"Ρωτώντας δροματαραίους και δουλευτάδες του κάμπου σε κήπους και καλαμποχώραφα,ύστερα από δυό ώρες ποδαρόδρομο από την Ηγουμενίτσα, διασχίζοντας τον....κάμπο του Ραγιού, όπου οι Ρωμαίοι μεγιστάνες καταχτητές έθρεφαν πολύπαχα γελαδικά, φτάνω κουρασμένος και πνιγμένος στον ίδρο, στα ριζά του Πύργου του Ραγιού, κωνικού κακοτράχαλου λόφου σκεπασμένου με αγριελιές, παλιούρια, βάτα κι αγριάγκαθα, που σου περονιάζουν τις σάρκες και δε σ’ αφήνουν μολεσιά από ντυμασιά κι όπου η ομώνυμη ακρόπολη για
την οποία είμαι κινημένος.
2 Αυγούστου 1965. Καίεται ο τόπος από το λιοπύρι. Η αργατιά που δουλεύει στα έργα του ποτίσματος του κάμπου και την αποξήρανση των βάλτων, πολεμάει με το σκληρό χώμα. Χτυπάει με τη μύτη του κασμά και κείνος πετάζεται απάνου. Λες και βαρεί στο σίδερο. Άντρες και γυναίκες που τρέχει ο ίδρος ποτάμι, σαν τώρα για να βγήκαν από τη βύρα μαυρισμένες από την κάψα του ήλιου αναδεύονται στον αχνιασμένο κάμπο. Βάχτι μεσημέρι και η δουλειά μποτ........
Ανηφορίζω. Αντίς 10 λεφτά που είναι η ανάβαση κάνω μια ώρα. Σχίζονται τα ρούχα μου, τα χέρια ματώνουν από τα γρατσουνίσματα, ταυτομοιώς και το πρόσωπο. Κλείεται η διάβα από τα παλιούρια , όσο να ξεκολήσω από τούτα άλλα τρισχειρότερα μου τόχουν καρτέρι παραπάνου.Μέσα στην άγρια πρασινάδα υψώνονται πολύκλαδες αγριελιές και μεγάλα κοτρώνια. Προχωρώ, γυρίζω πίσω, ξαναεπιστρέφω στο ίδιο μέρος. Τρυπώνω κάτου από τα βάτα, χώνομαι στις τούφες, βουτάω στ’ αγκάθια. Κρύβεται η κορυφή και χάνω τον προσανατολισμό. Βαδίζω αλλού γι’ αλλού. Στο δρόμο συναντάω μια βοσκοπούλα που στόμωνε τα γίδια από τα σπαρτά του κάμπου.
Ακολουθώντας πίσω της μακροπόδαρη σκύλα ξαμώνει κατ’ εμένα. Η τσούπρα την πολεμάει κι εκείνη σταματάει μουρμουρίζοντας.
Ύστερα από κόπους κι ανήλες, πνιγμένος από το κεφάλι ως τα ποδάρια στα τρυποσάκια κι αγριόσπορους κατορθώνω και βγαίνω κατάκορφα.
Ωραιότατο το θέαμα από δω πάνου. Ολόγυρα ο καταπράσινος κάμπος διασταυρωμένος με αυτοκινητόδρομους και τσιμενταύλακα. Λελέκια βόσκουν στα βαλτόνερα , κοπάδια γελαδιών αργοπερπατούν στα βαρκά. Ασπρίζουν στο ρίζωμα του απέναντι βουνού τα σπίτια της Κεστρίνης(πρώτα Τσεφλικιού). Στα πόδια του χωριού ροβολάει ήσυχα, χωρίς τρεχάλες τα νερά του ο Καλαμάς. Κάτου γυαλίζει η θάλασσα και τ’ ακρογυάλια του Θεσπρωτικού Ίλιου λάμπουν στην αντηλιά. Μικρή ψαράδικη βάρκα πλέει στα ρηχά νερά του κόλπου της Καλογριάς. Χαρά της ψυχής και των ματιών απόλαψη.Η κορυφή επίπεδη στεφανώνεται από τρεις πλευρές με δυνατό ισοδομικό τείχος , 80μ. μάκρους και 50 πλάτους, σωζομένου δε ύψους 3 μ. και από τη δυτική πλαισιώνεται με ψηλούς ησκιερούς βράχους. Το πάχος του τοίχου 1,10μ. Ο λόφος είναι παλιού νησιού απομεινάρι.Πεντέξη κοτρώνια παραστέκουν στο εσωτερικό ανάμεσα των φυτρωμένων αγριόδενδρων επί των οποίων τζιτζικάδες αγκουσεμένοι από τη ζέστα του καλοκαιριού αποστομώνουν με το μονότονο τραγούδι τους "τζι-τζί-τζι τζι" τα κελαηδήματα των πουλιών.Όπου οι βράχοι ανάμεσά τους αφήνουν κενά αναπληρώνονται τούτα με τείχος. Οι πύργοι, πλησίον ο ένας του άλλου προβάλλουν τα κορμιά τους έτοιμοι να υπερασπίσουν την πόλη.
Κατά τις πολιορκίες οι κάτοικοι υδρεύονταν από την εντός της ακρόπολης δεξαμενή, πλησίον της οποίας το νυμφαίο αναμένει τις νύμφες να κάνουν το λουτρό τους.Προβάλλουν στο εσωτερικό προ της μεγάλης πύλης τα θεμέλια πεντέξη κτιρίωνκι’ ακολουθούν άλλα παρεκείτερα.Ο άρχοντας της πόλης όταν ήθελε να βγάλει λόγο ανέβαινε στο λαξεμένο σε καθέδρα μεγάλο κοτρώνι και μίλαε στους συμπολίτες.
Επί του πύργου της πύλης ο Χατζή- Γράβας, αγάς της Ηγουμενίτσας έχτισε δικό του πύργο(κούλια) στα χρόνια της τουρκοκρατίας, από τον οποίο έχει κι η ακρόπολη κι όλος ο λόφος τ’ όνομά του, για διαμονή του φύλακα της περιοχής. Επ’ αυτής το 1951 έπεσε κεραυνός και γκρέμισε τη δυτική πλευρά. Αποτελείται από δυό δωμάτια , από τα οποία το βόρειο μεγαλύτερο, με δυό παραθυράκια και πολεμίστρες. Το νότιο δωμάτιο θολωτό φέρει επί του λιθόστρωτου πατώματος οπή, είδος καταπακτής, άγνωστο σε τι χρησιμοποιουμένης, ίσως να οδηγεί σε υπόγειο καταφύγιο. Η θύρα της κούλιας βρίσκεται στο μικρότερο δωμάτιο και σ’αρκετό ύψος από το έδαφος. Η ανεβοκατέβαση των ενοίκων γίνονταν με κρεμαστή κλίμακα η οποία για ασφάλεια αφαιρούνταν τη νύχτα.
Ο γύρω της ακρόπολης κάμπος φέρει την ονομασία « Ράγι» από την ονομαστή μονή Ραγίου στην οποία ανήκε προ του ερχομού των Τούρκων."
Σπύρου Γ. Μουσελίμη: Αρχαιότητες της Θεσπρωτίας , Γιάννινα 1980
την οποία είμαι κινημένος.
2 Αυγούστου 1965. Καίεται ο τόπος από το λιοπύρι. Η αργατιά που δουλεύει στα έργα του ποτίσματος του κάμπου και την αποξήρανση των βάλτων, πολεμάει με το σκληρό χώμα. Χτυπάει με τη μύτη του κασμά και κείνος πετάζεται απάνου. Λες και βαρεί στο σίδερο. Άντρες και γυναίκες που τρέχει ο ίδρος ποτάμι, σαν τώρα για να βγήκαν από τη βύρα μαυρισμένες από την κάψα του ήλιου αναδεύονται στον αχνιασμένο κάμπο. Βάχτι μεσημέρι και η δουλειά μποτ........
Ανηφορίζω. Αντίς 10 λεφτά που είναι η ανάβαση κάνω μια ώρα. Σχίζονται τα ρούχα μου, τα χέρια ματώνουν από τα γρατσουνίσματα, ταυτομοιώς και το πρόσωπο. Κλείεται η διάβα από τα παλιούρια , όσο να ξεκολήσω από τούτα άλλα τρισχειρότερα μου τόχουν καρτέρι παραπάνου.Μέσα στην άγρια πρασινάδα υψώνονται πολύκλαδες αγριελιές και μεγάλα κοτρώνια. Προχωρώ, γυρίζω πίσω, ξαναεπιστρέφω στο ίδιο μέρος. Τρυπώνω κάτου από τα βάτα, χώνομαι στις τούφες, βουτάω στ’ αγκάθια. Κρύβεται η κορυφή και χάνω τον προσανατολισμό. Βαδίζω αλλού γι’ αλλού. Στο δρόμο συναντάω μια βοσκοπούλα που στόμωνε τα γίδια από τα σπαρτά του κάμπου.
Ακολουθώντας πίσω της μακροπόδαρη σκύλα ξαμώνει κατ’ εμένα. Η τσούπρα την πολεμάει κι εκείνη σταματάει μουρμουρίζοντας.
Ύστερα από κόπους κι ανήλες, πνιγμένος από το κεφάλι ως τα ποδάρια στα τρυποσάκια κι αγριόσπορους κατορθώνω και βγαίνω κατάκορφα.
Ωραιότατο το θέαμα από δω πάνου. Ολόγυρα ο καταπράσινος κάμπος διασταυρωμένος με αυτοκινητόδρομους και τσιμενταύλακα. Λελέκια βόσκουν στα βαλτόνερα , κοπάδια γελαδιών αργοπερπατούν στα βαρκά. Ασπρίζουν στο ρίζωμα του απέναντι βουνού τα σπίτια της Κεστρίνης(πρώτα Τσεφλικιού). Στα πόδια του χωριού ροβολάει ήσυχα, χωρίς τρεχάλες τα νερά του ο Καλαμάς. Κάτου γυαλίζει η θάλασσα και τ’ ακρογυάλια του Θεσπρωτικού Ίλιου λάμπουν στην αντηλιά. Μικρή ψαράδικη βάρκα πλέει στα ρηχά νερά του κόλπου της Καλογριάς. Χαρά της ψυχής και των ματιών απόλαψη.Η κορυφή επίπεδη στεφανώνεται από τρεις πλευρές με δυνατό ισοδομικό τείχος , 80μ. μάκρους και 50 πλάτους, σωζομένου δε ύψους 3 μ. και από τη δυτική πλαισιώνεται με ψηλούς ησκιερούς βράχους. Το πάχος του τοίχου 1,10μ. Ο λόφος είναι παλιού νησιού απομεινάρι.Πεντέξη κοτρώνια παραστέκουν στο εσωτερικό ανάμεσα των φυτρωμένων αγριόδενδρων επί των οποίων τζιτζικάδες αγκουσεμένοι από τη ζέστα του καλοκαιριού αποστομώνουν με το μονότονο τραγούδι τους "τζι-τζί-τζι τζι" τα κελαηδήματα των πουλιών.Όπου οι βράχοι ανάμεσά τους αφήνουν κενά αναπληρώνονται τούτα με τείχος. Οι πύργοι, πλησίον ο ένας του άλλου προβάλλουν τα κορμιά τους έτοιμοι να υπερασπίσουν την πόλη.
Κατά τις πολιορκίες οι κάτοικοι υδρεύονταν από την εντός της ακρόπολης δεξαμενή, πλησίον της οποίας το νυμφαίο αναμένει τις νύμφες να κάνουν το λουτρό τους.Προβάλλουν στο εσωτερικό προ της μεγάλης πύλης τα θεμέλια πεντέξη κτιρίωνκι’ ακολουθούν άλλα παρεκείτερα.Ο άρχοντας της πόλης όταν ήθελε να βγάλει λόγο ανέβαινε στο λαξεμένο σε καθέδρα μεγάλο κοτρώνι και μίλαε στους συμπολίτες.
Επί του πύργου της πύλης ο Χατζή- Γράβας, αγάς της Ηγουμενίτσας έχτισε δικό του πύργο(κούλια) στα χρόνια της τουρκοκρατίας, από τον οποίο έχει κι η ακρόπολη κι όλος ο λόφος τ’ όνομά του, για διαμονή του φύλακα της περιοχής. Επ’ αυτής το 1951 έπεσε κεραυνός και γκρέμισε τη δυτική πλευρά. Αποτελείται από δυό δωμάτια , από τα οποία το βόρειο μεγαλύτερο, με δυό παραθυράκια και πολεμίστρες. Το νότιο δωμάτιο θολωτό φέρει επί του λιθόστρωτου πατώματος οπή, είδος καταπακτής, άγνωστο σε τι χρησιμοποιουμένης, ίσως να οδηγεί σε υπόγειο καταφύγιο. Η θύρα της κούλιας βρίσκεται στο μικρότερο δωμάτιο και σ’αρκετό ύψος από το έδαφος. Η ανεβοκατέβαση των ενοίκων γίνονταν με κρεμαστή κλίμακα η οποία για ασφάλεια αφαιρούνταν τη νύχτα.
Ο γύρω της ακρόπολης κάμπος φέρει την ονομασία « Ράγι» από την ονομαστή μονή Ραγίου στην οποία ανήκε προ του ερχομού των Τούρκων."
Σπύρου Γ. Μουσελίμη: Αρχαιότητες της Θεσπρωτίας , Γιάννινα 1980
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου