Μελέτα, μα έχε άγρυπνα και ανοιχτά τα μάτια της ψυχής σου στη ζωή...

Δημήτρης Γληνός

Παρασκευή 21 Μαρτίου 2014

Φώτης Αγγουλές

Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης η σημερινή και η ανάρτηση είναι αφιερωμένη στον ποιητή Φώτη Αγγουλέ καθώς συμπληρώνονται 50 χρόνια από το θάνατο του.
Τα αποσπάσματα είναι από το βιβλίο του Γιώργου Μπλάνα, Φώτης Αγγουλές - Νυχτερινός τραγουδιστής. Στην τελευταία σελίδα του βιβλίου αναφέρεται ότι " Αν και τα πρόσωπα που αφηγούνται τη ζωή του Φώτη Αγγουλέ είναι όλα πλασματικά, αλλά όχι και ανύπαρκτα, τα γεγονότα που αφορούν στη ζωή του ποιητή είναι άπαντα διασταυρωμένα και απολύτως πραγματικά..."

Όποιος καταπιαστεί με το Φώτη Αγγουλέ, το έργο και τη ζωή του , πρέπει να έχει τρεις αρετές: να' ναι ποιητής, να μη φοβάται , και ν' αγαπά το λαό. Αλλιώς να σωπαίνει. Να σωπαίνει πρέπει σεμνά.
Περάσανε πάνω από τη Χίο άνθρωποι με πλούτη, με εξουσίες , με φανφάρες, άνθρωποι απάνθρωποι, σκάρτοι, σκληροί, φαντασμένοι. Κι όλους τους έφαγε το σκοτάδι, τους τρώει κάθε μέρα που περνά σαν να' ναι θεριό η λήθη, σαν να' ναι φυσική τους κατάληξη το σκοτάδι.

Κι ένας ψαράς αγράμματος, ένας τυπογράφος μεροκαματιάρης , που ήταν όμως ποιητής χαρισματούχος, που ήταν παλικάρι αδείλιαστο  και μάρτυρας αψεγάδιαστος, που αγάπησε την αλήθεια, που στάθηκε με ειλικρίνεια δίπλα στον άνθρωπο και πόνεσε για το βρώμικο κατάντημα του πλούσιου και το γελοίο κατάντημα του φτωχού, του μοιρολάτρη και βλάκα. Που αγάπησε την ειρήνη, αυτός που υπέφερε ξεριζωμούς, πολέμους, εξορίες και διώξεις, αυτός που πάντα βαστούσε ένα λουλούδι και τον κράτησαν χρόνια και χρόνια οι φυλακές σαν λουλούδι. Κάθε μέρα που περνά γιγαντώνει και λάμπει πιο πολύ.

Γιατί η Ιστορία , όπως πάντα άλλα ορίζει.
( Από την εισαγωγή του συγγραφέα Γιώργου Διαμπόη, στα " Άπαντα Φώτη Αγγουλέ" Χίος 1990)


Η δικτατορία του Μεταξά με βρήκε να τελειώνω την Εμπορική Σχολή της Χίου. Από τον προηγούμενο χρόνο, το 1935 , είχα διαβάσει ποιήματά μου στο Φιλοτεχνικό Όμιλο. Γνωρίστηκα με τον Φώτη. Συνδεθήκαμε με στενή φιλία. Οι νέοι λογοτέχνες εκείνου του καιρού, μαζευόμαστε στο πατάρι της ταβέρνας του Πιστόλα: εγώ, ο Φώτης, ο Γιώργος Μουτάφης, ο Αθανασιάδης  - Νόβας , ο Χαλιώρης, η Αγάπη Μολυβιάτη...Είχαμεδημιουργήσει ένα είδος " μυστικής " καλλιτεχνικής στοάς. Από πολιτική άποψη , είμαστε όλοι δημοκρατικών αρχών. Βέβαια καθένας είχε διαφορετική προέλευση και κατεύθυνση. Ωστόσο, η κυριαρχία του μελαγχολικού λυρισμού, που μας άφησαν παρακαταθήκη ο Φιλύρας και ο Καρυωτάκης, ήταν τεράστια. Κάποτε σκέφτηκα πως αποτελούσαμε μιαν άλλη, εντελώς διαφορετική παράταξη, την παράταξη των τρυφερών αγριμιών. Ο Πλάτων ήθελε να κυβερνούν οι φιλόσοφοι. Αν μας ρωτούσες τότε, θα σου λέγαμε πως οι καταλληλότεροι για κυβερνήτες είναι οι ποιητές. Ό,τι επακολούθησε αυτό αποδεικνύει. Μόνον οι ποιητές έμειναν ενωμένοι μέσα στην αδελφοσφαγή...Όχι όλοι...Εν πάση περιπτώσει , ο Φώτης ήταν ο ήρωας μας. Συνδύαζε τα ασυνδύαστα. Έφερνε κοντά θέματα, που κανείς δεν μπορούσε να σκεφτεί πως σχετίζονταν . Τι δουλειά μπορεί να είχε ο Όμηρος με τα λαϊκά τραγούδια, ο Κοραής με τους αγρότες; Ο ποιητής βρίσκει πάντα ομοιότητες εκεί που οι άλλοι βλέπουν μόνο διαφορές. Και ο Αγγουλές ήταν γεννημένος ποιητής. Στα μέσα του 1936, ο Χαλιώρης και ο Φώτης βρήκαν τρόπο να βγάλουμε το δικό μας περιοδικό, το " Νησί ". Αυτό μας έδεσε περισσότερο. Το εκδίδαμε μέχρι το 1939. Από τις αρχές του 1938 , διευθυντής ήταν ο Φώτης. Δημοσιεύσαμε ωραία κείμενα: Αθανασιάδη, Θεοτοκά, Βαλέτα. Και τα δικά μας. Είχε μεγάλη επιτυχία. Συσπείρωσε τους διανοουμένους του νησιού. Στο μεταξύ, ο Φώτης τύπωσε άλλες δύο συλλογές - και τις δύο το 1938 - τις Κραυγές στον Ήλιο και τους Μενεξέδες. Προχώρησε πολύ. Στίχοι όλο πάθος. Τον είχε συνεπάρει ο Μπωντλαίρ  και ο Ρεμπώ. Ντυνόταν πρόχειρα, τριγύριζε σαν μποέμ...κουβέντα δεν άφηνε να πέσει κάτω. Ήταν και ερωτοπαθής...Ο έρωτας  έπαιξε μεγάλο ρόλο στην ποίησή του. Συγκλονιστικό βιβλίο οι Κραυγές στον Ήλιο:

Η νύχτα ετούτη μοιάζει με κατάρα.
Πότε θα φέξει; Μ' έπνιξε η λαχτάρα.
Ω, φέγγε, σ' ακλουθώ, φέγγε και τράβα
για το ψηλότερο βουνό.
Μέσα στη νύχτα, θα σβηστεί
το τραγικό μας διάβα,
γιατί δεν είναι φωτεινό`
μα τράβα, πρέπει δίχως άλλο
να' μαστ' εκεί προς την αυγή , 
κι όπως στο πλοίο οι ναυγοί, 
στο νέον ήλιο που θα βγει ,
να κάνουμε σινιάλο.

Τόσα χρόνια, και τους θυμάμαι αυτούς τους στίχους. Ξέρεις πόσες φορές τους μουρμούρισα μέσα στο σκοτάδι ;


Ήμαστε ναυαγισμένοι, κάτου από τη νύχτα
και μας πνίγει, ω πώς μας πνίγει το σκοτάδι....
Πάρε μας δικούς σου, Σατανά,
δώσε μας του Ήλιου ένα χάδι.
Ήμαστε ναυαγισμένοι κάτου από τη νύχτα.
Σατανά, ωσανά,
δώσε στην ψυχή μας τη χαρά της`
σπάσε το κρουστάλλι τ' ουρανού,
να χυθεί το φως σαν καταρράχτης.

Κι οι Μενεξέδες, πικρό βιβλίο, κατάπικρο:


Το κάθε τι, που αγάπησα
και λάτρεψα εδώ κάτου,
μου χάρισε και μια βαθειά
λαβωματιά, Θανάτου...

Όμως δεν ήταν μόνο πίκρα που φώλιαζε μέσα του. Ήταν ερωτοπαθής όπως σου ανέφερα. Μεγάλη λατρεία στη γυναίκα. Οι Μικρασιάτισσες είχαν παρελθόν στην κοκεταρία, αλλά τις είχε κάμψει η προσφυγιά. Είχαν διαμορφώσει έναν τρόπο συμπεριφοράς...Μελαγχολία ανάμεικτη με συστολή και σοβαρότητα με αυστηρότητα. Οι Χιώτισσες είχαν κοσμοπολίτικον αέρα. Όχι μόνο οι αρχόντισσες , μα και οι γυναίκες του λαού . Δεν κρύβονταν, εκφράζονταν, έκαναν βόλτες μόνες τους και δεν δείλιαζαν να μιλήσουν με άντρες στο δρόμο. Στην πραγματικότητα δεν είχαν να χάσουν τίποτε. Κανείς δε σχολίαζε τη συμπεριφορά τους. Και οι Μικρασιάτισσες έτσι συμπεριφέρονταν στον τόπο τους. Στη Χίο όμως ήσαν αντικείμενα αντικείμενα σχολίων. Ο Φώτης , εξαιρετικός ομιλητής, όμορφος νέος, δεν άφηνε τίποτε στο διάβα του.


Αλαφροπάτητη, σειστή
και λυγιστή σαν τόξο,
μάτια λαφιού, κορμοστασιά
λιγνή, κυπαρισσένια,
χείλη κοράλλια και φωνή
κρουστάλλι...Πώς να διώξω 
της θύμησης της μια στιγμή
την φαρμακεύτραν έννοια;

Εγώ τουλάχιστον δεν γνώρισα πολλά θηλυκά που θα μπορούσαν να μείνουν απαθή σε παρόμοιους στίχους. Από την Αμαβασιά είναι. " Το Κρίμα του Ασκητή " επιγράφεται το ποίημα.
( Μαρτυρία Νίκου Διοματάρη, δημοσιογράφου, συγγραφέα)


 Ο ποιητής Φώτης Αγγουλές στις φυλακές της Κέρκυρας, 1950. Εργο του Ασαντούρ Μπαχαριάν (Χίος, Συλλογή Τρ. Μυλωνά).

Πορεία Μέσα στη Νύχτα. Χίος 1958. Δραχ.20

Επιλογή παλαιών και νέων ποιημάτων του Χίου ποιητού Φώτη Αγγουλέ, τακτικού μέλους της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών. " Τα περισσότερα απ' αυτά τα ποιήματα" σημειώνει ο ποιητής εις τον μικρόν πρόλογον της εκδόσεως, " τυπωθήκανε σε βιβλίο , ή δημοσιευθήκανε σε εφημερίδες και περιοδικά. Σήμερα τα συμμάζεψα όλα και τα τυπώνω σε τούτη τη συλλογή να υπάρχουν. Δεν τον κάνω για να σας δείξω την τέχνη μου. Και μονάχοι σας θα δείτε πως μερικά απ' αυτά τα ποιήματα δεν αντέχουν. Σας βεβαιώνω όμως, πως, περισσότερο αφ' την τέχνη τους, αγαπώ τις στιγμές που τα δημιούργησαν, τη ζωή που υφάνθηκε μέσα τους , με τις χαρές και τις λύπες της, τις συμφορές και τις ελπίδες. Η ζωή αυτή πέρασε. Η εποχή μας ήτανε ταραγμένη. Σήμερα, συμμαζεύοντας τα ποιήματά μου, μου φαίνεται πως γυρίζω ανάμεσα στα χαλάσματα κάποιας έρημης χώρας και συμμαζεύω τα τελευταία απομεινάρια". Αναδημοσιεύουμε ένα από τα καλύτερα ποίηματα του βιβλίου:

ΣΑΣ ΑΡΝΙΕΜΑΙ

Τα ματάκια που κλαίνε , τις καρδιές που πονούνε,
τις ζωές που αργοσβούνε στη σκιά δεν ξεχνώ,
δεν σας θέλω χαρές απ' αχνό.

Τα δικά μας τα νιάτα, σαν χαράμι φευγάτα.
Σε βουλιάζω μπρατσέρα του ονείρου`
σε βουλιάζω, του πόθου φρεγάτα.

Θα σταθώ στο λιμάνι να κάνω σινιάλο.
Να με βλέπουν αυτοί που χωρίζουν 
να παίρνουνε θάρρος,
ναυαγός που θα φέγγω μες στη νύχτα, σαν φάρος.

Τα ματάκια που κλαίνε, τις καρδιές που πονούνε,
τις ζωές που αργοσβήνουνε στη σκιά δεν ξεχνώ,
σας αρνιέμαι χαρές απ' αχνό.
(Εφημερίδα ΧΙΑΚΟΣ ΛΑΟΣ, 1958. Εκδόσεις)
Η φωτογραφία του Στέλιου Κασιμάτη από εδώ
Ο ποιητής Φώτης Αγγουλές έχει καταξιωθεί στη συνείδηση όλων των αγωνιστών για τη Δημοκρατία, με τους ανυποχώρητους αγώνες του, τις διώξεις και της φυλακές που πέρασε. Ο Αγγουλές έχει πρόκληση και δεν είναι για ανθρώπους  που κοιτάνε τη δουλειά τους. Όσοι έχουν τέτοια διάθεση, καλύτερα να πάνε σπίτια τους, γιατί δεν έχουν να καταλάβουν τίποτα από τον ποιητή. Τα παγκόσμια μηνύματα της ειρήνης και της συναδέλφωσης των λαών, του αγώνα ενάντια στο φασισμό και τον ιμπεριαλισμό, βρίσκουνε τη θέση τους στην καινούργια ποιητική του συλλογή, Φουτσιγιάμα, τυπωμένη φέτος στη Χίο. Αντιγράφουμε στο περιοδικό μας δυο πολύ σημαντικά ποιήματα της συλλογής.


ΕΚΘΕΣΗ
Οι γιατροί επιμένουνε, Φριτς,
πως η μνήμη μου θα ξανάρθει.
Το πιστεύω.
Τα μάτια σου ήτανε
σαν τον ουρανό της πατρίδας μου
και είχες καρδιά παιδική.
Εγελούσες σαν Άνοιξη.
Μη νομίσεις πως είμαι 
ο ταγματάρχης του Ασάφενμπουργκ,
κι ούτε ξέρω ποιος είμαι.
Πες πως είμαι κι εγώ ένας άρρωστος
από ένα νοσοκομείο της Βρέστης,
πες πως είμαιμια σπίθα απ' το Αμβούργο!
Κι ίσως πέρασα κι απ' την Κολωνία
και το Περόρτσιμ.
Θα ' θελα να παρακαλέσεις το Δήμαρχο,
 να μου δώσει στο Βερολίνο
μιαν αίθουσα εκθέσεων.
Από κείνες τις αίθουσες, που ξαπλώνατε τους αγαπημένους νεκρούς σας,
όταν γεμίσανε τα νεκροταφεία.

Θα εκθέσω
ένα γαρύφαλλο,
ένα κάτασπρο περιστέρι, 
και ένα αγαπημένο μου Γερμανόπουλο
που μασά απ' την πείνα του
έναν κόρακα.

Η ΣΤΑΧΤΗ
Η εποχή μας βιαζότανε, Σάρα.
Τα ήθη και τα έθιμα της φυλής σου
δεν πρόφτασα να τα καταλάβω.
Τώρα
είμαι μπροστά σ' ένα " τείχος δακρύων ",
είμαι μπροστά σ' έναν πόλεμο.
Θέλω κάτι να πω στους δικούς σου,
μα δεν ξέρω τον τρόπο.
Όμως, Σάρα, γνωρίζεις καλά
πως εμένα τον αριθμό μου
μου τον τυπώσανε στην καρδιά μου.
Και γι'αυτό, σε παρακαλώ να με βοηθήσεις.
Εσένα θα σε πιστέψουνε, Σάρα.
Σήκωσε τα φουστάνια σου,
και φώναξε τη φυλή σου.
Οι δικοί σου 
το ξέρουνε πως δεν είσαι φοράδα.
Κι όταν θα δούνε ο αριθμός σου
- ο τυπωμένος πάνω στον γοφό σου - 
πως τυπώθηκε με πυραχτωμένο ατσάλι, 
θα καταλάβουνε Σάρα
ότι ο αριθμός αυτός 
είναι Πόλεμος,
όπως ήτανε πόλεμος
το πρώτο στρατόπεδο
και το δεύτερο 
της μαρτυρικής Πολωνίας.
Και οι Δόκτορες, Σάρα,
Σιντλάουσκυ, Χαϊσμέγερ και Ρέζενταλ
δεν ήτανε παρά πόλεμος.
Όπως ήτανε πόλεμος
η σαδίστρια Μπιντς
και η Βέρα η Σάβενβαρτ
και η ομάδα των "D"
και ο Στάιχερ
και ο Στρόοπ.

Και όταν οι πατριώτες σου, Σάρα,
καταλάβουν πως δυο δεκανίκια
σημαίνουμε " Πόλεμος ",
θα ξαναγίνουν...πολλοί.
Τα πέντε εκατομμύρια των Μαρτύρων
θα' ρθουνε στην Παλαιστίνη.
Τότε
- το ξέρω πως δεν θα λυγίσεις - 
ανάλαβε τις συστάσεις!
" Οι πατριώτες μας, πατριώτες,
μάς έρχονται απ' τον Πόλεμο!"
Ονόματα και μαρτύρια
και ηρωισμούς
να μην αναφέρεις.
Αν όμως σου χρειαστούνε,
ξεχώρισε τα παιδιά,
που για να κερδίσει ο πόλεμος χώρο, 
τα κεφαλάκια τους συντριβότανε στα ντουβάρια,
προτού πεταχτούνε στα κρεματόρια.

Και, 
Σάρα, 
να μην ξεχάσεις τη στάχτη...
τη στάχτη εκείνη από την Ολλανδία,
που σας τη στείλανε για να μάθετε
πως ο πόλεμος

έχει πολλές ιδιοτροπίες.

Και πες στους συμπατριώτες σου, 
πως ο Πόλεμος Έρχεται.
Και σύστησέ τους να πολεμήσουνε
να τον αποτρέψουν.
Αν δεν σε πιστέψουνε, Σάρα
ο τόπος σας
Θα γιομίσει φαντάσματα...

Τότε
να κλέψεις κρυφά και να κρύψεις τη στάχτη,
τη στάχτη εκείνη από την Ολλανδία.
Όχι γιατί την πληρώσατε ακριβά,
αλλά γιατί μέσα εκεί
μπορεί να κρύβεται καμιά σπίθα...
( Αριστερή Πολιτιστική Επιθεώρηση " ΡΗΓΑΣ" . Αύγουστος 1962)


Γιώργος Μπλάνας, Φώτης Αγγουλές . Νυχτερινός τραγουδιστής. Σειρά Βίοι Αγίων, Υπόγειες Διαδρομές, Εκδόσεις Ηλέκτρα , Αθήνα 2008





Δεν υπάρχουν σχόλια :