και το δάγκωμα ενός μήλου επισύρει ζηλόφθονα βλέμματα. Ο Ντάγκερμαν περιγράφει με Δύναμη κι ενάργεια ό,τι βλέπει και ό,τι δεν βλέπει, ό,τι είναι σημαντικό και ό,τι είναι ασήμαντο, γιατί το ασήμαντο καταδυναστεύει το σημαντικό και αποφασίζει για τη φύση του. Η γραφή του είναι επιτηδευμένη - άλλοτε χάρη στην καταιγιστική παράθεση ακραίων μεταφορών, παρομοιώσεων και επαναλήψεων, άλλοτε με κατακερματισμένες, " βομβαρδισμένες" προτάσεις-, όχι όμως για να προκαλέσει εντυπώσεις, αλλά για να κατακάψει τα πάντα στο διάβα της.Το δεύτερο ανθρώπινο ένστικτο, ο αρχέγονος τρόμος, είναι εδώ και θα παραμείνει. Το μόνο μέσο που διαθέτει ο ποιητής για να πολεμήσει και να ξορκίσει τον παγωμένο αέρα που φυσάει μέσα στις δικαστικές αίθουσες από την εποχή του μεγάλου τρόμου είναι ένα δαιμονικό χιούμορ και μια ειρωνεία που τσακίζει κόκαλα στην παγωνιά των εκθεμελιωμένων γερμανικών πόλεων...
Το Γερμανικό φθινόπωρο ακροβατεί λοιπόν μεταξύ δημοσιογραφικής, ρεαλιστικής γραφής και ενός καυστικού λογοτεχνικού λυρισμού..."

Στιγκ Ντάγκερμαν, Γερμανικό φθινόπωρο. Αφηγήματα. Μετφρ. Αγγελική Νάτση, Καστανιώτης, Αθήνα 2019.

Δεν υπάρχουν σχόλια :