Μελέτα, μα έχε άγρυπνα και ανοιχτά τα μάτια της ψυχής σου στη ζωή...

Δημήτρης Γληνός

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 25 Μαρτίου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 25 Μαρτίου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2020

Τα δύο Εικοσιένα

ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ, όπως το ξέρουμε μέσα από την επίσημη ιστορική παράδοση, μοιάζει με τ' αναστραμμένο είδωλο που βλέπουμε να καθρεφτίζεται στα θαμπά νερά μιας λίμνης. Είναι βέβαια η ίδια η εικόνα, μα δοσμένη από την ανάποδη. Για να γνωρίσει κανείς τ' αληθινό Εικοσιένα, πρέπει να σκύψει πάνω σ' άλλα κείμενα· σ' εκείνα που προετοίμασαν το σηκωμό, σ' αυτά που γράφτηκαν όσο βρόνταγε το καριοφίλι κι άστραφτε το γιαταγάνι και στ' απομνημονεύματα των αγωνιστών - του Μακρυγιάννη, του Κασομούλη, του Κολοκοτρώνη, του Φωτάκου, του Σπυρομήλιου, του Περραιβού, του Σπηλιάδη και τόσων άλλων.
Δύο ήταν τα Εικοσιένα· το ένα του λαού και των πιο προοδευτικών ανθρώπων εκείνου του καιρού, το άλλο των κοτζαμπάσησδων και των πολιτικάντηδων. Του πρώτου οι ρίζες αντλούνε τους χυμούς τους από τα "Δίκαια του ανθρώπου" του Ρήγα Βελεστινλή· πάνω στ' άλλο πέφτει βαρύς ο ίσκιος της "Πατρικής διδασκαλίας" του Μακαριωτάτου Πατριάρχη της Αγίας Πόλης Ιερουσαλήμ κυρ - Ανθίμου - ή πιο σωστά του Γρηγορίου.

Ο σκοπός όπου απ' αρχής κόσμου οι άνθρωποι εσυμαζώχθησαν από τα δάση την πρώτην φοράν δια να κατοικήσουν όλοι μαζύ, κτίζοντας χώρας και πόλεις, είναι δια να συμβοηθώνται και να ζώσιν ευτυχισμένοι και όχι να συναντιτρώγωνται ή να ρουφά το αίμα τους ένας(...) Αυτά τα φυσικά δίκαια είναι: πρώτον, το να είμεθα όλοι ίσοι και όχι ο ένας κατώτερος από τον άλλον· δεύτερον, να είμεθα σίγουροι εις την ζωήν μας και κανένας να μην ημπορεί να μας την πάρη αδίκως και κατά φαντασίαν.

Αυτή είναι η φωνή του Ρήγα στα " Δικαιώματα του ανθρώπου" κι αυτό είναι το πρώτο Εικοσιένα.

Κλείσατε τ' αυτία σας, και μην δώσετε καμμίαν ακρόασιν εις τοιαύτας τας νεοφανείς ελπίδας της ελευθερίας εναντίον εις τα ρητά της θείας γραφής και των Αγίων Αποστόλων, οπού μας προστάζουν να υποτασσώμεθα εις τας υπερεχούσας αρχάς, όχι μόνον τας επιεικείς, αλλά και σκολίας, δια να έχωμεν θλίψιν εις αυτόν τον κόσμον.

Αυτό είναι το φαρμάκι της " Πατρικής διδασκαλίας" κι αυτό στέκεται το αντι- Εικοσιένα...


Δημήτρης Φωτιάδης, Καραϊσκάκης, Σ.Ι.Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 1995, 14η έκδοση ( ξανακοιταγμένη και συμπληρωμένη.

Σάββατο 25 Μαρτίου 2017

Καντάτα Ελευθερίας

Χρήστου Λεοντή - Καντάτα Ελευθερίας
Ρήγας - Σολωμός - Μακρυγιάννης
Ερμηνεύουν: Νένα Βενετσάνου , Δώρος Δημοσθένους, Χρήστος Σίκκης, Η χορωδία : Φίλοι Μοντέρνας Μουσικής και ο συνθέτης
Διαβάζουν οι ηθοποιοί: Ουρανία Μπασλή , Χρήστος Τσάγκας

Το έργο του Χρήστου Λεοντή ΚΑΝΤΑΤΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα της μουσικής και χαρακτηριστικά δείγματα του λόγου του Ρήγα, του Σολωμού και του Μακρυγιάννη, συνθέτει σε μορφή τριπτύχου τις ιδέες του και αναδεικνύει τα στοιχεία που προδίδουν σε αυτές ενότητα και συνοχή, παρά τις εγγενείς τους διαφορές και τα διαφορετικά ιστορικά συμφραζόμενα που απηχούν. Πρόκειται ακριβώς για τα στοιχεία εκείνα, που συγκροτούν τη βάση του οικοδομήματος της δημοκρατικής πολιτικής παράδοσης του Ελληνισμού.
Εκδόσεις της Βουλής των Ελλήνων

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2016

"...οι αγράμματοι και τρεις εκείνοι πολεμιστές, όχι με τη γραμματική και τις "Ελληνικούρες" κέρδισαν τη λευτεριά τους, αλλά με τα καριοφίλια και τις πάλες..."


" Κάποιος ιστορικός ( ιστορικός κατά τον τρόπο που θα εννοούσαμε τα ακρωτήρια ως...άκρες των τυρίων!) μου γράφει ότι τα ιστορικά βιβλία μου συκοφαντούν την επανάσταση του 21, ως όχι εθνικήν, αλλά ως κοινωνικήν.
Αν και ο ταπεινά υποφαινόμενος, δεν αλληλογραφώ με "αμαθόπουλους", εν τούτοις σκέφτηκα ότι επειδή αυτό λέγεται και στα σαλονιακά κουκουβαγία της Αθήνας, μπορεί δε και στα λαϊκά καφενεία προς...διαφώτιση, σας στέλνω τούτο το γραφτό μου, που "άμα τη δημοσιεύσει " του, θα του το ταχυδρομήσω στην σταλείσα μου διεύθυνσή του.
Πράγματι, " υπάρχει ένα πολύ τρομερότερο όπλο από την συκοφαντία - η αλήθεια!" (Ταλλεϋρανδος).
Και η αλήθεια είναι τούτη: Στην Εθνική, λεγόμενη, επανάσταση, τα πράγματα συμβαίνουν ως εξής: Αυτήν, δε την κάνει ο λαός. Εξ εναντίας είναι επανάσταση εναντίον του λαού, προς περισσότερη δούλωσή του και ξεπούλησή του, στα ντόπια και τα ξένα συμφέροντα. Την οργανώνει σοφά, η ιθύνουσα τάξη ( οι γαιοκτήμονες, οι χρηματιστές, το ανώτερο ιερατείο, οι στρατιωτικοί, οι - επιμέρους - πολιτικοί, η βασιλική αυλή - όπου υπάρχει - οι αετονύχηδες του χρήματος και γενικώς, η στο σώμα των λαών επικαθισμένη κρούστα των βδελλών του.)
Και την παρασκευάζουν εν παραβύστω επιτελικά, με επικλήσεις...των ιερών και οσίων του Έθνους! Με πλούσιες χρηματοδοτήσεις της από τις τράπεζες και τους οικονομικά κρατούντας, με κωδικούς αριθμούς και καβαλλιστικά "ιδεογράμματα" της ακριβούς ημέρας και ώρας της εκρήξεώς της, με μυημένους στρατιωτικούς και τινας ιεράρχας και με την φαρισαϊκήν ουδετερότητα των προφεσόρων, των ακαδημαϊκών (όπου υπάρχουν και τέτοιοι) των ακουστών διανοουμένων και των πατρών ασκημομούρων θυγατέρων μετά κλειδοκυμβάλου της ουράς και αυγοτάραχων Κασπίας! Χαβιαροπέψιοι της χώρας ενωθείτε!
Επιτυγχάνουσα ( και σχεδόν επιτυγχάνει, η τέτοια επανάσταση, τον αποσπέρνει με μπαρούτι το λαό και ξεπουλάει με τα τσαρούχια της τη χώρα. Ο τυχόν έχων αντίρρηση στέλνεται στα ερημόνησα προς επιμόρφωση, ή γίνεται αναθεωρός του αυτοεξορίστου τύπου της Τσεχίας, ή μουσικοσυνθέτης, γράφων...και μανιφέστα μπρος στο πιάνο του.
Τέτοιες επαναστάσεις στάθηκαν η βορειοαμερικανική του - ποτε - Ουάσιγκτον που έδιωξε τους Άγγλους και...κάθισε αυτός. Τη συνέχεια τη βλέπουμε στην κατοπινή και σημερινή ιμπεριαλιστική κατάντια της Αμέρικας. Του Κρόμβελ, του Κεμάλ Αττατούρκ και σύξυλες όλες τις αφρικανικές και της Ευρώπης.
Όπου του κόσμου έσκασε κοινωνική επανάσταση, καταπνίγηκε στο αίμα της, όπως των Σπάρτακων της πάλαι Ρώμης, των είλωτων και πληβείων της αρχαίας Σπάρτης και των Αθηνών, όπως στις σύγχρονες των δύο ακραίων μαύρων λαών της Αφρικής και της σοσιαλδημοκρατίας στην Ισπανία του Φράνκο. Και γιατί όχι και της Αστικής επανάστασης των μπουρζουάδων ( μη και του Ροβεσπιέρου εξαιρουμένου), που κυοφόρησαν την αστική αυτοκρατορία του μεγαλύτερου μαχαιροβγάλτη των αιώνων Μεγάλου Ναπολέοντα και ξανάφεραν τη δυναστεία των Βουρβόνων και τις χοροεσπερίδες της ...Παναγίας( = της κας Ταλλιέν) και των μιξοπαρθένων εκείνων εγκυκλοπαιδιστών τα μανιφέστα προς την Αικατερίνη τη Μεγάλη.
Όσο αν ήταν κοινωνική ή όχι η Ελληνική Επανάσταση του 21 θα τα πούμε παρακάτω!


Προηγουμένως είχα πει πώς γράφεται η Ιστορία στην Ελλάδα - μα και σχεδόν και παντού του κόσμου, δεν γράφεται καλύτερα.
Απ' τα μικρά μου νειάτα, τους βλέπω και τους...λιμπίζουμαι στις χαλκομανίες των σχολείων και στις λιθογραφίες των Ημερολογίων Τραπεζών, ή στα πολυτελή περιοδικά τρανών επιχειρήσεων, ως καμάρια και καυχήματα του λαού μας τους "εθνικούς άνδρας" που τα πάντα δώσανε λόγω και πνεύματι στον ...κατά των Τούρκων αγώνα των Ελλήνων του ΄21: Τον Κοραή, τον Καποδίστρια (του πρώην γιατρού του Οθωμανικού Νοσοκομείου και δήμιου των στασιαστών της Κεφαλλονιάς - κατά διαταγή των Άγγλων), τους επτανήσιους λογάδες, τον Διονύσιο Ρώμα, τον Ουγγαρίας και Βλαχίας Ιγνάτιο (τον σφαγέα των 400 Πρεβεζάνων), τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, τον Αντρέα Ζαΐμη ( "Τι Μπραΐμης - τι Ζαΐμης!") τους  Κουντουριώτηδες της Ύδρας, τους " διδαχούς της διασποράς" και όλους τους βαρδαλαμπούμπηδες των μύθων.
Και είναι αυτοί, οι μυχτηρίσαντες τον αγώνα, διότι και διότι αλλά και μη εννοούντες ότι οι αγράμματοι και τρεις εκείνοι πολεμιστές, όχι με τη γραμματική και τις "Ελληνικούρες" κέρδισαν τη λευτεριά τους, αλλά με τα καριοφίλια και τις πάλες.
Αυτά ήσαν τότε για τους Τούρκους "αι πόρπαι της Αλεξοτίσσης", δηλαδή τα κουμπιά της κυρ - Αλέξαινας, όπως μας τα δίδασκε ποτέ γραμματοδιδάσκαλος αρχαιόπληχτος.
Τώρα, κανείς, θα μούλεγε: Να που μαίτρ - ιώτατε κι ελόγου σου, αναγνωρίζεις ότι η επανάσταση δεν ήταν κοινωνική αλλά Εθνική. Θα του απάνταγα: κύριε αμάθιε, αν δεν σ' έδερνε η οκνηρία της σκέψεως θα εννοούσε ότι: αν πρώτα δεν εξοντονώντουσαν οι Τούρκοι, δεν θα πετύχαινε ο αγώνας. Διότι οι Τούρκοι είχαν στρατούς στις πιο επίκαιρες πόλεις και τα κέντρα: στην Τριπολιτσά, στην Κόρινθο, στην Πάτρα και στην Κάρυστο. Στη Χαλκίδα, στη Λαμία και στη Λάρισα. Οι κοντζαμπάσηδες βέβαια δεν είχαν, αλλά ήσαν σύμμαχοι των Τούρκων. Μ' ένα τους κάλεσμα, θα κατάφταναν σύννεφα κονιάρων. Χώρια που και ο Σουλτάν - Χαμήτ, θάστελνε τον ένα μετά τον άλλον τους πασσάδες.
Έτσι, οι πριν ραγιάδες ρίχτηκαν κατά των Τούρκων πρώτα, κι άφησαν για παραπέρα το ακέφαλο και άοπλο κοντζαμπασάδικο κοπάδι: Πουλιά δεν ήταν να πετάξουνε - θα τους περνούσαν όλους εν στόματι μαχαίρας.
Αυτό μως τους στάθηκε μοιραίο. Γιατί τα χρόνια πέρναγαν, και τα λεφούσια της Τουρκιάς δεν πέρναν τέλος. Το ένα μετά το άλλο καταστρέφονταν, μα τα όξω πράγματα σκούρευαν. Η Αγγλία, η Αυστρία κι αυτή η Γαλλία του Ναπολέοντα, κηρύχτηκαν αναφανδόν με το σαρίκι... Έτσι, κατέφτασε στη Πελοπόννησο ο Μπραΐμης, με στόλους και στρατούς υπό αξιωματικούς Εγγλέζους. Και άρχισε το κλάδεμα ανθρώπων τε και δέντρων. Ούτε πουλί πετάμενο δεν φτούρισε στους τόπους. Λιγάκι ακόμα και οι αγωνιστές θα υποκύπτανε. Οι κοντζαμπάσηδες σωνόσαν! Τέλος, μάλλον από εγωστιλίκι αγγλικό κι από τουρκική ηλιθιότητα το Ναυαρίνο επήλθε. Οι Τόρρυδες στο Λονδίνο, μάλωσαν το ναύαρχό τους Κορδιγκτώνα. Αλλά ο πανευρωπαϊκός ενθουσιασμός τον έσωσε απ' τη δίκη.
Έτσι, η χώρα παραδόθηκε στους κοντζαμπάσηδες και πάλι. " Κατήλθε" ο Καποδίστριας - εγκάθετος του Τσάρου. Οι λιγοστοί απομείναντες πολεμιστές, πήραν ξανά τα όρη. Κι οι τσούμπρες κι οι γυναίκες τους, ξανά γινήκαν γκόμενες των πρώτων τους αφεντάδων = των κοντζαμπάσηδων. Μια ακόμα κοινωνική επανάσταση πνίγηκε στο αίμα της, από τον καιρό των Σπαρτιατών και δώθε καμιά δεν πέτυχε. Μόνο η Οκτωβριανή των εργατών των μουζίκων και των φαντάρων στη Ρουσία περισώθηκε. Αλλά κι αυτήν, την έχουν με τους πυραύλους οι Αγγλοαμερικάνοι στο σημάδι...
Σχεδόν σύξυλες και ομοθυμαδές όλες οι προσωπικότητες( διανοούμενοι, πολιτικοί, τσάροι, βασιλείες, κυβερνήτες και ντοκτόροι) όλες συγκροτιτί, έβαλαν κατά του επαναστατημένου '21, ως αναρχικού και καρμπονάρικου ( ο όρος κομμουνισμός δεν είχε ακόμα όνομα) ενώ κι ο Πατριάρχης το αφόρισε για τέτοιο κι αποτέτοιο και μόνο η κοντζαμπάσικη πονηρία το διαβόηζε ως τάχα εθνικό που το προπαρασκεύασαν αυτούνοι.
Ότι η Επανάσταση του '21, μόνον υπό την έννοιαν αυτήν (= την και ενάντια στους Τούρκους όρμησή της), ήταν και εθνική, ήταν κοινή συνείδηση και διαπίστωση πολλών επιτοπίων αυτοπτών ξένων και δικών μας:
" Αλλά πλανάται οικτρά εκείνος που νομίζει ότι ο πόλεμος αυτών των Ελλήνων εναντίον των Τούρκων είναι πόλεμος εθνικός. Τέτοιο πράγμα δεν συμβαίνει, γιατί προς το παρόν λείπουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις. Οι ανώτερες τάξεις δεν έλαβαν καθόλου μέρος μέχρι τώρα, εξαιρέσει κάνα - δυό πριγκίπων, οι οποίοι ίσως ελπίζουν να πάρουν κανένα θρόνο. Οι πιο ευκατάστατοι και οι πιο πλούσιοι Έλληνες δεν υπεστήριξαν τον πόλεμο αυτόν ούτε άμεσα ούτε έμμεσα, υπάρχουν μάλιστα πολλοί απ' αυτούς, οι οποίοι τον αποδοκιμάζουν. Με μελαγχολικό μειδίαμα εδιάβασαν μερικοί στις εφημερίδες για τις πατριωτικές θυσίες, για τις γενναίες συνεισφορές κλπ. Αυτό που πριν από λίγα χρόνια είδαμε εμείς στη Ρωσία και εδώ σ' εμάς στη Γερμανία, δεν το βλέπει κανείς πουθενά στην Ελλάδα. Εκτός απ' αυτή την αναξιόπρεπη αποχή από τον Αγώνα υπάρχει ακόμα και το μεγάλο μειονέκτημα, ότι σ' αυτά τα ασύντακτα πλήθη λείπουν εντελώς τα χρηματικά μέσα. Γι' αυτό τους λείπουν προμήθειες, πολμοφόδια, κανόνια κλπ., αν και τους εφοδίασαν με μερικά Γάλλοι, Ισπανοί, Βορειοαμερικανοί και άλλοι. Είναι γνωστό ότι ο πόλεμος αυτός εξέσπασε στις παραδουνάβιες χώρες πολύ ενωρίς και ελάχιστα προετοιμασμένος. Μερικοί λέγουν ότι έπρεπε να αρχίσει το φθινόπωρο του 1822. Τίποτα δεν είχαν προνοήσει. Έτσι εξηγείται η σύγχυση στη διεξαγωγή των πολεμικών επιχειρήσεων . Αλλ' απ' αυτήν την καλή και ωραία υπόθεση  λείπει - και αυτό είναι πολύ πιο απαραίτητο από το χρήμα, το μπαρούτι, το μολύβι και τα κανόνια - ένα κεφάλι, ένα από τα πνεύματα εκείνα που αυτά μόνο μπορούν να πρωτοπορήσουν με επιτυχία σε κοσμοϊστορικά γεγονότα, που με τη μεγάλη τους καρδιά και με το μεγάλο τους πνεύμα συλλαμβάνουν το μεγάλο, όπως και αυτοί οι ίδιοι ανήκουν στους μεγάλους. Ένας τέτοιος λείπει προς το παρόν πέρα για πέρα ( δόκτωρ Κρίσιαν Μύλλερ απεσταλμένος της μεγάλης γερμανικής εφημερίδας Αλλεμάινε Τσάιτουνγκ - σε ανατπόκρισή του στις 17 Αυγούστου 1821). ( Βλ. Τάσου Βουρνά, " Εντυπώσεις Γερμανού δημοσιογράφου από τον επαναστατημένο Μοριά - 1821" στην "Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά", τ.Ε΄, σελ.260 κ.ε, Δ/τής Μίμης Παπαχριστοφίλου Αθήνα 1961)".
(...):" "...εις τα ταραχάς της Πελοποννήσου διαφαίνεται το εναντίον της κοινωνικής τάξεως ανατρεπτικόν στοιχείον". ( Λόγια του Αλεξάνδρου Α' στον αντιπρόσωπο της Γαλλίας Μονμαρανσύ - Δ.Κόκκινος, τομ. 6, σελ.39, "Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως")".
(...): " " Δεν συμφέρει η εγκατάστασις μιας λαϊκής Κυβερνήσεως εις τα ανατολικά της Ευρώπης" Σατωβριάνδος: "Υπόμνημα δια την Ελλάδα", Παρίσι 1825, σελ.9)".
(...): " Ευθύς εξ αρχής, από δυναστικής ή πολιτικής, η Ελληνική Επανάσταση έγινε κοινωνική"(Ιω. Α.Σπηλιωτάκης: " Η κρίσις", Αθήνα 1874)".
Θεέ μου τι δίπορτο!

Γιάννη Σκαρίμπα, Το '21 και η αριστοκρατία του, Κάκτος 1978

Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

...Καί νωρίς ἐβγήκανε καταμπροστά στόν ἥλιο, μέ πάνου ὡς κάτου ἁπλωμένη τήν ἀφοβιά σά σημαία, οἱ νέοι μέ τά πρησμένα πόδια πού τούς έλεγαν ἀλῆτες.

Η μεγάλη Έξοδος
Τίς ἡμέρες ἐκεῖνες ἔκαναν σύναξη μυστική τά παιδιά καί λάβανε τήν ἀπόφαση, ἐπειδή τά κακά μαντάτα πλήθαιναν στήν πρωτεύουσα, νά βγοῦν ἔξω σέ δρόμους καί σέ πλατεῖες μέ τό μόνο πρᾶγμα πού τούς εἶχε ἀπομείνει: μιά παλάμη τόπο κάτω ἀπό τ’ ἀνοιχτό πουκάμισο, μέ τίς μαῦρες τρίχες καί τό σταυρουδάκι τοῦ ἥλιου. Ὅπου είχε κράτος ἡ Ἄνοιξη.
Καί ἐπειδή σίμωνε ἡ μέρα πού τό Γένος εἶχε συνήθειο νά γιορτάζει τόν ἄλλο Σηκωμό, τή μέρα πάλι ἐκείνη ὁρίσανε γιά τήν Ἔξοδο. Καί νωρίς ἐβγήκανε καταμπροστά στόν ἥλιο, μέ πάνου ὡς κάτου ἁπλωμένη τήν ἀφοβιά σά σημαία, οἱ νέοι μέ τά πρησμένα πόδια πού τούς έλεγαν ἀλῆτες. Καί ἀκολουθούσανε ἄντρες πολλοί, καί γυναῖκες, καί λαβωμένοι μέ τόν ἐπίδεσμο καί τά δεκανίκια. Ὅπου έβλεπες ἄξαφνα στήν ὄψη τους τόσες χαρακιές, πού ‘λεγες είχανε περάσει μέρες πολλές μέσα σέ λίγην ὥρα.
Τέτοιας λογῆς ἀποκοτιές, ὡστόσο, μαθαίνοντες οἱ Ἄλλοι, σφοδρά ταράχτηκαν. Καί φορές τρεῖς μέ τό μάτι ἀναμετρῶντας τό ἔχει τους, λάβανε τήν ἀπόφαση νά βγοῦν ἔξω σέ δρόμους καί σέ πλατεῖες, μέ τό μόνο πρᾶγμα πού τούς εἶχε ἀπομείνει: μιά πήχη φωτιά κάτω ἀπ’ τά σίδερα, μέ τίς μαῦρες κάνες καί τά δόντια τοῦ ἥλιου. Ὅπου μήτε κλῶνος μήτε ἀνθός, δάκρυο ποτέ δέν ἔβγαλαν. Καί χτυπούσανε ὅπου νά ‘ναι, σφαλῶντας τά βλέφαρα μέ ἀπόγνωση. Καί ἡ Ἄνοιξη ὁλοένα τούς κυρίευε. Σάν νά μήν ἤτανε ἄλλος δρόμος πάνω σ’ ὁλακέρη τή γῆ, γιά νά περάσει ἡ Ἄνοιξη παρά μονάχα αὐτός, καί νά τόν εἶχαν πάρει ἀμίλητοι, κοιτάζοντας πολύ μακριά, περ’ ἀπ’ τήν ἄκρη τῆς ἀπελπισιᾶς, τή Γαλήνη πού έμελλαν νά γίνουν, οἱ νέοι μέ τά πρησμένα πόδια πού τούς έλεγαν ἀλῆτες, καί οἱ ἄντρες, καί οἱ γυναῖκες, καί οἱ λαβωμένοι μέ τόν ἐπίδεσμο καί τά δεκανίκια.
Καί περάσανε μέρες πολλές μέσα σέ λίγην ὥρα. Καί θερίσανε πλῆθος τά θηρία, καί άλλους ἐμάζωξαν. Καί τήν άλλη μέρα ἐστήσανε στόν τοῖχο τριάντα.



Οδυσσέας Ελύτης, Άξιον Εστί, Ίκαρος, Αθήνα 1977, 9΄έκδοση













Θέμα του τρίτου αναγνώσματος είναι ένα συγκεκριμένο, ιστορικό πια γεγονός` η μεγάλη πανεθνική εκδήλωση διαμαρτυρίας που έγινε στην Αθήνα με την ευκαιρία του απαγορευμένου εορτασμού της 25ης Μαρτίου 1942, κατά την οποία εθρηνήσαμε πολλά θύματα. Πρωτοπορεία ήσαν οι νέοι, μαθητές και φοιτητές. Από το πρωί εγέμισε εορταστικά η Αθήνα με πλήθος κόσμου. Σκοπός, το στεφάνωμα των προτομών των ηρώων της Επανάστασης και του Αγνώστου Στρατιώτου. Οι αρχές της Κατοχής έστειλαν ιππικό και μηχανοκίνητα και εκτύπησαν "στο ψαχνό". Η εκδήλωση αυτή υπήρξε μια από τις σημαντικότερες ομαδικές εκδηλώσεις σ' ολόκληρη τη γερμανοκρατούμενη Ευρώπη και υπήρξε δίδαγμα για όλο τον κόσμο της καθολικής αντιστάσεως του Ελληνικού λαού. Από κείνη την ημέρα άρχισαν συστηματικά οι ομηρίες και οι ομαδικές εκτελέσεις. Την εικόνα της "ημέρας εκείνης" θέλει να δώση ο ποιητής.
Η ανάλυση του Τάσου Λιγνάδη στο βιβλίο Το Άξιον Εστί του Ελύτη ( Εισαγωγή, Σχολιασμός , Ανάλυση).Αθήνα 1977, 3η έκδοση (με προσθήκη)

Σάββατο 24 Μαρτίου 2012

25 Μαρτίου 1942

" Έλληνες που θέλετε ελεύθερη Ελλάδα! Η φετεινή 25 Μαρτίου επέτειος της επανάστασης των πατέρων σας, σας καλεί στον αγώνα. ΕΝΩΘΕΙΤΕ ΟΛΟΙ, άσχετα από τις αντιλήψεις σας, στις γραμμές του ΕΑΜ. ΑΓΩΝΙΣΤΕΙΤΕ ΓΙΑ ΤΟ ΨΩΜΙ ΠΟΥ ΣΑΣ ΚΛΕΒΟΥΝ, ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΠΟΥ ΣΑΣ ΣΤΕΡΟΥΝ".
 Χαρακτικό της Λουκίας Μαγγιώρου, από το λεύκωμα "Για τη χιλιάκριβη τη λευτεριά"

  Οι λαϊκές εκδηλώσεις άρχισαν από την παραμονή. Οι φοιτητές συγκεντρώθηκαν στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου, στεφάνωσαν τον ανδριάντα  του Ρήγα και έψαλαν γονατιστοί τον Εθνικό Ύμνο. Σε συνέχεια πήγαν ομαδικά στην πλατεία των Φιλικών και στεφάνωσαν τον ανδριάντα του Ε. Ξάνθου. Εκεί τους επιτέθηκαν οι Ιταλοί φασίστες για να τους διαλύσουν. Οι φοιτητές αντιστάθηκαν.
   Στις 25 Μάρτη στους δρόμους της πρωτεύουσας κατέβηκαν χιλιάδες πατριώτες για να τιμήσουν την εθνική επέτειο. Οι διαδηλωτές με τους ανάπηρους στις πρώτες γραμμές, κατευθύνθηκαν προς το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, κρατώντας υψωμένες ελληνικές σημαίες και ψάλλοντας τον Εθνικό Ύμνο. Στο δρόμο πατριώτες της πρωτεύουσας τους έδιναν σημαίες και τους έραιναν με λουλούδια. Η Αθήνα ζούσε μια από τις αθάνατες μέρες της .
    Στην Πλατεία Συντάγματος οι διαδηλωτές δέχτηκαν την επίθεση των κατακτητών και ιδιαίτερα  των έφιππων τμημάτων της ιταλικής καραμπινερίας, που, βλέποντας ότι δεν πετύχαιναν το σκοπό τους  με τα κλομπς και τους υποκοπάνους, άρχιασαν να πυροβολούν στο ψαχνό. Οι συγκρούσεις κράτησαν αρκετή ώρα και πολλοί πατριώτες τραυματίστηκαν. Ένα μέρος όμως από τους διαδηλωτές  έφθασε στο σημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και κατέθεσε στεφάνια και ανθοδέσμες. Χιλιάδες πατριώτες στάθηκαν ακλόνητοι, αντιπάλεψαν με πεισμα τους κατακτητές .
    Στις εκδηλώσεις της 24 και 25 Μάρτη του 1942 πήραν μέρος πλατειές μάζες, που προέρχονταν απ'όλα τα λαϊκά στρώματα και αυτό έδειχνε ότι οι οργανώσεις του ΕΑΜ σημείωναν σοβαρά βήματα στην οργάνωση και κινητοποίηση του λαού.
     Οι πρώτες κινητοποιήσεις , με κορύφωμα τις εκδηλώσεις της 24 και 25  του Μάρτη, έδωσαν θάρρος στο λαό, κι άνοιξαν το δρόμο για τις κατοπινές μεγάλες εκδηλώσεις, που εγκαινιάστηκαν με την πανελλαδική απεργία των δημοσίων υπαλλήλων"
(Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης 1940- 1945, Δοκίμιο, γ΄έκδοση, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1978)
"Ας παρακολουθήσουμε την αφήγηση του Πέτρου Ανταίου: στις 25 Μαρτίου την προκαθορισμένη ώρα, ομάδες φοιτητών συρρέουν στο Πεδίο του Αρεως. Εκεί, τα μέλη της οργανωτικής επιτροπής που φθάνουν πρώτα αντιλαμβάνονται ότι μπροστά στο άγαλμα του Κωνσταντίνου έχουν παραταχθεί σειρές αστυφυλάκων, ενώ ένα τεθωρακισμένο εποπτεύει το χώρο. Η επιτροπή ειδοποιεί μέσω των συνδέσμων της ότι το σχέδιο αλλάζει και καλεί τους χίλιους περίπου φοιτητές που βρίσκονταν στους γύρω δρόμους να κατευθυνθούν προς την πλατεία Εξαρχείων. Εκεί, ο Κ. Λιναρδάτος απευθύνεται στους συγκεντρωμένους ανεβασμένος πάνω σ' ένα κασόνι και τους προτρέπει, εκ μέρους του ΕΑΜ Νέων, να ακολουθήσουν το παράδειγμα των αγωνιστών του '21. Σύνδεσμος μοτοσικλετιστής επικοινωνεί με την κεντρική οργανωτική επιτροπή και μεταφέρει το σύνθημα να πορευτεί η διαδήλωση προς την πλατεία Κολωνακίου. Η διαδήλωση ξεκινά τραγουδώντας το «Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά...», αφού τα τραγούδια της Αντίστασης δεν είχαν ακόμη εμφανιστεί. Στο δρόμο, ο κόσμος υποδέχεται με ενθουσιασμό τους νέους και μια γυναίκα δίνει στον φοιτητή Διονύση Παπαδόπουλο μια σημαία. Καθώς η διαδήλωση ανεβαίνει τη Σόλωνος, οι γραμμές της πυκνώνουν. Σε λίγο, οι διαδηλωτές βρίσκονται αντιμέτωποι με πυκνές σειρές αστυφυλάκων. Ακολουθεί συμπλοκή. Η διαδήλωση, με τη σημαία μπροστά, φτάνει στην πλατεία Κολωνακίου. Στους συγκεντρωμένους απευθύνεται εδώ εκ μέρους του ΕΑΜ Νέων ο φοιτητής της Νομικής Νίκος Καμβύσης. Οι διαδηλωτές ψάλλουν τον Εθνικό Υμνο και μια φοιτήτρια στεφανώνει τον Ξάνθο. Αίφνης, στους φοιτητές επιτίθενται καραμπινιέροι πυροβολώντας και χτυπώντας τους με υποκόπανους και σπαθιά. Εκείνοι αντιστέκονται και καταφέρνουν να σώσουν τη σημαία που περνά από χέρι σε χέρι. Ξανασυγκεντρώνονται στη Δεξαμενή κι εκεί δέχονται ιταλικά πυρά από τον Λυκαβηττό. Οι νέοι κατευθύνονται τώρα προς το Πανεπιστήμιο και στεφανώνουν τον Ρήγα και τον Γρηγόριο Ε'. Εδώ αντιμετωπίζουν Ιταλούς και Γερμανούς (Π. Ανταίος, «Συμβολή στην Ιστορία της ΕΠΟΝ», τ. Α/1, σ. 189-199).

Στην πρώτη αυτή μαχητική διαδήλωση, που υπήρξε το προανάκρουσμα όσων θα ακολουθούσαν, δεν συμμετείχαν μόνον οι ΕΑΜικές οργανώσεις. Η ανάμνησή της είναι έντονη και στις αφηγήσεις μελών της Πανελλήνιας Ενώσεως Αγωνιζομένων Νέων (ΠΕΑΝ), στην οποία εξάλλου ανήκε και ο «σημαιοφόρος» Διονύσης Παπαδόπουλος (εκτελέστηκε το 1943 για το σαμποτάζ στην ΕΣΠΟ). «Στην πρώτη σειρά ήταν οι κοπέλες», αναφέρει στη μαρτυρία του ο Π. Μ. Μιχαηλίδης. Και παρακάτω: «Δεν μου πήγαινε να τρέξω μπροστά στους Ιταλούς. Εκείνη η Αλβανία δεν με άφηνε να το βάλω στα πόδια» («Αγαθουπόλεως 7», Εστία 1991, σ. 42-43). 


 Γράφει η Μέλπω Αξιώτη στο μυθιστόρημά της Εικοστός Αιώνας:

 "...Είχε έρθει ύστερα ο Μάρτης. Ήρθε κι εκείνη η μέρα. Αποβραδίς καθένας κοιμήθηκε μονάχος του, την άλλη μέρα βρέθηκαν πολλοί μαζί. Ήταν διαδήλωση. Η πρώτη διαδήλωση. Ήρθανε παρέες παρέες. Όπως πάνε στη λειτουργιά. Πούθε εκινήσανε, πώς χωριστήκανε, εκείνο δεν το 'δε κανείς. Σπάθες κι αλόγατα παραμονεύανε κι εχθροί τρομεροί με πολυβόλα. Κλείσανε τα μαγαζιά. Δεν τα 'κλεισαν κυβερνήσεις, δε λάβανε κρατική εντολή, τα 'κλεισαν εκείνοι μονάχοι. Δεν κρέμονταν σημαίες. Έβλεπε η Πολυξένη τον ουρανό, τα σύννεφα, και μια ανθρώπινη μάζα να κινιέται στη γη, σαν χωράφι ανθισμένο, σαν ντάλιες στη βιτρίνα, πού και πού ξάστραφτε ένα χρώμα, πού και πού εμάζευε, σαν φυσαρμόνικα. Πέσανε οι πρώτες πιστολιές. Τότε κινήθηκε απ' τη μάζα ένα τμήμα κι έτρεξε. Πέσανε προκηρύξεις, όπως πέφτουνε τα φύλλα στους κήπους το φθινόπωρο. Ο πρώτος ήλιος της χρονιάς φώτισε μια σημαία. Μια μόνη σημαία που έτρεχε. Όλος ο κόσμος γύρω προσήλωσε το μάτι του στο χέρι που τη σήκωνε. Του 'λειπαν τα δυο δάχτυλα. Ένας δίπλα μουρμούρισε: Οι εξόριστοι, οι εξόριστοι!». Έτρεχε η Πολυξένη μαζί μ' όλους που τρέχανε, έβλεπε τη σημαία, τα δάχτυλα που ελείπανε, ήτανε ο Αιμίλιος. Πέφτανε οι πιστολιές. «Οι εξόριστοι, οι εξόριστοι!» είπανε πάλι δίπλα της. Έβλεπε η Πολυξένη τα κορμιά που κυλήσανε, έβλεπε τον Αιμίλιο, γέμιζε το ένα μάτι της με χαρά, το άλλο τρόμο, πέρναγαν τότε δίπλα σε ζαχαροπλαστείο, μύριζε βανίλια άλλοτε, και τώρα μύρισε αίμα ο τόπος.
Φ. Ζαχαρίου: «Διαδήλωση, 25/3/1942»

         Σήκωσαν τους πρώτους νεκρούς. Δεν ήξερες ποιοι σου έδεναν, άγνωστοι, τις πληγές σου. Ήτανε μες στο πλήθος κι ανάπηροι που τρέχανε, ήτανε και κουτσοί με τόσες κουτσαμάρες, που ποτέ δεν ταιριάζουνε, στο ρυθμό ούτε στο βλέμμα, και τώρα ταίριαζαν κι αυτοί μέσα στο ίδιο κύμα. Έτρεχε η Πολυξένη, γύριζε δίπλα κι έβλεπε. Είχαν έρθει εκείνοι οι παλιοί, οι γνώριμοί της, απ' τα λασπόσπιτα, απ' τα τέρματα, όσοι κάνανε τον πόλεμο, και τώρα τη διαδήλωση, όσοι είχανε λογαριασμούς από τη Μικρασία, όσοι είχανε δολοφονημένους από δέκα πολέμους πατέρες, παιδάκια με δίχως βρακί, φοιτητές χωρίς θρανίο, κοπέλες με διπλή καρδιά, κι απάνω απ' όλους έβλεπε η Πολυξένη έναν Αιμίλιο, μια δική της αγάπη που σκόνταφτε, μα έμενε ορθός.
         Πέσανε ομοβροντίες, φώναξαν κάτι που έμοιαζε με «Λευτεριά» κι εσκόρπισαν. Κρύφτηκε η Πολυξένη στα σοκάκια κι έφευγε. Oι δρόμοι είχαν γίνει φιλικοί εκείνη τη μέρα. Oι διαβάτες, δικοί σου. Τρίξανε πάλι οι μεντεσέδες του νεκροτομείου κι εμπήκαν πάλι πτώματα. Τα πρώτα της Αντίστασης. Τα προηγούμενα ήτανε της Πείνας. Άρχιζε καινούρια σειρά.
          Όταν σκόρπισε η διαδήλωση, έφυγαν, μα δε χώρισαν. Δε χάθηκαν όπως τότε, σ' εκείνη την κηδεία  που ήταν σαν το θέατρο που σκολά, και σκορπίζεις. Ήταν τώρα δεμένοι με κλωστές ψιλές, στέρεες. Πόσοι την ίδια ώρα, σ' άλλα μέρη, σ' άλλη γη...
         Κοντά πριν φτάσει σπίτι της, ήταν μέρα λιακάδα, ίσως η πρώτη της χρονιάς, κι ένας μεγάλος στρατηγός έβγαζε τρεις σκύλους περίπατο. Περπάταγαν μαζί, μπρος αυτός, πίσω εκείνοι. Κοίταξε η Πολυξένη με τα δυο τρύπια μάτια της από δόξα και θάνατο, κι είδε την πρώτη απόσταση της εποχής που χώριζε τους εχθρούς απ' τους φίλους.
         Σκεφτότανε τώρα, ανάσκελα, στης φυλακής τα σίδερα, με το σπασμένο χέρι της:
         «Τι καιρός, πόσα χρόνια, και να μην έχει τελειωμό!».
Μ. Αξιώτη, Εικοστός αιώνας, Κέδρος


Οδυσσέας Ελύτης , Άξιον Εστί, Τρίτο Ανάγνωσμα, Η Μεγάλη Έξοδος





Τούτο δεν είναι πόλεμος τούτο δεν είναι αμάχη τούτο είναι η μέρα των Φωτώ τούτο είναι χοροστάσι





Ο τίτλος είναι από τοέργο του Γιάννη Ρίτσου , Η Κυρά των Αμπελιών