Μάριο Μπενεδέτι (Mario Benedetti)
Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔμαθε νὰ γαβγίζει
(El hombre que aprendio a ladrar)
ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ὅτι ἦταν χρόνια σκληρῆς καὶ πραγματικῆς μαθητείας, μὲ παροδικὰ παραστρατήματα κατὰ τὰ ὁποῖα ἦταν ἕτοιμος νὰ τὰ παρατήσει. Στὸ τέλος, θριάμβευσε, ὡστόσο, ἡ ἐπιμονὴ καὶ ὁ Ραϊμοῦνδο ἔμαθε νὰ γαβγίζει. Ὄχι νὰ μιμεῖται γαβγίσματα, ὅπως συνηθίζουν νὰ κάνουν μερικοὶ πλακατζῆδες, ἢ ποὺ θωροῦν τοὺς ἑαυτούς τους τέτοιους, ἀλλὰ νὰ γαβγίζει κανονικά. Τί τὸν εἶχε ὠθήσει σ’ αὐτὴν τὴν ἐκπαίδευση; Μπροστὰ στοὺς φίλους του αὐτοσαρκάζοταν μὲ χιοῦμορ: «Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι γαβγίζω γιὰ νὰ μὴν κλάψω.» Ὁ πιὸ ἰσχυρὸς λόγος, ὅμως, ἦταν ἡ φραγκισκανικὴ σχεδὸν ἀγάπη του πρὸς τ’ ἀδέρφια του, τοὺς σκύλους. Ἀγάπη σημαίνει ἐπικοινωνία.
Πῶς ἀγαπᾶ, λοιπόν, κανείς, ὅταν δὲν μπορεῖ νὰ ἐπικοινωνήσει μὲ τὸν ἄλλον;
Γιὰ τὸν Ραϊμοῦνδο ἡ μέρα ποὺ τὸ γάβγισμά του ἔγινε ἐπιτέλους κατανοητὸ ἀπὸ τὸν Λέο, τὸν σύντροφο σκύλο του, καὶ (κάτι ἀκόμα πιὸ ἀπίστευτο) ὅταν ἐκεῖνος κατάλαβε τὸ γάβγισμα τοῦ Λέο, σηματοδότησε μιὰ ἀπίστευτη ἱκανοποίηση. Ἀπὸ κείνη τὴ μέρα ὁ Ραϊμοῦνδο καὶ ὁ Λέο ξάπλωναν φαρδιὰ-πλατιά, συνήθως κατὰ τὸ δειλινό, κάτω στὸν κυκλοφοριακὸ κόμβο καὶ συνομιλοῦσαν πάνω σε γενικὰ θέματα. Παρὰ τὴν ἀγάπη του γιὰ τοὺς συντρόφους σκύλους, ὁ Ραϊμοῦνδο δὲν εἶχε φανταστεῖ ποτὲ ὅτι ὁ Λέο εἶχε μιὰ τόσο σοφὴ ἄποψη γιὰ τὸν κόσμο.
Ἕνα ἀπόγευμα πῆρε τελικά το θάρρος νὰ τὸν ρωτήσει μὲ κάμποσα ἐπιφυλακτικὰ γαβγίσματα: «Πές μου, εἰλικρινά, Λέο, τί γνώμη ἔχεις γιὰ τὸν τρόπο ποὺ γαβγίζω;» Ἡ ἀπάντηση τοῦ Λέο ἦταν ἀρκετὰ σταράτη: «Θὰ ἔλεγα ὅτι εἶσαι ἀρκετὰ καλός, ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ βελτιωθεῖς. Τὸ γάβγισμά σου ἔχει ἀκόμα ἀνθρώπινη προφορά.»
Πηγή: Ιστορίες Μπονζάι
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου