Μελέτα, μα έχε άγρυπνα και ανοιχτά τα μάτια της ψυχής σου στη ζωή...

Δημήτρης Γληνός

Τρίτη 3 Ιουνίου 2014

" Οι ενάρετοι καβάλησαν τα αγαθά άτια και χάθηκαν πέρα ", μνήμη Ναζίμ Χικμέτ

 Κάποτε , ένας βάρδος του " Μπαλικεσίρ, ακουμπώντας το δάχτυλο στον αφαλό του, μου είπε: " Η ποίηση βγαίνει από δω μέσα". Κι επανέλαβε για να τον καταλάβω καλά: " από δω μέσα..."
Από τον αφαλό, τα έντερα ή τα σπλάχνα!...Ο βάρδος στα τούρκικα λέγεται " ασίκης" που σημαίνει " ερωτευμένος "[...]
Η λέξη " ασίκης " προέρχεται απ' τη λέξη " ασκ " - έρως - και υποδηλώνει το κύριο συστατικό της ποίησης. Το να είσαι ερωτευμένος, συνεπαρμένος απ' το πάθος, αποτελεί τον αδιάκοπο, τον αιώνιο στόχο του ασίκη. Είναι ένας επαγγελματίας της αγάπης, ερωτεύεται χωρίς απαραίτητα το αντικείμενο του έρωτά του να είναι κάτι το συγκεκριμένο.
Θα μπορούσε να πει κανείς, χωρίς διάκριση , πως ένας ασίκης είναι ερωτευμένος με μια γυναίκα ή με την ίδια την ποίηση. Η παράδοση θέλει τον ασίκη όταν δημιουργεί το έργο του να βρίσκεται σε ονειρική κατάσταση, και να είναι συνεπαρμένος από το όραμα της καλής του κι από το ίδιο το χάρισμα του ποιητικού οίστρου του. Κι όλη η δημιουργία του να συντελείται μέσα σε μια νύχτα. Στη ζωή όμως , για να είσαι ασίκης, σημαίνει πως από δέκα χρονών παιδάκι ή λίγο μεγαλύτερος σου πήραν τα μυαλά οι ρίμες. Τόσο που δε σου απομένει πια άλλη διέξοδος, παρά να παρατήσεις τα ζώα που βόσκεις ή τα χτήματα που οργώνεις και ν' αφιερωθείς ολόψυχα στην αγωνία της έκφρασης. Ο νέος μαθητευόμενος ποιητής δεν θα ξανασκάψει τη γη, θ' αρχίσει να δουλεύει ποίηση. Θα ελέγχει και θα κατευθύνει τους στίχους σα να οδηγάει πρόβατα στη βοσκή.
Η ποίηση θα απασχολεί από δω και μπρος, ολοκληρωτικά τον ασίκη. Θα εγκαταλείψει το χωριό με τις κάθε λογής αντιξοότητές του, και θα πλανιέται αδιάκοπα σε μια περιοχή δίχως όρια και σύνορα που ονομάζεται " κουρμπέτι ". Θα πλανιέται αδιάκοπα από χωριό σε χωριό κι οι άνθρωποι θα λένε δείχνοντάς τον, να ένας " γκαρίπης". Οι μανάδες κι οι αγαπημένες ξέρουν πως δεν υπάρχει γιατριά γι' αυτό το πάθος.
Ασκ, ασίκης, γκαρίπης, όλες είναι λέξεις αραβικής προέλευσης, ριζωμένες πια στην Τουρκία.
Το " κουρμπέτι " είναι κάθε χώρος ή τόπος όπου κανείς βρίσκεται μόνος, ξένος και σε προέκταση η ξενιτιά.
Το " κουρμπέτι " με μια λέξη είναι μια εξορία κι ο ασίκης ξέρει πιο καλά απ' τον καθένα πόσο είναι σκληρή. Στα τούρκικα, η λέξη " γκαρίπης " σημαίνει " παράδοξος ".
Το νάσαι ποιητής λοιπόν σημαίνει πως βρίσκεσαι σε μια ειδική και παράδοξη κατάσταση.
Τον ασίκη τον σέβεται ο λαός και τον φοβούνται οι άρχοντες. Ο λαός τον θεωρεί διάδοχο των μεγάλων σοφών της Κεντρικής Ασίας. Όπως εκείνοι, έτσι κι αυτός εκφράζει τη ζωή και δρα με όπλο τις λέξεις.
Τα τραγούδια των ασίκηδων, λέει ο θρύλος, γοητεύουν τ' αηδόνια, μα μπορούνε συνάμα να είναι μοιραία κι οι αφέντες τα τρέμουνε σαν τη χολέρα. Τρέμουνε να " βρεθούνε εκτεθειμένοι στους 
στίχους " του ποιητή. Οι λέξεις είναι δράση[...]
 
Αναφέρομαι στην κοινωνική θέση του λαϊκού βάρδου στην Τουρκία για να γίνει  πιο κατανοητή η περίπτωση του Ναζίμ Χικμέτ. Αυτός, από αντίδραση ενάντια στην ίδια την κοινωνική τάξη του, θα εγκαταλείψει την Ισταμπούλ για να αναζητήσει την Ανατολή[...]
Ρίχτηκε στο " κουρμπέτι ". Θα γίνει " γκαρίπης ", θα γίνει " ασίκης ", και θα πλανιέται μέσα στην ατελείωτη στέπα.
Ύστερα από μια σύντομη διαμονή του στην Άγκυρα η πρώτη εμπειρία της Ανατολής θα είναι γι' αυτόν το Μπολού[...] Το Μπολού είναι μια πολίχνη ανάμεσα στην Ισταμπούλ και την Άγκυρα, τριγυρισμένη από απέραντα δάση. Μα το Μπoλού δεν είναι απλώς μια πολίχνη. Είναι πασίγνωστο σ' όλη την Τουρκία για δυο λόγους. Πρώτα - πρώτα, οι καλύτεροι μάγειροι της αυτοκρατορίας προέρχονται από το Μπoλού. Ο δεύτερος και σημαντικότερος λόγος είναι πως εδώ, σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, έζησε ο Κεΐρογλου, ο " Γιος του τυφλού ". Δεν υπάρχει Τούρκος που να μην ξέρει αυτό το όνομα. Ο 
" Γιος του τυφλού " είναι ο ήρωας ενός επικού τραγουδιού, του έπους του Κεΐρογλου...που τραγουδιέται από τους ασίκηδες τις παγερές χειμωνιάτικες νύχτες...Ο Κεΐρογλου, καβάλα σ' ένα άσπρο άλογο, υπερασπίζεται το λαό[...]

Ο Ναζίμ  ήταν ποιητής, ήταν ένας "ασίκης ". Έτσι βγαίνει κι αυτός με τη σειρά του στο " κουρμπέτι " το 1922, διψασμένος για δράση, συνεπαρμένος απ' το πιο καθολικό ιδανικό της εποχής του. Θέλει να πολεμήσει ενάντια " σ' έναν κόσμο ιμπεριαλιστικό και καπιταλιστικό ". Και βλέπει αυτόν τον κόσμο σαν ενιαίο σύνολο που μέσα του ζει ο λαός της πατρίδας του, για τον οποίο ποθεί μια πραγματική και καθολική ανεξαρτησία. Έτσι ξεκινάει για τη Σοβιετική Ένωση. Πρώτα πάει στο Μπακού, ύστερα στη Μόσχα. Διψάει να διαδαχτεί τους νόμους που διέπουν τις κοινωνίες και να μυηθεί στο διαλεκτικό υλισμό.
Στη Μόσχα ο Λένιν ζει ακόμα, η ρούσικη φουτουριστική ποίηση βρίσκεται στο επίκεντρο των ιστορικών ανακατατάξεων, στη λογοτεχνία, στο θέατρο, στον κινηματογράφο, παντού, νέοι επαναστάτες έχουν ριχτεί με τα μούτρα στη δημιουργική δουλειά. Ο Ναζίμ Χικμέτ, αυτός ο Τούρκος παίδαρος, κάθησε να φωτογραφηθεί απάνω στο θρόνο του τσάρου πασών των Ρωσιών. Από δω και μπρος αυτός ο θρόνος ανήκει πια σ' όλους τους Κεΐρογλου του κόσμου και πρώτα - πρώτα στους ποιητές[...]

Ο Ναζίμ σε πείσμα  όλων θα γίνει ο τραβαδούρος του σοσιαλισμού. Μπορεί η επανάσταση να έχασε προσωρινά έδαφος σε ορισμένες χώρες, μα αυτό δεν εμποδίζει τον ποιητή να διδάξει την αλήθεια στην ίδια τη χώρα του που ακολουθεί το δρόμο του αστικού καπιταλισμού. Τίποτα δε θα τον εμποδίσει να δώσει ένα υψηλό παράδειγμα ποίησης και αγώνα. Φυσικά ήτανε μάταιο να υποθέτει πως η δράση του αυτή μπορούσε να έχει άμεση ωφελιμότητα. Ήταν όμως βέβαιος πως είχε επωμισθεί να εκφράσει με υποδειγματικό τρόπο τα πεπρωμένα της επανάστασης μέσα σ' έναν κόσμο εχθρικό[...]

Ο επαναστάτης ποιητής διαλέγει για ήρωά του την Επανάσταση. Η ποίηση είναι ένα όργανο, ένα εργαλείο αγώνα κι εκείνος που κατασκευάζει αυτό το όργανο είναι ο ποιητής. Δεν νομίζω πως πέφτω έξω λέγοντας πως με το Ναζίμ Χικμέτ μιλάει η ίδια η Επανάσταση χωρίς κανένα μεσολαβητή. Σ' αυτόν το " εγώ " σημαίνει ένας άλλος" του Ρεμπώ μεταβάλλεται στο " εγώ σημαίνει όλοι οι άλλοι". Μιλώντας , δηλαδή σε πρώτο πρόσωπο του ενικού ο Ναζίμ μιλάει στον επαναστατικό πληθυντικό. Το " εγώ " του από προσωπική αντωνυμία γίνεται απρόσωπη ανθρώπινη μάζα. Είναι η Ασία, η Αφρική, η Ευρώπη, η Αμερική, η ίδια η Επανάσταση[...]

Μέσα στο λίμνασμα και στην ατολμία που μάστιζε το λογοτεχνικό κόσμο της Τουρκίας στα χρόνια γύρω απ' το 1930, η εμφάνιση του Ναζίμ υπήρξε για μας τους νεότερους , κάτι σα θαύμα.
Ψηλόσωμος, γεροδεμένος με δυο γαλανά μάτια πεισματάρικου παιδιού, με μια τραγιάσκα στο κεφάλι κι ένα τριμμένο σακάκι στον ώμο αλώνιζε την πόλη, απαγγέλνοντας ποιήματα σ' όποιους θέλανε να τον ακούσουνε. Τον ακολουθούσαν πάντα ένα μπουλούκι θαυμαστές και χαφιέδες με πολιτικά.
Οι μετριότητες αρχίσανε αμέσως να φωνάζουνε πως καταλύει την ποιητική παράδοση. Είναι άραγε η ποίηση του Χικμέτ καταλυτική; Κάθε μεγάλη ποίηση είναι καταλυτική, μα ετούτη ήταν θαυμαστά τέτοια. Τι το πιο καταλυτικό, φυσικά από την ομορφιά συνδυασμένη με την αλήθεια; Ο Ναζίμ ήτανε ωραίος και συνάμα αληθινός, μ' άλλα λόγια, πραγματικός δημόσιος κίνδυνος, αυτή τουλάχιστον ήτανε η γνώμη των αρχών, οι οποίες μόνο την αηδιαστική ομαλότητα θεωρούσανε πατριωτική. Ο Ναζίμ ήτανε η ζωντανή απόδειξη του αντιθέτου, κι άρχισε να τους γίνεται ενοχλητικός.
Όλη  η τραγωδία μας προέρχεται από το γεγονός ότι η παρουσία του Ναζίμ ήταν ακριβώς το αντίθετο από μια " καθυστερημένη συνείδηση". Κι αυτό σ' έναν τόπο υποανάπτυχτο, όπου η εμφάνιση " προωθημένων συνειδήσεων " είναι φαινόμενο κάπως σπάνιο. Παρά την πτώση του σουλτάνου και την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας, ο Ναζίμ εμφανίζεται σε μια χώρα μισοφεουδαρχική ακόμα, με μια εργατική τάξη ηρωική αλλά μόλις σχηματισμένη και μια αγροτιά ξεκληρισμένη απ' τους πολέμους που επιφέρανε την πτώση της αυτοκρατορίας , τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και τη νίκη ενάντια στα συμμαχικά στρατεύματα κατοχής. Έστω και " γερός σαν Τούρκος", ο αγρότης είχε αποκάμει πια.
Κι οι διανοούμενοι; 40.000 απ' αυτούς πέσανε το 1915 στα Δαρδανέλλια, 40.000 νεαροί διανοούμενοι! Ο ανθός της χώρας, οι πιο γενναίοι, οι πιο ζωντανοί![...]
Μετά το 1922 η κούραση  μιας μεγάλης μερίδας παλιών αγωνιστών εξυπηρέτησε τα συμφέροντα εκείνων που ποτέ δεν πάτησαν το ποδαράκι τους στο μέτωπο. Με το Ναζίμ ορθό απέναντί τους, δεν υπήρχαν ούτε υπεκφυγές ούτε συμβιβασμοί. Ή ήσουνα  ταγμένος με τον αντιουμανισμό, την οπισθοδρόμηση, το θάνατο, ή εναντίον τους. Δεν είναι ότι σου ζητούσε να διαλέξεις, μα η ίδια η παρουσία του δεν άφηνε κανένα περιθώριο συμβιβασμού.
Ο Ναζίμ δε συνωμότησε. Ό,τι είχε να πει το βροντοφώναξε, ακόμα και την εποχή που φαντάζονταν πως τον εμποδίζουνε να το φωνάξει. Ποιος φταίει τάχα, αν οι συλλήψεις καταλήξανε σε δραπετεύσεις κι οι διωγμοί στην παρανομία; Οι φίλοι του, εργάτες, δημοσιογράφοι, συγγραφείς, ποιητές, κάνανε το ίδιο που έκανε κι ο ίδιος ο Ναζίμ. Εκδίδανε δηλαδή διάφορα έντυπα και περιοδικά ή γράφανε ό,τι μπορούσανε, όπου καταφέρνανε να το δημοσιεύσουν. Δεν πρόκειται για κατάληψη εξουσίας μα περισσότερο για κατάκτηση συνειδήσεων. Κι όμως! Όλα εκείνα τα παλικάρια τα φυλακίσανε, τα βασανίσανε, τα εκπαραθυρώσανε ή τα εξορίσανε. Έχουμε παραδείγματα, που μοιάζουνε μ' εκείνα των μαρτύρων του χριστιανισμού. Κανένας τους δεν προσδοκούσε τίποτα άλλο παρά νάναι συνεπής με το προλεταριάτο ή με την ταξική συνείδησή του, αν θέλετε . Ήταν αληθινοί πατριώτες. Ο Ναζίμ έγινε η σημαία τους[...]

" Οι ενάρετοι καβάλησαν τα αγαθά άτια και χάθηκαν πέρα ", λέει μια τούρκικη ρήση για να εκφράσει το θάνατο.
Στις 3 Ιούνη 1963, το πρωί, ο Ναζίμ καβάλησε το άσπρο άτι του κι έφυγε καλπάζοντας σαν αστραπή πέρα από την " Υψηλή Πύλη ". Ίσως τούτη τη στιγμή να βρίσκεται κάπου κοντά στο Μπολού.
Σας μίλησα για τα περασμένα, για τον Κεμάλ Αχμέτ, για τους Φίλους που χάθηκαν, αποφεύγοντας έτσι να μιλήσω για τον αβάσταχτο πόνο που μας πιέζει τα στήθη.
 Ώστε ο Ναζίμ δε ζει πια; Όχι διάβολε, αυτό είναι αδύνατο, να μείνει κλεισμένος μέσα σ' ένα φέρετρο, άσε που κανείς δεν ξέρει τι είναι ικανός αυτός ο Ναζίμ να σκαρώσει και με τον ίδιο το θάνατο!
                                                                                                         Αμπιντίν Ντινό


Τα αποσπάσματα είναι από τον πρόλογο του Αμπιντίν Ντινό στο μυθιστόρημα του Ναζίμ Χικμέτ , Οι Ρομαντικοί ( Όμορφη που ' ναι η ζωή!...). Το μυθιστόρημα αυτό κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στα ρώσικα το 1962. Η δεύτερη έκδοση έγινε στα γαλλικά το 1964. Από αυτή την έκδοση ο Κώστας Κοτζιάς το μετέφρασε στα ελληνικά και κυκλοφόρησε το Δεκέμβρη του 1976 από τις εκδόσεις Θεμέλιο.

2 σχόλια :

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ωραία επιλογή, Σοφία :-)

sofia είπε...

Καλημέρα Δημήτρη

Σε ευχαριστώ.
Να' σαι καλά.