Μελέτα, μα έχε άγρυπνα και ανοιχτά τα μάτια της ψυχής σου στη ζωή...

Δημήτρης Γληνός

Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2020

Ο καρχαρίας και τα 9 κύματα

Καλά - καλά τεντωμένη, καθάρια, φωτεινή, η πελώρια, γαλάζια φούσκα τ' ουρανού, ανάσανε το ξημέρωμα, λαμποκοπώντας πάνου από το στραφτερό Ιόνιο. Κ' η μουσκεμένη αμμουδιά, με τ' άσπρα της τα βότσαλα, είχε κουβαριαστεί στους κόλπους της, σ' ένα παθητικό αγκάλιασμα με τη θάλασσα, απ' το Φανάρι ως το βαθύ αχνογάλαζο ορίζοντα. Μέσα στην πρωινή σιγαλιά, όλα φαινόταν σαν κάτι να περίμεναν! Και περιμένανε στ' αλήθεια κείνο το πολύμορφο, το παρδαλό, το φωνακλάδικο ανθρωπομάζεμα, με τα κοντομάνικα πουκάμισα και τ' ανεμιστά χρωματιστά φουστάνια, ένα κόσμο άντρες, γυναίκες και παιδιά, που μπαίνει στη θάλασσα, ντύνοντας τη σεμνότητά του με μαγιό και τη γδύμνια του με ήλιο. Καλοκαιριά βαρειά και ζέστη αχνιστή. Μα είναι πρωί κι ο κόσμος στη "χώρα" μας, ακόμα αποσταμένος απ' το συνηθισμένο άσκοπο ξενύχτι - ως και πέρ' απ' τα μεσάνυχτα βόλτες και πασατέμπο! - είναι δοσμένος στο κυριακάτικο χουζούρι του κρεβατιού, κάτου από στέγες αγεροκουνιστές και με παράθυρ' ανοιχτά. Έτσι, όταν ο ήλιος φώτισε τα βότσαλα, που στρώνουν τον πάτο του πελάγου, κανένας δεν είδε τον παράξενο και τρομερό θαλασσοκυνηγό, που αλώνιζε σε κείνα τα νερά! Σαν ατσάλινο σπαθί έπαιξε το φτερό του στον αφρό και το μεγάλο του κορμί γλιστρούσε όλο αντάρες, δύναμη και πείνες, καθώς χυμούσε βυθό - αφρό, στο πέλαο. Μακρύς - μακρύς, με το κεφάλι του το μυτερό και τη διχαλωτή ουρά του, αέρας διάβαινε κι αντάριαζε τους αφρισμένους δρόμους του.
Καρχαρίας...
...Κι ο Λιμενάρχης μας, στο νησί, εξέδωκε " διάταξιν, απαγορεύουσαν εις τους κολυμβητάς ν' απομακρύνωνται των ακτών..." και αναθέτοντας την "εκτέλεσιν της παρούσης" σε θερμόαιμα ναυτάκια, που επιτηρούσαν το γιαλό. Την ίδια πάνου κάτω "διατάξη", είχανε βγάλει κι όλοι οι καλοί οικογενειάρχες , που έτυχε να' χουν στην εξουσία τους ανυπόταχτα νιάτα! Ένας απ' αυτούς, είτανε κι ο κύριος Αριστομένης Βαρουχάς, άνθρωπος βαρύς κι ασήκωτος, με μια κεφάλα μεγάλη, που φαίνονταν να κάθεται στους δυό του ώμους, σαν κεφάλι από υπαρξιστικό άγαλμα κ' έδειχνε το σώμα του σαν κύλινδρο από κρεάτινο ζυμάρι, τυλιγμένο απ' τη νοικοκυρά στον πλάστη της κουζίνας. Σπάνια άνοιγε το στόμα του, σπάνια έλεγε μια λέξη, ποτέ δε φώτιζε το αποβλακωμένο του βλέμμα το φως μια σκέψης , ούτε στο ανάλλαγο πάντα πρόσωπό του ανέμιζε η έκφραση από οποιοδήποτε πάθος. Είχε ένα απαίσιο ύφος ζώου, που δεν ξαίρεις αν κάθεται ήσυχα ή είναι έτοιμο για επίθεση. Αλλά, κάτου από την ψόφια τούτη ύλη του κορμιού του, είταν κρυμμένη μια απίστευτη δραστηριότητα. Πιστεύοντας στην παντοδυναμία και την ασυδοσία του παρά, εβρώμιζε όλους γύρω του σα βόθρος κινητός, που δηλητηρίαζε με τη μπόχα του και έσερνε στο βυθό όποιον του χρειαζόταν για τη δουλειά του. Κατάφερνε να' ναι ανακατωμένος σ' όλες τις δουλειές του τόπου, πότε φανερά, πότε κρυφά, από το νοίκιασμα του ιβαριού ως τον κινηματογράφο μας και τις εργοολαβίες του δημοσίου. Μαγκούφης, ολομόναχος, χωρίς γονιούς και συγγενείς, ξένος απ' άλλο τόπο μακρυνό, που ξέμεινε στο νησί μας, σ' έν' από κείνα τ' ανθρωποκύματα, που σπάνε πότε δω πότε κει, στ' ανήσυχα τα χρόνια μας, ο Αριστομένης Βαρουχάς, πενηντάρης πια, ακούστηκε μια μέρα πως παντρεύεται και παίρνει την Αννέτα, μια γυναικούλα ως τριάντα δυό χρονώ, ζωντοχηρούλα, όμορφη, κομψή, κοκέτα, και του κόσμου - είδηση καταπληκτική! - κι αν θέλετε, μάλιστα, έπαιρνε και προίκα το γουρούνι, ένα δίπατο σπίτι! Σταυροκοπήθηκαν όλοι - κύριε των δυνά! Ως τώρα, παιδιά δεν έκανε μαζί της, γιατί οι πολύξαιροι λέγανε πως δεν είτανε μπορετό να πιάσει η σπορά του σε γυναίκα, αυτουνού που άνθρωπος δε είτανε, αυτουνού του ζώου! Γι' αυτή, λοιπόν, την όμορφη κοπέλα, έβγαλε την οικογενειακή του διάταξη ο Βαρουχάς. Να προσέχει στη θάλασσα, να μην πηγαίνει στα βαθιά. Αν δεν τον ακούσει - θα το μάθει!
Δεν τον άκουσε και το' μαθε...Η Αννέτα χωρίς να νοιάζεται για τον Καρχαρία, κολυμπούσε βαθιά...
...Κι ο Καρχαρίας ξανοιγόταν πάλι στα βαθιά, τουμπάροντας, σπαθίζοντας κι αφροκοπώντας!

...Μα ένα κύμα φαρμάκι χτύπησε κ' έζωσε  τα σπίτια του τόπου. Η φτωχή μας Χώρα έχασε το μεσημεριανό της ύπνο. Αμέσως όλοι το μάθανε το τι έγινε! Κ' η τρομερή παρουσία του Καρχαρία, μέσα στα ίδια τα νερά, που πριν λίγο είχανε πάρει το μπάνιο τους άντρες, γυναίκες, μαζί με τα παιδιά τους, και τ' απίστευτο, πως ένας δικός τους είχε χαθεί, έζωσε με μια μυστική ανατριχίλα το ένα σπίτι με τ' άλλο, σ' ένα θερμό αγκάλιασμα ανθρώπου με άνθρωπο, μπροστά στα φυσικά τέρατα! Όσους τον πήρανε για μεσημέρι τους ξυπνήσανε, κι όσοι δεν είχαν κοιμηθεί ακόμα κουβέντιαζαν το πράμα και δεν μπορούσανε να κλείσουν μάτι! Κι ακούστηκε ακόμα πως αυτά, λέει, τα ρούχα, λένε πως είτανε του Βαρουχά...Μ' αντί γι' αυτόν, που χάθηκε, μ' ένα θάνατο τόσο σκληρό, αν και όχι και τόσο αταίριαστο, να πούμε την αλήθεια, ο λογισμός έτρεχε ολωνών στην καημένη τη γυναίκα του, τόσο νέα, τόσο ωραία, τόσο καλή και τόσο πρόσχαρη...Πώς τ' άκουσε; Και πώς το πήρε;...

...Η " κοινή γνώμη" της Χώρας είχε φουσκοθαλασσά! Αυτή η υπόθεση είχε ξεσηκώσει το ενδιαφέρον όλου του κόσμου. Οι ενέργειες, οι σκέψεις, ακόμα και τα σχέδια των αρχών, μαθαίνονταν στη στιγμή, από τη μια άκρη της πολιτείας ως την άλλη. Σκαρφαλωμένη η μικρή μας κοινωνία στο πανάρχαιο ξάρμενο καράβι της " Περιέργειας" σαν όλες τις μικρές κοινωνίες, " μπατάριζε" όλη μαζί κατά την κλίση, που του έδινε η ανάκριση κάθε φορά! Πρώτο κύμα: Το Βαρουχά τον έφαγε καρχαρίας...Βουή ο κόσμος! Δεύτερο κύμα: Ο Βαρουχάς κρύβεται και ψάχνουν να τον βρουν! Άλλη βουή μεγάλη! Τρίτο κύμα: Ξανά, ο Καρχαρίας τον έφαγε το Βαρουχά! Τι έκαμε λέει; Οι επιβάτες της " Περιέργειας" αρχίζουν να ζαλίζονται...Γιατί έχει κ' η κοινή γνώμη τις απαιτήσεις της! Θέλει " δράση" στα γεγονότα, "μύθο" σφιχτοδεμένο, που να πηγαίνει μάλιστα κρετσέντο! Αυτοί οι δισταγμοί στην εξέλιξη του "ιστορικού" και μάλιστα οι επιστροφές στα ίδια, μοιάζουν μ' αυτό που λένε οι κριτικοί " έλλειψη δράσεως" ή και " επαναλήψεις", που είναι το άκρον άωτον της τεχνικής αδεξιότητας! Οι απαιτήσεις αυτές είναι νόμιμες και μάλιστα δείχνουν ανωτερότητα, γιατί είναι απαιτήσεις " καλλιεργημένου κοινού"! Με το δίκιο τους λοιπόν, οι άνθρωποι στη "Χώρα" μας, που καυκιότανε για τον πολιτισμό της, αρχίσανε να χάνουν την υπομονή τους και να στρώνουν τους "διαδοσίες" - που μαστορέψανε όλην αυτή την ιστορία...

...Τέταρτο κύμα σκέπασε τη Χώρα και το ξυλάρμενο καράβι σηκώθηκε ολόρθο στο σκαμπανέβασμα, που του φερε...
- Μωρ' δεν ακούς;
- Τι;
- Κειο αθωώθηκε πάλι ο Καρχαρίας...
- Τσώπα!
- Άκου! Μωρ' που ζεις; Καλό! Κειό χαλάει ο κόσμος...
Χάλασμα του κόσμου είτανε, που την κυρία Βαρουχά την καλέσανε πάλε στην αστυνομία, να της πάρουνε κατάθεση...

...Πέμπτο κύμα τράνταξε, απ' την καρένα ως τ' άρμπουρα, το παλιό το σαπιοκάραβο της " Περιέργειας", που αρμένιζε στα νερά της ευαίσθητης κοινής μας γνώμης.
- Μωρ' δεν ακούς;
- Τι; 
- Κειό ο Βόας γνωρίστηκε, λέει, με τον Καρχαρία! Ο κύριος Βαρουχάς από δω, ο κύριος Τζογανέλος από κει! Και βάλανε κάτου τη δύστυχη τη Μάρω και τη φάγανε από μισή...
- Μωρ' τ' είν' αυτά που λές;
- Και τι θ' ακούσουμε ακόμα...
- Εγώ δεν ξαίρω άλλο! Ο Θεός να Βάλει το χέρι του, γιε μου!
Το φριχτό περιστατικό του κοριτσιού, που το σπάραξε ο καρχαρίας, έρριχνε ίσκιο βαρύ και τραγικό σ' όλη τη χώρα μας, αλλά το χιούμορ, που είχε αυτή η συνάντηση των δυό θηρίων, δεν έδειχνε μόνο την εχτίμηση, που είχε ο λαός μας στην " ηγέτιδα τάξιν", μα απάλαινε κιόλα τη δραματική αυτή ιστορία! Κ' είχε ανάγκη ο κόσμος από ένα τέτοιο αλάφρωμα, γιατί από τον καιρό, που ξεκίνησε αυτή η περιπέτεια με τον Καρχαρία, τη γλεντούσε με την καρδιά του! Και τώρα σου λέει...άκουσε, άκουσε, απίστευτα πράματα, να τρελαθείς!
Οι " τέσσαρες μεγάλοι", όπως είτανε φυσικό και πρεπούμενο, κάμανε έκτακτη σύσκεψη καταθορυβημένοι! Η υπόθεση έπαιρνε διαστάσεις τραγικές! Κάτι περισσότερο: ξέφευγε πια από τα όρια του φυσικού και άγγιζε το υπερφυσικό!...

...- Πατριώτες μου! Κι αδέρφια μου! Πάει ο Ερίκος μας! Πάει τ' αδερφάκι μου! Ένα σκυλόψαρο τον σπάραξε: Ο Βαρουχάς! Ο Βαρουχάς!
Και πήηδησε όξω, μ' ένα κλάμα του πνιχτό. Αχού!
Αχός και ήκουσμα πήγε ο λόγος του! Το έκτο κύμα, φούσκωνε τώρα και τράνταζε ούλη τη χώρα κι ούλο το νησί.
Πέτρωσε ο κόσμος - κατάπληξη! - μ' αυτό το ξαφνικό! ...
...Γιατί; Γιατί μωρέ; Ερώτηση, που τη λες παράπονο στη φύση την τυφλή και την ανεύθυνη. Γιατί; Μα στο χαμό του Ερίκου, η οργή του κόσμου, δεν άδειαζε στον άδειο χώρο, μ' αδειανά ρωτήματα! Εδώ ένα παληκάρι, που παρά λίγο να χαθεί μαζί του, τ' αδέρφι του το θλιβερό, σηκώνονταν από τα βάθια, μέσα της αδερφοσύνης του κ' έλεγε: Ο Βαρουχάς είν' ο φονιάς! Γιατί ο Καρχαρίας είν' ο Βαρουχάς...Ο πυρωμένος λόγος του άγγιζε όλες τις καρδιές! Λόγος τρελός, μα λόγος πονεμένος! Κι ο πόνος έχει μέσα του αλήθεια...

...Το έβδομο κύμα, γρουσούζικος αριθμός, βρήκε τη μικρή μας κοινωνία στο συναγερμό της λιτανείας! Γιατί, όσο κι αν για λόγους υπηρεσιακούς έπρεπε να κρατηθεί η " επιβαλλομένη εχεμύθεια", ο Ναύτης φώναξε αρκετά δυνατά, για να τον ακούσουν και μερικοί άλλοι. Κι όλη τη θρησκευτική πομπή, την έζωσε απ' αφτί σ' αφτί, το μεγάλο νέο:
- Βρέθηκε ο Βαρουχάς...
- Βρέθηκε ο Βαρουχάς...
Το' μαθαν κ' οι άλλοι τρεις "μεγάλοι", το' μαθε κι ο Νομάρχης, το' μαθε κι ο Δεσπότης! Και - τι σου' ναι αυτή η επικαιρότητα! - μόλις το κύμα χτύπησε τον κόσμο, με την καινούργια είδηση - η λιτανεία φάνηκε σαν αναχρονισμός πια, σα να μπαγιάτεψε απότομα κ' είχαν όλοι το αίσθημα πως αυτή η πομπή, που της είχανε πριν δοθεί με τόση ευλάβεια, πως είτανε σα να'χε ξεμείνει από μιαν άλλη εποχή - αρχαία - και πως όλοι τους είχανε ξεχαστεί εκεί από χρόνια πολλά!...

...Πάνω από τους "τέσσαρες μεγάλους" βρίσκονταν στη χώρα μας κ' ένας υπέρ - μεγάλος, που μας δόθηκε η ευκαιρία να καμαρώσουμε το ψηλό του ανάστημα στη λιτανεία! Είταν ο Νομάρχης μας! Και τώρα θα τον δούμε από πιο κοντά. Δεν είταν μόνο ψηλός, αλλά και γεροδεμένος, το κεφάλι του είταν μεγάλο κ' είχε πυκνά, σγουρά μαλλιά, που του το δείχναν πιο μεγάλο, μ' άσπρες τρίχες, που του ασπρίζαν τους κροτάφους και του τραβούσανε μιαν άσπρη χαρακιά πάνου από το κούτελο στη μέση του κεφαλιού του ως πίσω! Αντίθετα, το μουστάκι του, που το' κοβε στις άκρες, αλλά φρόντιζε να' ναι τροφαντό, είταν κατάμαυρο κ' έδινε βάρος αφάναστο στο τόσο βαρύ άλλωστε πρόσωπό του! Πρώην δικηγόρος και πρώην δημοσιογράφος, είχε αποχτήσει με το μεγάλο του κεφάλι και το πολύ του το μυαλό, μια περιζήτητη ειδικότητα: Σοβιετολόγος! Με τις ομιλίες του στο ραδιόφωνο και τα άρθρα του σε ειδικά περιοδικά, που κανείς δε τ' αγόραζε κι ούτε κανείς τα διάβαζε από κείνους που τα' παιρναν τζάμπα, ξεσκέπαζε " ανηλεώς" τη " Σοβιετία" και το " Διεθνή κομμουνισμό" - κ' έγινε, έτσι κατά την ιδέα του, γνωστός "ανά το Πανελλήνιον"...Ωστόσο, καταδέχτηκε να πάρει αυτή τη θεσούλα του Νομάρχη ενός μικρούτσικου Νομού, μα για να δείξει πόσο ανώτερος είταν αυτός από τη θέση του, ανάθεσε τη Διοίκηση στο Διευθυντή της Νομαρχίας, δίνοντάς του μόνο " γενικές κατευθύνσεις", που εκείνος τις αξιοποιούσε με τη γραφειοκρατική του πείρα...Αποτραβηγμένος στο γραφείο του, χωρίς πολλές σχέσεις με τον κόσμο - πράμα που πίστευε πως πήγαινε σ' ένα "Διανοούμενο", σαν κι αυτόν, είτανε δοσμένος σε μια λίγο παλαβούτσικη ιδεούλα, που τη γλυκοδούλευε μέσα του, πως αυτός είταν ο Ανώτατος Άρχων του νησιού, που είχε το Διευθυντή για Πρωθυπουργό, ενώ αυτός τον εσκέπαζε με το βαρύ του ίσκιο και με την υπογραφή του - υπογραφή, λέει, Ανεύθυνου, όπως όλων των Ανωτάτων Αρχόντων!...

...Το φάντασμα της Μόσχας έπεσε βαρύ στη φτωχή μας "χώρα"! Παλιοί και νέοι άνθρωποι της αστυνομίας, στρατολογημένοι "επειγόντως", πήρανε την καταπληχτική γραμμή του Νομάρχη και γεμίσανε τα καφενεία, τους δρόμους και τα σπίτια με Μόσχα, με διεθνή κομμουνισμό, με κινδύνους του "ελέυθερου κόσμου", με κατασκοπευτική οργάνωση, και με επίθεση εναντίον του ΝΑΤΟ! Πολλοί δεν είτανε κείνοι που τα φώναζαν αυτά, μα έκαναν μπούγιο, γιατί προκαλούσαν συζητήσεις και πήγαιναν γυρεύοντας καυγά, φώναζαν πως αυτοί είτανε αντικαρχαριακοί και πως όποιος έλεγε για Καρχαρία είτανε κατάσκοπος. Χοντρέμποροι, καπεταναίοι και μεγαλονοικοκυραίοι τους ρίξανε δίκιο, και τα τσιράκια τους κοντά σ' αυτούς, κι ακολούθησαν όλοι, σχεδόν, οι " γνήσιοι εθνικόφρονες", αν κι αυτοί οι τελευταίοι δε μπορούσανε να καταλάβουν, πού ήξαιρε η Μόσχα το Βαρουχά και πώς τον έβαλε έτσι στο μάτι, πώς διάλεξε τη "χώρα" για να ξεκινήσει τέτοια επίθεση κατά του ΝΑΤΟ και πού τους ήξαιρε όλους αυτούς, τόσον κόσμο, που βρίζανε το Βαρουχά για Καρχαρία, για να τους "στρατολογήσει"...Δεν το καταλάβαιναν, μ' αφού έτσι λέγανε οι μεγάλοι, έτσι πρέπει να ταν! Πίστευε, λέει, και μη ερεύνα!...

...Φρεγάδα, φρεσκαρματωμένη έγινε το παμπάλαιο σαπιοκάραβο της " Περιέργειας". Φρεγάδα μ' ανοιχτά πανιά, που αρμένιζε μέσα στη χώρα κι άρπαζε τους ανθρώπους μπουλούκια - μπουλούκια - άντρες, γυναίκες και παιδιά - να τους αδειάσει μπρος από τον κινηματογράφο μας " Ο Απόλλων". Και τόσος μαζεύτηκε ντουνιάς, που όχι μόνο η σάλα γιόμισε στο πίτουρο, παρά κ' οι γύρω δρόμοι και τα καντούνια και βάλανε και το μεγάφωνο, για ν' ακούνε κ' οι απόξω...Είταν, ακούς, να γίνει μια ομιλία για το μεγάλο ζήτημα του τόπου: Αν ο Βαρουχάς στ' αλήθεια μεταμορφώθηκε σε Καρχαρία ή όχι! Κι αυτό κείνες τις ανήσυχες μέρες, που τα πιο πολλά σπίτια πήρανε φωτιά από το ραβασάκι της Αστυνομίας: δι' υπόθεσίν σας! Ποιος, λοιπόν, μπορούσε να συζητήσει ένα τέτοιο ζήτημα και μάλιστα δημόσια, αφού η Αστυνομία είπε όχι;
Έτσι συμβαίνει συχνά: Νά' χει ο καιρός γυρίσματα...Γιατί έχει κι ο αφέντης μας αφέντη...Κι ο αφέντης του αφέντη, θα' κανε αυτή την ομιλία: Ο Κ α ρ χ α ρ ί α ς  κ α ι ο Ά ν θ ρ ω π ο ς. Ομιλητής ο Εισαγγελέας!...

...Το ένατο κύμα ήταν φανερό πως υποχωρούσε ουρλιάζοντας με λύσσα και τινάχτηκε σκορπίζοντας σε μυριάδες σταγονίτσες, μπρος στο πλακόστρωτο της Αστυνομίας! Έτσι όλοι φανήκαν ευχαριστημένοι...( αποσπάσματα από διάφορα κεφάλαια )


Ν. Κατηφόρη, Ο Καρχαρίας και τα 9 κύματα, Θεμέλιο, Αθήνα 1965 . Εικονογράφηση Δ. Σκουλάκη.

Μια σπαρταριστή πολιτική σάτιρα που δεν αφήνει τίποτα όρθιο. Ένα παιχνίδι με κυριολεξίες, μεταφορές και συμβολισμούς για τους πραγματικούς καρχαρίες και εκείνους τους άλλους που κατασπαράζουν τη ζωή μας. Βόες και "Βόες" που πνίγουν με τον εναγκαλισμό τους κάθε τι αγνό και όμορφο. Ανελέητη διακωμώδηση προσώπων, θεσμών και αντιλήψεων, αλλά και καυστική στηλίτευση της διαμόρφωσης της κοινής γνώμης και της κατασκευής των ειδήσεων.
Απολαυστικό μυθιστόρημα και εξαιρετικά επίκαιρο, αλλά το κακό είναι ότι είναι παλιό και δύσκολα θα το βρει ο αναγνώστης που θα θελήσει να το διαβάσει. Τα παλαιοβιβλιοπωλεία είναι μια λύση...

Το μυθιστόρημα γυρίστηκε σε σειρά το 1983 και προβλήθηκε από την ΕΡΤ2

Δεν υπάρχουν σχόλια :