Μελέτα, μα έχε άγρυπνα και ανοιχτά τα μάτια της ψυχής σου στη ζωή...

Δημήτρης Γληνός

Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2019

Άρης Αλεξάνδρου " Η κάθε μου λέξη αν την αγγίξεις με τη γλώσσα θυμίζει πικραμύγδαλο ..."

Στις 24 Νοεμβρίου 1922 ήρθε στη ζωή ο Αριστοτέλης Βασιλειάδης, ο γνωστός αργότερα με το όνομα Άρης Αλεξάνδρου. Γεννήθηκε στην Πετρούπολη λίγα χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση.
Πατέρας του ήταν ο Βασίλης Βασιλειάδης από την Τραπεζούντα, δάσκαλος της ελληνικής γλώσσας. Είχε έρθει στη Ρωσία για να αποφύγει την στράτευση στον Οθωμανικό στρατό και έζησε για κάποιο χρονικό διάστημα στην Οδησσό. Εδώ για να βιοποριστεί δίδασκε ρώσικα. Μετά από την Οδησσό πήγε στην Πετρούπολη . Κατόρθωσε να εργαστεί σε γαλλική τράπεζα . Στην Πετρούπολη γνώρισε και παντρεύτηκε την Πωλίνα Άντοβνα Βίλγκελμσον. Η κοπέλα αυτή καταγόταν από την Εσθονία και ήταν ορφανή. Ξεριζωμένη από την πατρίδα της είχε έρθει στην Πετρούπολη όπου έμαθε την τέχνη της κορσεδούς. Με την επικράτηση της επανάστασης και τις κρατικοποιήσεις που ακολούθησαν ο Βασίλης Βασιλειάδης αρνήθηκε να ανταποκριθεί στην πρόσκληση της νέας διοίκησης της τράπεζας και κατά συνέπεια να υπηρετήσει το νέο καθεστώς.
Εκείνος ο Νοέμβρης του 1922 ήταν πολύ κρύος και οι ελλείψεις σε τρόφιμα μεγάλες. Μετά τη γέννηση του παιδιού τους η οικογένεια μετανάστευσε πολύ μακριά, στη Βόλογκντα, σιδηροδρομικό κόμβο και παραποτάμιο λιμάνι , 500 χιλιόμετρα ανατολικά της Πετρούπολης. Ο πατέρας ήταν άνεργος και η οικογένεια ζούσε με τη δουλειά της μάνας που δούλεψε ως κορσεδού. Τη φροντίδα του μικρού παιδιού ανέλαβε μια ψυχοκόρη, η Νούρια. Αυτή εκτός των άλλων του έλεγε και παραμύθια.
Η οικογένεια επιστρέφει στην Πετρούπολη , η οποία έχει μετονομασθεί σε Λένιγκραντ μετά το θάνατο του Λένιν. Ο Βασίλης Βασιλειάδης εργάστηκε σε μια βιοτεχνία ζαχαροπλαστικής και η οικονομική κατάσταση φαινόταν να βελτιώνεται. Η πολιτική ατμόσφαιρα όμως εξακολουθεί να είναι φορτισμένη και να σημαδεύεται από έντονες εσωκομματικές αντιπαραθέσεις, ιδεολογικές αντιθέσεις και εξεγέρσεις.  
Μέσα σε αυτό το κλίμα η οικογένεια Βασιλειάδη  αποφασίζει να φύγει οριστικά από το Λένιγκραντ και έρχεται στην Ελλάδα το 1928. Αρχικά εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη, όπου προσπαθούσαν να επιβιώσουν αντιμετωπίζοντας μεγάλες δυσκολίες . Ο Άρης χωρίς να γνωρίζει καθόλου ελληνικά πήγε στο σχολείο και βεβαίως ένιωσε τις διακρίσεις και βίωσε την απομόνωση αφού δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με τα άλλα παιδιά.
Μετά από δύο χρόνια παραμονής στη Θεσσαλονίκη, το 1930 έφυγαν για την Αθήνα. Ο πατέρας του βρίσκει δουλειά στη σοβιετική εμπορική αντιπροσωπεία και η μάνα του έφτιαξε ένα εργαστήριο κορσέδων. Κάποια στιγμή εγκαθίστανται στο Νέο Κόσμο. Εκεί γύρω στα 1935 η σοβιετική αντιπροσωπεία κλείνει και ο Βασίλης Βασιλειάδης βρίσκεται πάλι χωρίς δουλειά.
Ο Άρης μεγαλώνει διαμορφώνοντας  έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα και ένα πνεύμα ιδεολόγου που τον οδηγούν στην υιοθέτηση αριστερών ιδεών και θέσεων. 
Φοίτησε στη Βαρβάκειο , όπου συνδέθηκε από τις πρώτες τάξεις με τον Αντρέα Φραγκιά και τον Ορέστη Παπαδημητρίου και μαζί με αυτούς αντιστάθηκε τότε αυθόρμητα στη μεταξική δικτατορία και το φασισμό. Ο Άρης, μαθητής τότε, ήρθε σε επαφή με φοιτητές και κατόρθωσε να ενταχθεί στη Φοιτητική Κομμουνιστική Οργάνωση, που αρχικά συμμετείχε στην ΟΚΝΕ, μέσα από την οποία αναπτύσσει αντιφασιστική δράση.
Στα πρώτα χρόνια της Κατοχής(1941-1942) ο Άρης κάνει διάφορες δουλειές για να βοηθήσει την οικογένειά του που λιμοκτονούσε. Η μεγάλη του επιθυμία όμως ήταν να γίνει ναυτικός, γεγονός που τον οδήγησε σε σύγκρουση με τον πατέρα του, ο οποίος ήθελε να δει το γιο του μηχανικό. Ο Άρης έδωσε εξετάσεις και απέτυχε σχεδόν επίτηδες. Με την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην Αθήνα , αποφάσισε να φύγει, αλλά ο βομβαρδισμός στο λιμάνι του Πειραιά ματαίωσε τα σχέδια του. Το 1942 έδωσε εξετάσεις στη Σχολή Καλών Τεχνών αλλά απέτυχε. Η αγάπη του για τη ζωγραφική διοχετεύεται στο γράψιμό του και στις συνήθειες του.
Το 1942 αρχίζει να δουλεύει στον Γκοβόστη ως μεταφραστής. Τον συστήνει ο Ρίτσος. Επειδή όμως απαγορεύονταν οι Ρώσοι συγγραφείς, ο Άρης θεωρεί πράξη αντίστασης να μεταφράσει τον Ντοστογιέφσκι. Τότε ήταν, επίσης, που απέκτησε το ψευδώνυμο Αλεξάνδρου. Ο Γιάννης Ρίτσος σχεδόν το επέβαλε επειδή στον Γκοβόστη εργαζόταν και άλλος Βασιλειάδης.
Ως φοιτητής στην ΑΣΟΕΕ συμμετείχε στο ΕΑΜ. Ήξερε ότι το ΕΑΜ καθοδηγείται από τους κομμουνιστές και έχει υποστηριχθεί ότι τότε βρίσκεται αντιμέτωπος με το πρώτο ηθικό δίλημμα σχετικά με την κομματική στράτευση. Ο ίδιος θα προτιμήσει  το δρόμο του μοναχικού αγωνιστή. Τα χρόνια εκείνα τα δύσκολα που η συντροφικότητα ήταν σημαντική, επιλέγει συνειδητά την απομόνωση χωρίς κανένα συμβιβασμό. Αυτό το πρόβλημα και η επιλογή αποτελεί κεντρικό σημείο σε ολόκληρο το έργο του.
Εκείνα τα δύσκολα χρόνια αρχίζει και το ειδύλλιο με την Καίτη Δρόσου, την κατοπινή σύντροφό του. Πρωτοσυναντήθηκαν στα φοιτητικά συσσίτια, αλλά η κοινή ζωή τους θα αρχίσει το 1959.
Υπάρχουν επεισόδια στη ζωή του Άρη Αλεξάνδρου που έχουν  επηρεάσει βαθύτατα τη συνειδησιακή του εξέλιξη. Ένα από τα πιο σημαντικά είναι η διαγραφή από το ΕΑΜ Νέων και από το ΚΚΕ πρόσωπα με τα οποία συνδεόταν ο Άρης με την κατηγορία της προδοσίας και του χαρακτηρισμού τους ως γκεσταπιτών. Αρνήθηκε να δεχθεί τις αναπόδεικτες κατηγορίες σε αντίθεση με άλλους και όχι μόνο δήλωσε έμπρακτα την αλληλεγγύη του σε αυτούς αλλά προχώρησε και στην αυτοδιαγραφή του. Αυτό το επεισόδιο συνετέλεσε στη διαμόρφωση μιας εξαιρετικά ιδιόμορφης και ξεχωριστής πνευματικής προσωπικότητας. Από τότε ο Άρης Αλεξάνδρου στρατεύτηκε στην ιδέα και όχι στην πολιτική της με κριτήριο την αναντιστοιχία του σκοπού με τα μέσα. Έκτοτε η στάση του και η συμπεριφορά του συμβαδίζει με εκείνα που ο ίδιος πιστεύει. Αυτό σήμαινε ότι συμμετείχε ενεργά σε όλες τις εκδηλώσεις, στις διαδηλώσεις, μάθαινε τη γραμμή, αλλά αποφάσιζε μόνος τους για  τη συμμετοχή του.
Στα Δεκεμβριανά είχε αποφασίσει να μη συμμετέχει γιατί δεν ήταν δυνατή η ανεξάρτητη συμμετοχή σε μια ένοπλη αναμέτρηση και επιπλέον δεν συμφωνούσε με την επιλογή του ΚΚΕ. Παρ’ όλα αυτά συνελήφθη μαζί με τον πατέρα του μέσα στο σπίτι του από Άγγλους. Όταν ρωτήθηκαν δήλωσαν ότι ανήκουν στο ΕΑΜ. Οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο Ελ Ντάμπα. Για μια ακόμα φορά ανέδειξε την ιδιότυπη και μοναδική προσωπικότητά του αφού μπροστά στους αντιπάλους δήλωνε κομμουνιστής δεχόμενος όλες τις συνέπειες και τις τιμωρίες και στους κομμουνιστές δήλωνε ότι δεν ανήκει πουθενά υφιστάμενος και πάλι τις ανάλογες συνέπειες. Στη συνέχεια κατά τη διάρκεια του εμφυλίου θα μπορούσε ως διαφωνών και ανέντακτος να αποφύγει τις άμεσες συνέπειες του εμφυλίου. Η πολιτική ηθική του όμως δεν το καταδέχτηκε και δήλωνε κομμουνιστής στους διώκτες του κομμουνισμού.
Το 1946 κλήθηκε να υπηρετήσει στο στρατό, όμως αρνήθηκε να καταταγεί , ερχόμενος σε αντίθεση και με τη γραμμή του Κόμματος εκφράζοντας συγχρόνως την απέχθειά του για τα όπλα. Για τον ίδιο λόγο δεν βγήκε στο βουνό αν και θαύμαζε το αντάρτικο. Μετά από αυτή την άρνηση βγήκε στην παρανομία και κηρύχτηκε φυγόστρατος. Κρυβόταν σε διάφορα σπίτια συνεχίζοντας όμως τη μεταφραστική του δουλειά. Το 1948 συνελήφθη και εξορίστηκε στο Μούδρο της Λήμνου.
Στο Μούδρο αρχικά είχε καλές σχέσεις με την Ομάδα Συμβίωσης πολιτικών εξορίστων γιατί στο πρόσωπό του αναγνώριζαν έναν άνθρωπο ηθικό και έντιμο που δεν υποχώρησε μπροστά στον αντίπαλο αν και διαφωνούσε με την κομματική γραμμή και τακτική. Το καλοκαίρι του 1948 εξ αιτίας των αποφάσεων της 4ης Ολομέλειας αποφάσισε να απαλλαγεί από κάθε στράτευση. Ο Άρης ήταν ο μόνος που διαφώνησε με αυτές τις αποφάσεις και χαρακτήρισε όσα ακούστηκαν εγκληματικά και ανεύθυνα. Η αντίδραση των συνεξόριστων του ήταν να τον κατηγορήσουν για ηττοπάθεια και να τον απομονώσουν. Η καταδίκη αυτή δεν του ανακοινώθηκε, αλλά παντού κυκλοφόρησε ότι ο Άρης ήταν ηττοπαθής και ύποπτος.
Τον Ιούλιο του 1949 μεταφέρθηκε μαζί με χιλιάδες άλλους εξόριστους στη Μακρόνησο. Αρχικά υπέγραψε δήλωση μετανοίας, την οποία όμως ανακάλεσε γραπτά λίγο αργότερα και έμεινε άλλα δύο χρόνια εξόριστος. Από τη Μακρόνησο βρέθηκε στον Άη – Στράτη στη σκηνή 13 του Β’ τομέα.
Τον Οκτώβριο του 1951 έληξε η διοικητική εκτόπιση του Αλεξάνδρου και απολύθηκε από τον Άη – Στράτη. Στο μεταξύ είχαν πεθάνει οι γονείς του και η επιστροφή του ήταν γεμάτη προβλήματα.
Τέλη Σεπτεμβρίου του 1953 τον κάλεσαν στο ΙΓ τμήμα του Νέου Κόσμου με την κατηγορία της ανυποταξίας. Στις 2 Νοεμβρίου 1953 δικάστηκε στο Διαρκές Στρατοδικείο Αθηνών:
- Είσαι κομμουνιστής;
- Είμαι, απάντησε ο Άρης, ενώ δεν ήταν πια.
Καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλακή « επί ανυποταξία εν επιστρατεύσει» και οδηγήθηκε στις Φυλακές Αβέρωφ. Εκεί, οι κρατούμενοι κομμουνιστές είχαν μάθει τη δήλωσή του και τον υποδέχθηκαν σαν δικό τους. Ο ίδιος διευκρίνισε:
- Όχι δεν είμαι κομμουνιστής, το είπα επειδή με ρωτούσαν οι αντικομμουνιστές.
Αυτή η δήλωση τού κόστισε απομόνωση και εχθρική συμπεριφορά από τους συγκρατούμενους του. 
Σε κάθε μεταγωγή τον ακολουθούσαν δύο φάκελοι, ο ένας επίσημος, των αρχών, ο άλλος «κρυπτός» των συντρόφων του. Στις Φυλακές της Αίγινας επίσης τον απομόνωσαν. 
Παρ’ όλη την απομόνωση ο Άρης συμμετείχε στην αντίσταση των φυλακισμένων να μεταφερθούν στη Γυάρο μετά την απόδραση των 27 κομμουνιστών κρατουμένων από τις φυλακές των Βούρλων. Στη Γυάρο όμως πάλι τον απομόνωσαν. Μετά το 1956 και τις αλλαγές στην Σοβιετική Ένωση η κατάσταση στη φυλακή άλλαξε. Την 1η Αυγούστου 1958 το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Σύρου διέταξε την αποφυλάκισή του.
Το καλοκαίρι του 1959 παντρεύεται με την Καίτη Δρόσου.
Στις 27 Ιουνίου 1967 μετά την επιβολή της δικτατορίας πήρε την οριστική απόφαση να φύγει από την Ελλάδα. Αυτοεξορίστηκε αυτή τη φορά στο Παρίσι. Αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα επιβίωσης και στέγασης, κάνει διάφορες δουλειές, χαμαλίστικες όπως τις έλεγε ο ίδιος.
Πέθανε στο Παρίσι στις 2 Ιουλίου του 1978.
Η λογοτεχνική πορεία του Άρη Αλεξάνδρου αρχίζει από τα μαθητικά του χρόνια στο Βαρβάκειο. Τους πρώτους του στίχους τούς έγραψε μέσα στην Κατοχή και προσπαθούσε να συνδυάσει την επαναστατική ιδεολογία και την παραδοσιακή μορφή. Δάσκαλος του υπήρξε ο Γιάννης Ρίτσος και η ποίησή του προβάλλει τη λεβεντιά, την ομορφιά, έναν κόσμο αγνό όπου κυριαρχεί η παγκόσμια κομμουνιστική αδελφοσύνη και ο διεθνισμός σε συνδυασμό με τον πατριωτισμό , το εθνικό αίσθημα και τις αγροτικές λαϊκές μάζες της αντίστασης.
Μετακατοχικά , τον Απρίλιο του 1946, εκδόθηκε η συλλογή Ακόμα τούτη η Άνοιξη από τον Γκοβόστη σε 300 αντίτυπα. Ποίηση εμπνευσμένη από τον αντιστασιακό αγώνα . Η υποδοχή ήταν ευνοϊκή αλλά χωρίς κάτι ιδιαίτερο.
Το 1952 εκδόθηκε η Άγονος Γραμμή βγαλμένη από την εμπειρία της εξορίας του στο Μούδρο της Λήμνου. Από τα ποιήματά αυτής της συλλογής λείπει το θριαμβικό πνεύμα της αντίστασης. Τα χαρακτηρίζει ένα αίσθημα απουσίας και στέρησης και υπάρχουνε έντονες επιδράσεις της ποίησης του Γιάννη Ρίτσου. Σε αυτή τη συλλογή ανήκει το ποίημα Αλεξαντροστρόι το οποίο έγραψε το 1949 στο Μούδρο και στην Μακρόνησο. Απευθύνεται στον Μαγιακόφσκι και έχει υποστηριχθεί ότι το ποίημα εγκαινιάζει τη λεγόμενη ποίηση της ήττας και σηματοδοτεί το τέλος του όποιου ρομαντισμού είχε απομείνει στο ποιητικό του όραμα.
Εξόριστος στον Άη – Στράτη γράφει έξι ποιήματα επηρεασμένος από τη σύγκρουση του στα ζητήματα της ιδεολογίας και της λογοτεχνίας όπως αυτά εκφράζονταν από τον Ζντάνοφ. Οι θέσεις του Ζντάνοφ έφτασαν στην εξορία και αφορούσαν την προσαρμογή της λογοτεχνίας στις αρχές του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Ο Άρης διαφώνησε ριζικά καθώς δεν ανεχόταν να καθοδηγείται η σκέψη του. Η διαφωνία του ήταν τόσο σφοδρή και βαθιά που τον απομάκρυνε οριστικά από την αριστερά. Απέρριψε την ιδεολογία χωρίς να προσχωρήσει σε άλλη , χωρίς όμως να διαχωρίσει τη θέση του για να απαλλαγεί από τις συνέπειες . Προτίμησε να παραμείνει στην εξορία αν και ένιωθε πλέον ξένος τόσο πνευματικά όσο και ιδεολογικά. Τότε ήταν που διακόπηκε και η φιλία του με τον Γιάννη Ρίτσο, η οποία αποκαταστάθηκε μετά από χρόνια 1958 με 1959.
Στις φυλακές της Αίγινας και της Γυάρου ( 1954 – 1958) έγραψε τα 41 ποιήματα της τρίτης συλλογής Ευθύτης οδών που τυπώθηκε τον Απρίλιο του 1959 σε 200 αντίτυπα. Το βιβλίο παρουσιάζεται με τη φίρμα ενός φανταστικού εκδοτικού οίκου του « Homo humanus», η φίρμα της ουτοπίας του.
Στο Παρίσι επιστρέφει στην ποίηση με τα Παρισινά ποιήματα. 
Το 1975 εκδόθηκε το μυθιστόρημα του Το Κιβώτιο, το γράψιμο του οποίου είχε ξεκινήσει από το 1966. Το έργο αυτό προκάλεσε πολλές αντιδράσεις στο χώρο της αριστεράς, από τη θριαμβευτική υποδοχή έως την πλήρη απόρριψη. 
Ο Γιάννης Ρίτσος ήταν ένας από αυτούς που υποδέχτηκαν το μυθιστόρημα με ενθουσιασμό θεωρώντας ότι Το Κιβώτιο υπερβαίνει το χώρο της πολιτικής και της ιστορίας. Γύρω από τη συγγραφή του συζητά με τον Άρη Αλεξάνδρου μέσα από τις επιστολές που ανταλλάσσουν εξόριστοι και οι δύο: ο Αλεξάνδρου στο εξωτερικό και ο Ρίτσος στο εσωτερικό. Ο Ρίτσος όχι μόνο επικροτούσε και συνέχαιρε τον Αλεξάνδρου κάθε φορά που έπαιρνε  αποσπάσματα του μυθιστορήματος, αλλά τον παρότρυνε και τον εμψύχωνε για να το τελειώσει. 
Το Κιβώτιο θεωρείται σήμερα ως ένα από τα καλύτερα έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, η κορύφωση του έργου του Άρη Αλεξάνδρου.
Το 1975 έγραψε το παραμύθι TA KSILOPODARA σε φωνητική γραφή. Από τα δεκαπέντε του χρόνια ακόμη ο Άρης Αλεξάνδρου θεωρούσε ανεπαρκή τα προγράμματα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης και του δημοτικισμού και υποστήριζε την κατάργηση της ιστορικής ορθογραφίας και την καθιέρωση της φωνητικής γραφής. Επιπλέον πρότεινε την καθιέρωση της Εσπεράντο, γλώσσας διεθνούς, επειδή ένιωθε ένα ρήγμα ανάμεσα στην μητρική και την πατρική του γλώσσα.
Εκτός από την λογοτεχνία ασχολήθηκε με το σενάριο και τον κινηματογράφο. Η ταινία του Προδοσία συμμετείχε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1964.
Ο ίδιος όμως ο Αλεξάνδρου αυτοπροσδιοριζόταν ως μεταφραστής διότι αυτή η δουλειά τον βοηθούσε να επιβιώσει. Άλλωστε οι μεταφράσεις του των έργων του Ντοστογιέφσκι θεωρούνται από τις καλύτερες.
Ένα χρόνο πριν το θάνατό του συγκέντρωσε σε έναν τόμο με τίτλο Έξω από τα δόντια, άρθρα, μια τραγωδία κι ένα σενάριο γραμμένα από το 1937 έως το 1975 . Το βιβλίο πρωτοεκδόθηκε το 1977.
Σύμφωνα με τον Δημήτρη Ραυτόπουλο « …Ο ποιητής γεννήθηκε, έζησε και πέθανε εξόριστος, αλλά δεν υπήρξε φυγάς· δεν έφυγε την ευθύνη της στράτευσης ούτε της ελευθερίας. Έπραξε και έγραψε σε λόγο και χρόνο τιμής. Αυτό το έργο -βίος, ο βίος – έργο είναι ένα ντοκουμέντο για το μεγάλο πώς. Πώς διαλύθηκε το όραμα, πώς πήδηξε στο χώμα το είδωλο, που όλοι πια αποποιούνται, ποδοπατούν, ξυλεύονται…»

Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από τη μονογραφία του Δημήτρη Ραυτόπουλου, Άρης Αλεξάνδρου, ο εξόριστος, Εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 2004, 2η έκδοση διορθωμένη και συμπληρωμένη.
Εξαιρετικό ανάγνωσμα και πηγή πληροφοριών αποτελεί και το βιβλίο Γιάννης Ρίτσος , Τροχιές σε διασταύρωση. Επιστολικά δελτάρια της εξορίας και γράμματα στην Καίτη Δρόσου και τον Άρη Αλεξάνδρου. Πρόλογος: Καίτη Δρόσου , Επιμέλεια – Εισαγωγή – Σημειώσεις: Λίζυ Τσιριμώκου, Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 2008

* Ο τίτλος από το ποίημα Ποιητική ( Άγονος Γραμμή, 1952)



Δεν υπάρχουν σχόλια :